ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟ ΠΑΖΑΡΙ με αβέβαιο αποτέλεσμα

Τον Ερντογάν συνόδευσαν στην επίσκεψη στην αμερικανική πρωτεύουσα 65 διπλωμάτες, 150 επιχειρηματίες και πολλοί δημοσιογράφοι, ενώ στην πρωτεύουσα συνέρρευσε και πλήθος Τουρκοαμερικανών, προκειμένου να παρευρεθεί στα εγκαίνια τζαμιού στο Μέριλαντ, όπου συμμετείχε ο τούρκος πρωθυπουργός την Τετάρτη το βράδυ.

Σε μια Ουάσινγκτον με ιδιαίτερα έντονη την τουρκική παρουσία, αναλυτές σχολίαζαν ότι ο τρόπος με τον οποίο υποδέχτηκε ο Πρόεδρος Ομπάμα τον Ερντογάν αρμόζει σε ηγέτη υπερδύναμης και αναρωτιούνταν πώς συνδυάζεται αυτό με την άρνηση του τούρκου ηγέτη να ικανοποιήσει σημαντικά αιτήματα των ΗΠΑ σε κρίσιμης σημασίας ζητήματα. Διάχυτη ήταν επίσης η εκτίμηση μετά το τέλος της επίσκεψης πως, παρότι Ομπάμα και Ερντογάν δημόσια προσπάθησαν να εμφανίσουν ένα κοινό μέτωπο, πίσω από κλειστές πόρτες έμεινε η ισχυρή διαφωνία για τον τρόπο χειρισμού μιας σειράς σημαντικών θεμάτων.

Η Τουρκία εκτιμάται ως σημαντικός παράγοντας από τους Αμερικανούς στην ευρύτερη περιοχή για μια σειρά από λόγους:

– Την κρίσιμη γεωστρατηγική της θέση και το μέγεθος της οικονομίας και της στρατιωτικής της δύναμης.
– Το γεγονός ότι για τους Αμερικανούς αποτελεί ένα μοντέλο μουσουλμανικής χώρας με δυτικού τύπου δημοκρατικό καθεστώς, που μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για την επικράτηση ενός μετριοπαθούς πολιτικού ισλάμ στις χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής.
– Τη σημαντική επιρροή που ασκεί στις χώρες της ευρύτερης περιοχής, αξιοποιώντας θρησκευτικούς, πολιτιστικούς και οικονομικούς δεσμούς.

Σ’ αυτά έρχεται να προστεθεί και η ιδιαίτερα καλή διαπροσωπική σχέση που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στον Ταγίπ Ερντογάν και στον Μπαράκ Ομπάμα. Να θυμίσουμε ότι ο αμερικανός Πρόεδρος σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Τάιμ» το 2012 είχε δηλώσει ότι ο τούρκος πρωθυπουργός συμπεριλαμβάνεται σε μια ομάδα πέντε διεθνών ηγετών με τους οποίους έχει την καλύτερη και περισσότερο λειτουργική σχέση (οι υπόλοιποι τέσσερις είναι η καγκελάριος Μέρκελ, ο ινδός πρωθυπουργός Σινγκ, ο Πρόεδρος της Νότιας Κορέας και ο βρετανός πρωθυπουργός Κάμερον).

Τι ήθελε η Τουρκία από την επίσκεψη

Το κύριο αίτημα της Τουρκίας ήταν να αναληφθούν συγκεκριμένες δράσεις με αμερικανική πρωτοβουλία για την πτώση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία, που θα μπορούσαν να ξεκινήσουν από την επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων και τον στρατιωτικό εξοπλισμό των ανταρτών και να φτάσουν μέχρι και τη στρατιωτική επέμβαση στη χώρα.

Οι Αμερικανοί, παρότι συμμερίζονται τις τουρκικές ανησυχίες ότι η εμφύλια σύγκρουση της Συρίας υπάρχει κίνδυνος να διαχυθεί και να αποσταθεροποιήσει τις γειτονικές χώρες (ιδιαίτερα μετά την πολύνεκρη βομβιστική επίθεση στο Ρεϊχανλί της Τουρκίας), δεν θέλουν με κανέναν τρόπο να συρθούν σε μια ακόμη στρατιωτική εμπλοκή. Στόχος τους είναι να υπάρξει διεθνής συμφωνία όλων των εμπλεκόμενων πλευρών (και κυρίαρχα των Ρώσων) για τη λύση της διαμάχης και τη μετάβαση της Συρίας σε δημοκρατικό καθεστώς.

