«Αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο και ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση

Ποια είναι η πολιτική αυτή; Για να αντιληφθεί κανείς την πραγματική φύση ενός προβλήματος, πρέπει να ανατρέξει στην αφετηρία της δημιουργίας του. Η μαζική και ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση εμφανίσθηκε στην Ελλάδα στις αρχές και κυρίως στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Μετά δηλαδή την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως και του Ανατολικού Συνασπισμού και όταν η επίσημη πολιτική στην Ελλάδα, εμπνεόμενη από τα ιδεολογήματα της παγκοσμιοποίησης και του διεθνούς οικονομικού νεοφιλελευθερισμού, άρχισε να διακηρύσσει διά στόματος του τότε πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, ότι «η Ελλάδα πρέπει να γίνει πολυπολιτισμική».

Το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ταυτίσθηκε με την ιδεολογία του διεθνούς νεοφιλελευθερισμού, μέσα από την αποθέωση της ελεύθερης αγοράς και μια αλόγιστη πολιτική ανοίγματος προς κάθε κατεύθυνση, στο όνομα του ελεύθερου διεθνούς εμπορίου, επέτρεψε τη σύγχυση ότι η πολιτική των ανοικτών συνόρων και προς τις τρίτες χώρες αποτελεί δήθεν αναπόσπαστο μέρος της Ευρωπαϊκής ενοποιήσεως.

Η δημιουργία ενιαίας παγκόσμιας αγοράς που επαγγέλλεται η παγκοσμιοποίηση, αντιμάχεται εκ των πραγμάτων τις εθνικές πολιτικές και την ίδια την ιδέα του εθνικού κράτους και του έθνους, τα οποία παρουσιάζει ως παρωχημένα στη νέα ιστορική εποχή που η ίδια ναρκισσεύεται ότι αντιπροσωπεύει.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο βαθμό που συγχέεται με την παγκοσμιοποίηση, προβάλλει την ιδέα ότι η πραγμάτωση της ενοποιήσεώς της προϋποθέτει δήθεν την υπέρβαση των εθνικών της ταυτοτήτων και τη μετατροπή των κρατών-μελών της σε πολυπολιτισμικά σύνολα, υπό τη σημαία του Ευρωπαϊσμού. Το προβαλλόμενο πρότυπο είναι οι ΗΠΑ. Παραβλέπεται όμως ότι οι Αμερικανικές Πολιτείες δεν αποτελούν εθνικά κράτη τα οποία συνενώθηκαν υπό κοινή ομοσπονδιακή στέγη. Η ένταξη σε κάθε Αμερικανική Πολιτεία είναι ατομική.

Τα Ευρωπαϊκά κράτη αντιπροσωπεύουν μια εντελώς άλλη ιστορική πραγματικότητα. Η αντίληψη, που καλλιεργείται από ορισμένους στην Ευρώπη, ότι η ενοποίηση προϋποθέτει ενός είδους Ευρωπαϊκό αμάλγαμα, έρχεται σε αντίθεση με τα αισθήματα των Ευρωπαϊκών λαών και σε αντίθεση με τις ίδιες τις Ευρωπαϊκές συνθήκες. Οι τελευταίες αναφέρονται ρητά στον σεβασμό και στην προστασία της ταυτότητας και του πολιτισμού των Ευρωπαϊκών λαών και τα εξαίρουν ως μοναδικό πλούτο της Ευρώπης. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη λεγόμενη «πολυπολιτισμική» κοινωνία, ακόμη και χώρες που είχαν πρωτοστατήσει προς αυτή την κατεύθυνση, όπως η Ολλανδία, η Δανία, η Αγγλία, αναθεωρούν σήμερα ως αποτυχημένη την πολιτική αυτή και υιοθετούν δραστικά μέτρα για τον περιορισμό της μεταναστεύσεως από τρίτες χώρες όπως και οι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.

Εξαίρεση αποτελεί, δυστυχώς, η Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι είναι η πιο εκτεθειμένη και ότι μέχρι προσφάτως έκανε η ίδια εξαγωγή μεταναστών. Επανακάμπτει άλλωστε σήμερα σ’ αυτήν, λόγω της πρωτοφανούς οικονομικής κρίσεως που διέρχεται.

