Ο ΦΟΒΟΣ ΔΙΑΡΚΕΙ, Η ΤΡΙΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΒΙΩΝΕΙ

Απλή συνταγή: Η μια κοινωνική ομάδα εναντίον της άλλης κι όλες εναντίον μιας. Αυτό αλλάζει ανά περίπτωση (τώρα οι καθηγητές, χτες οι ναυτεργάτες, πριν οι εργαζόμενοι στο μετρό και τα μέσα μεταφοράς, πιο παλιά οι φορτηγατζήδες, οι φαρμακοποιοί κ.ά.) ανάλογα με το ποιος διεκδικεί και πώς (πόσο) μπορεί οι υπόλοιποι να θιγούν από τις διεκδικήσεις του. Έτσι, η διεκδίκηση καθίσταται από επικίνδυνη έως παράνομη, μια και χρησιμοποιείται από την εξουσία ως όπλο για την αντίδραση όλων των άλλων, που ανά περίπτωση θίγονται από την απεργιακή κινητοποίηση μιας ομάδας. Η συνταγή σερβίρεται με την ικανή ποσότητα εθνικής ανάγκης και προσπάθειας που κάνει η χώρα να ανακάμψει («κι αυτοί οι ανεύθυνοι απεργούν»), έτσι ώστε το ακροατήριο που καλείται να καταδικάσει τους απεργούς να βρίσκει χωρίς κόπο το ηθικό έρεισμα να το κάνει. Είναι προφανές ότι την ίδια στιγμή που ένας πολίτης αγανακτισμένος από τις απεργίες (επηρεασμένος από την κυβερνητική προπαγάνδα και τη διακαναλική συνθηματολογία) καταδικάζει τους απεργούς, καταδικάζει και τον εαυτό του, τον κλάδο που ο ίδιος εργάζεται, καταδικάζει τον καθένα που έρχεται η σειρά του να συκοφαντηθεί και να αναχθεί σε εχθρό της κοινωνίας από το σύστημα εξουσίας. Όταν έρθει η σειρά του να συκοφαντηθεί, θα παρακολουθεί οργισμένος τα δελτία ειδήσεων των ντελάληδων της εξουσίας και θα αναρωτιέται αν είναι αυτός και οι συνάδελφοί του τα καθάρματα που υπονομεύουν την εθνική προσπάθεια και την ανάκαμψη της χώρας. Ασφαλώς, σύμφωνα με την προπαγάνδα και τη συγκεκριμένη πολιτική, αυτός θα είναι το κάθαρμα. Αυτός, ο δίπλα, ο γείτονας, ο αναγνώστης, ο ακροατής, ο παρακάτω, όλοι, όπως είπαμε λίγο πριν, ανά περίπτωση. Γιατί άραγε δεν υπάρχει αντίδραση σε όλη αυτή τη χυδαιότητα της εξουσίας; Γιατί δεν αντιδρούν όλοι και αντιθέτως μεταβάλλονται σε θύματα-καθάρματα ανάλογα με το αν θα απεργήσουν, πόσο και πότε; Και πάλι εδώ στην ερμηνεία, είναι παρών ο φόβος. Ο φόβος για το σήμερα και το αύριο, για το μεροκάματο, για το «ήδη μικρό εισόδημα που όμως πρέπει να μην το χάσω κι αυτό» είναι που προσδιορίζει τη στάση μας και προσφέρει μακροημέρευση σε μια εξουσία που εκχωρεί τη χώρα, την ανεξαρτησία και τις πλουτοπαραγωγικές πηγές στο όνομα της παραμονής στην Ευρωζώνη και της καλής σχέσης με τους δανειστές που μεταβλήθηκαν σε κατακτητές. Ο φόβος αυτός, που λαμβάνει διάφορες μορφές και περιεχόμενα (πολλές φορές δύσκολο να περιγραφούν και να ερμηνευτούν μια και ο φόβος δεν μπορεί να προσδιοριστεί με άνεση σε συντεταγμένες λογικές), διατηρεί στην εξουσία ένα κυβερνητικό σχήμα που δεν είναι άλλο από αυτό που κυβέρνησε συνεχώς τον τόπο και τον έφτασε στο χάλι που βρίσκεται σήμερα.

Η αληθινή αλλαγή προϋποθέτει ρήξη και η ρήξη ζητάει αποφασιστικότητα.

Αυτή υπήρξε στις πρώτες εκλογές πριν από ένα χρόνο (Μάιος 2012) και μειώθηκε στις δεύτερες, έναν μήνα μετά. Αυτή η μείωση ήταν αρκετή αριθμητικά για να δώσει το δικαίωμα σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ να ενωθούν σε ένα κυβερνητικό σχήμα, παίρνοντας μαζί τους και τη Δημοκρατική Αριστερά που φιλοδοξούσε όχι τόσο να κυβερνήσει όσο να διαφοροποιηθεί από τον χώρο που αποσπάστηκε, τον ΣΥΡΙΖΑ. Όχι πως δεν της αρέσει να συγκυβερνά, αλλά ο αρχικός στόχος ήταν να διαφοροποιηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ και να υπάρξει ως εναλλακτική αριστερή λύση για τους πιο «μαζεμένους» ψηφοφόρους, που δυσκολεύονται με τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν θέλουν να (ξανα)πάνε στο ΠΑΣΟΚ ή τουλάχιστον όχι ακόμα. Άλλωστε υπάρχει και η λογική που λέει τι να κάνει κανείς στο ΠΑΣΟΚ, όταν το ποσοστό του μοιάζει περισσότερο με το εκλογικό της ΔΗΜΑΡ (6%), παρά με ένα ποσοστό μεγάλου κυβερνητικού κόμματος.

Το θέμα είναι ότι τα πράγματα δεν αλλάζουν χρησιμοποιώντας τα ίδια υλικά: Δεν μπορεί αυτός που ευθύνεται για όσα συνέβησαν και φτάσαμε εδώ, να κάνει διαφορετικές ενέργειες και να τα αλλάξει όλα. Είναι κορυφαίο λάθος να ζητάς από τον ένοχο να δημιουργήσει άλλη κοινωνία από αυτήν που έφτιαξε συνειδητά. Απλώς τον βάζεις στην άκρη (χωρίς εκδικητικότητα) μια και η δική του εποχή τελείωσε, με τα γνωστά αποτελέσματα. Πάντως, σε καμιά περίπτωση δεν τον ξανακαλείς να διορθώσει το χάλι που δημιούργησε. Όταν όμως τον καλείς (και ο λαός έδωσε στην τρικομματική κυβέρνηση αυτήν την ευκαιρία) του δίνεις συγχρόνως και το δικαίωμα της ενοχοποίησης όλων των άλλων που αντιδρούν στην πολιτική που διάλεξε να εφαρμόσει: Μνημόνια, εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας, συνεχή χρέη για τη χώρα και τούς ανθρώπους, ευρώ με κάθε θυσία. Κι αυτό είναι ευθύνη των ψηφοφόρων, όχι των κομμάτων που προσπαθούν να υπάρξουν όπως γνωρίζουν.


Σχολιάστε εδώ