Η τουρκική πλευρά επέβαλε ως δεύτερο θέμα της ατζέντας το Κυπριακό, προκαλώντας έκπληξη στην αμερικανική πλευρά, που εκτιμά ότι υπάρχουν κατά πολύ σημαντικότερα ζητήματα στην ατζέντα των δύο χωρών. Οι Τούρκοι ζήτησαν τη διπλωματική στήριξη των ΗΠΑ για την άμεση επανέναρξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας και τη θέση ενός πιεστικού χρονοδιαγράμματος για τη σύγκληση τετραμερούς διάσκεψης. Παράλληλα, επανέλαβαν τις τουρκικές θέσεις ότι χωρίς λύση του Κυπριακού η Λευκωσία δεν θα πρέπει να προχωρήσει σε έρευνες για φυσικό αέριο. Ο Πρόεδρος Ομπάμα επέλεξε να μην κάνει καμία αναφορά στο Κυπριακό στην κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε με τον τούρκο πρωθυπουργό (παρότι ο Ερντογάν έθιξε το θέμα) και εκτιμάται ότι αυτήν την περίοδο η Ουάσινγκτον έχει επιλέξει να αφήσει περιθώριο χρόνου στον Πρόεδρο Αναστασιάδη.

Τέλος, η τουρκική αντιπροσωπεία έθεσε το θέμα των διαπραγματεύσεων για τη δημιουργία ζώνης ελεύθερου εμπορίου ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ε.Ε., ισχυριζόμενη ότι λόγω των συμφωνιών που έχει συνάψει η Τουρκία με την Ε.Ε. θα αναγκαστεί να ανοίξει και τη δική της αγορά σε αμερικανικά προϊόντα χωρίς αντισταθμίσματα. Στόχος των Τούρκων είναι να διαπραγματευθούν με τους Αμερικανούς μια παράλληλη παρεμφερή συμφωνία και η στάση της Ουάσινγκτον στο ζήτημα αυτό είναι θετική.

Τι θέλουν οι ΗΠΑ από την Τουρκία

Οι Αμερικανοί, με δεδομένη την απόφασή τους να αποσύρουν στρατιωτικές δυνάμεις από την ευρύτερη περιοχή της Κεντρικής Ασίας και της Μέσης Ανατολής και να δώσουν έμφαση σε θερμά μέτωπα που αντιμετωπίζουν σε άλλες πλευρές του πλανήτη, ζητούν από την Τουρκία να παίξει έναν εξισορροπητικό ρόλο στην περιοχή, αίτημα που προσκρούει στις ηγεμονικές επιδιώξεις της Τουρκίας.

Ζήτησαν κατ’ αρχάς την υποστήριξη της Τουρκίας στην πρωτοβουλία για μια κοινά συμφωνημένη απ’ όλους τους εμπλεκόμενους λύση του Συριακού. Ζήτησαν επιπλέον από τον τούρκο πρωθυπουργό να αναβάλει επ’ αόριστον την επίσκεψή του στη Γάζα και να επιταχύνει την εξομάλυνση των σχέσεών του με το Ισραήλ, προχωρώντας στην ανταλλαγή πρεσβευτών (την οποία ο Πρόεδρος Ομπάμα επιθυμούσε να ανακοινώσει στην κοινή συνέντευξη Τύπου των δύο ηγετών). Ζήτησαν, τέλος, να ισορροπήσει η Άγκυρα τη σχέση της με τους Κούρδους του Βόρειου Ιράκ και τη Βαγδάτη, καθώς η εμπλοκή της τουρκικής πλευράς στη διαμάχη της κουρδικής διοίκησης με την κεντρική κυβέρνηση για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων του Βορείου Ιράκ θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα της χώρας.

Ο τούρκος πρωθυπουργός δεν δέχτηκε να αναβάλει την επίσκεψή του στην ελεγχόμενη από τη Χαμάς (που οι ΗΠΑ θεωρούν τρομοκρατική οργάνωση) Γάζα, αλλά έκανε την «υποχώρηση» να επισκεφθεί και τη Δυτική Όχθη και τον Πρόεδρο Αμπάς. Επιπλέον, στην κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Πρόεδρο Ομπάμα έκανε ρητή αναφορά στις αποζημιώσεις που το Ισραήλ οφείλει να καταβάλει στις οικογένειες των θυμάτων του «Μαβί Μαρμαρά».

Μπούμερανγκ θα γυρίσουν στην Τουρκία οι ηγεμονικές της φιλοδοξίες;

Πολλοί αναλυτές θυμίζουν τις παλαιότερες δεσμεύσεις και δηλώσεις του Ερντογάν για ταχεία λύση της συριακής κρίσης και ακόμη και κέντρα που παραδοσιακά στηρίζουν τις τουρκικές επιδιώξεις στην περιοχή τονίζουν πλέον ότι, αν η Τουρκία δεν αλλάξει κατεύθυνση, υποστηρίζοντας πλήρως τη διεθνή διαπραγμάτευση για τη λύση του συριακού εμφυλίου και αποφεύγοντας να εμφανίζεται να υποστηρίζει με κάθε μέσο την επικράτηση του σουνιτικού πολιτικού ισλάμ, κινδυνεύει όχι μόνο να χάσει τον αναβαθμισμένο ρόλο που έχει κερδίσει στην ευρύτερη περιοχή αλλά ακόμη και να αποσταθεροποιηθεί η ίδια.


Σχολιάστε εδώ