Η περίεργη «πρωτοπορία» της Ελλάδος θα μπορούσε σ’ ένα βαθμό να κατανοηθεί αν κατείχε μια γεωγραφική θέση, όπως αυτή π.χ. της Σουηδίας, που μπορεί εκ του ασφαλούς να πλειοδοτεί γιατί καλύπτεται από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες και μπορεί σχετικά εύκολα να ελέγχει τα σύνορά της. Είναι όμως ανεδαφική, επικίνδυνη και ανεπίτρεπτη όταν κατέχει μια γεωγραφική θέση που την καθιστά κύρια πύλη της λαθρομεταναστεύσεως προς την Ευρώπη. Όταν επιπλέον έχει στα σύνορά της έναν επίβουλο γείτονα, που αξιοποιεί τη Μουσουλμανική κυρίως λαθρομετανάστευση ως πολιτικό εργαλείο και ασύμμετρο πόλεμο κατά της Ελλάδος, με απροκάλυπτους γεωπολιτικούς στόχους.

Σε ό,τι αφορά, ειδικότερα, το «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο, το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο παρέχει αρκετά και αποτελεσματικά όπλα για την αντιμετώπιση και καταστολή οποιωνδήποτε εκδηλώσεων και πράξεων βίας που προσβάλλουν την ανθρώπινη προσωπικότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Υπό τον όρο όμως ότι η έννομη τάξη δεν είναι επιλεκτική και ότι το κράτος και η κοινωνία δεν τίθενται, αυθαιρέτως και παρανόμως, ενώπιον καταστάσεων και τετελεσμένων γεγονότων που υπερβαίνουν τις δυνατότητές τους και αμφισβητούν τα ίδια τα θεμέλιά τους.

Στην περίπτωση αυτή, όπως δυστυχώς εγκαθίσταται ως ενδημική κατάσταση η εγκληματικότητα και η ανασφάλεια των πολιτών, δημιουργείται επίσης πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη ακραίων αντιδράσεων και συμπεριφορών.

Ποιος ρώτησε τον Ελληνικό λαό αν συμφωνεί να έρθουν παρανόμως και να εγκατασταθούν στη χώρα του εκατοντάδες χιλιάδες και εκατομμύρια ξένοι υπήκοοι που δεν έχουν καμία σχέση και καμία συνάφεια μαζί του;

Ποιος τον ρώτησε αν θέλει να μεταλλάξει την εθνική του ταυτότητα, να αποδομήσει το εθνικό του κράτος και να γίνει «πολυπολιτισμικός», ώστε το υπουργείο Δικαιοσύνης να προβάλλει ως αιτιολογία και επιχείρημα για το προτεινόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο τη μετατροπή της Ελλάδος σε «πολυπολιτισμική» κοινωνία;

Ο Ελληνικός λαός έχει δει στο ίδιο το κέντρο των Αθηνών τη λεγόμενη «πολυπολιτισμική» κοινωνία και ξέρει πολύ καλά τι σημαίνει ο ευφημισμός αυτός. Το πρόβλημα δεν είναι αστυνομικό. Είναι πολιτικό. Η κυβέρνηση οφείλει να ελέγξει αποτελεσματικά τη λαθρομετανάστευση γιατί αυτή, αν αφεθεί ανεξέλεγκτη, μπορεί να αποδειχθεί σε Μαντζικέρτ του Νέου Ελληνισμού.

Με τη σημερινή τρικομματική της σύνθεση δεν έχει, δυστυχώς, κοινή πολιτική συνισταμένη. Αυτό όμως δεν είναι λόγος για να επιβληθούν απόψεις μειοψηφίας ως νόμος του κράτους, υπό το πρόσχημα του αντιρατσισμού. Είναι γνωστό ότι ο τελευταίος χρησιμοποιείται ως όπλο ιδεολογικής τρομοκρατίας για την προαγωγή, την κάλυψη και την επιβολή της λαθρομεταναστεύσεως ως τετελεσμένου γεγονότος.

Η Ελλάδα αντιμετωπίζει σήμερα μια τριπλή πρόκληση. Αφορά, κατά πρώτο λόγο, τον έλεγχο της οικονομίας της και την ανάπτυξή της. Κατά δεύτερο λόγο, την ακεραιότητα και την ασφάλειά της. Κατά τρίτο λόγο, την εθνική της ταυτότητα και συνοχή. Χρειάζεται πολλή προσοχή και σύνεση για να διαφυλαχθεί και να διασφαλισθεί το εθνικό μέλλον της χώρας.


Σχολιάστε εδώ