Γιατί συνεχίζονται οι ανώφελες κρατικές επιχορηγήσεις;

Η ομάδα του Γ. Παπανδρέου, με τους Παπακωνσταντίνου, Σαχινίδη και με άλλους «κηπουρούς», επιδιώκει την επαναφορά στην προεδρία του ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου. Προφανώς «για να μη στερηθεί ο λαός ένα φιλολαϊκό ηγέτη που έχει αποκτήσει διεθνή αναγνώριση». Ο ισχυρισμός αυτός βέβαια μπορεί να αποτελέσει ένα χαριτωμένο ανέκδοτο.

Γιατί τα πάθη του ΠΑΣΟΚ ξεκίνησαν από τις 18 Μαρτίου 2012, όταν ο Γ. Παπανδρέου κάτω από την πίεση της λαϊκής αγανάκτησης παρέδωσε την προεδρία του κόμματος στον κ. Βενιζέλο, ο οποίος στις επόμενες εκλογές εισέπραξε το πολιτικό κόστος της σύντομης διακυβέρνησης από τον Γ. Παπανδρέου και εισέπραξε επίσης και τη συντριβή του ΠΑΣΟΚ από τους αγανακτισμένους έλληνες πολίτες. Τώρα, κατά τις προηγούμενες μέρες, παρακολουθούμε την κορύφωση του δράματος ενός κόμματος που κατ’ επανάληψη τιμήθηκε από τον ελληνικό λαό, τον οποίο και πρόδωσε. Έγκλημα και τιμωρία. Και δεν είναι μόνο η κραιπάλη του κομματικού χρήματος, και μάλιστα χωρίς δικαιολογητικά δαπανών, υπάρχουν ακόμη ένα σωρό ανομήματα στελεχών του ΠΑΣΟΚ και μάλιστα κορυφαίων. Τώρα οι έλληνες πολίτες, με τη διεξαγωγή της δίκης του Άκη Τσοχατζόπουλου, του Σμπώκου και λοιπών συνεργών, για τις μίζες που τους έκαναν πάμπλουτους από τις προμήθειες εξοπλιστικών προγραμμάτων, θα παρακολουθήσουν μια ακόμη πράξη του δράματος της πτώσης του ΠΑΣΟΚ. Θα ακολουθήσει το πόρισμα της Προκαταρκτικής Επιτροπής για το γνωστό θέμα της λίστας Λαγκάρντ και τις τυχόν ευθύνες του πρώην υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, Γ. Παπακωνσταντίνου, και των τυχόν συνεργατών του στις αλλοιώσεις και στις καθυστερήσεις για την αξιοποίηση της λίστας. Έχουμε την ξεχασμένη υπόθεση του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ Μαντέλη για δωροδοκία. Και επίσης έχουμε την άσκηση ποινικής δίωξης σε βαθμό κακουργήματος εναντίον του τέως προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ Γεωργίου, στελέχους και αυτού του ΠΑΣΟΚ, για αλλοίωση του ελλείμματος του ελληνικού Δημοσίου στη χρήση του 2009. Και να σημειώσουμε ότι στον κ. Σαμαρά που διαχειρίζεται την «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» οφείλεται και το κλείσιμο της υπόθεσης δωροδοκίας υπηρεσιακών και πολιτικών παραγόντων από τη Ζήμενς. Πρέπει να αναγνωρίσουμε όμως ότι ο κ. Βενιζέλος δεν παρέλαβε ένα πολιτικό κόμμα άσπιλο και αμόλυντο. Παρέλαβε ένα κόμμα φορτωμένο με ένα τσουβάλι ανομημάτων σε βάρος του λαού και της διαχείρισης του δημοσίου χρήματος. Εν αναμονή της έκθεσης των ελεγκτών για τη διαχείριση του κομματικού χρήματος του ΠΑΣΟΚ, κατά την περίοδο της προεδρίας του Γ. Παπανδρέου, θα πρέπει να σχολιάσουμε και το θέμα των επιχορηγήσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό στα κόμματα που εκπροσωπούνται στην ελληνική Βουλή και στο Ευρωκοινοβούλιο. Από τη στήλη μας αυτή, όπως θα θυμούνται οι παλαιοί αναγνώστες μας, κάθε χρόνο, κατά την παρουσίαση του κρατικού προϋπολογισμού, συνιστούσαμε στον υπουργό των Οικονομικών να πραγματοποιήσει έναν επισταμένο και λεπτομερή έλεγχο των πιστώσεων που αναγράφονται στον προϋπολογισμό για επιχορηγήσεις. Η μεγάλη κραιπάλη σε βάρος του δημοσίου χρήματος γίνεται ακριβώς από τις κρατικές επιχορηγήσεις. Μεταξύ των προσώπων και των οργανώσεων, ιδρυμάτων κ.λπ. που επιχορηγούνται με χρήματα των ελλήνων φορολογουμένων, δεσπόζουσα θέση κατέχουν οι επιχορηγήσεις προς τα κόμματα. Το ύψος τους είναι συνάρτηση της κοινοβουλευτικής τους δύναμης και η επιχορήγηση γίνεται με το αιτιολογικό ότι τα κόμματα θα πρέπει να τα στηρίζει ο λαός οικονομικά και όχι το λόμπι των πλουσίων Ελλήνων, που η στήριξή τους δίδεται επί αντιπαροχή. Στην πραγματικότητα όμως τα κόμματα δέχονται την υποστήριξη ιδιωτών για την ικανοποίηση των συμφερόντων τους. Και φυσικά με μεγάλη ευχαρίστηση δέχονται και την κρατική επιχορήγηση. Και με την ευκαιρία των όσων θα αποκαλυφθούν σε ένα διαχειριστικό έλεγχο των κομμάτων που επιχορηγούνται από το κράτος, θα θέλαμε να προτείνουμε τη ριζική τροποποίηση του νόμου που διέπει τις κομματικές επιχορηγήσεις και τον χαρακτηρισμό ως εγκλήματος τη λήψη συνδρομής ή οικονομικής βοήθειας από ιδιώτες. Πέρα από τις επιχορηγήσεις που αποτελούν, όπως είπαμε και προηγουμένως, χρήμα που προέρχεται από τον λαό, υπάρχει και το πρόβλημα της δανειοδότησης των κομμάτων και μάλιστα χωρίς την εφαρμογή των τραπεζικών κριτηρίων. Και τα χρήματα των τραπεζών είναι και αυτά χρήματα του Δημοσίου υπό την ευρεία έννοια. Επομένως πρέπει να υπάρχει σεβασμός στα χρήματα που εισπράττουν τα κόμματα και από τον κρατικό προϋπολογισμό και από τις τράπεζες. Και ασφαλώς και διαχειριστικός έλεγχος των χρημάτων αυτών. Είναι ακατανόητο και συνάμα προκλητικό μια μεγάλη μερίδα των συνταξιούχων να εισπράττουν συντάξεις 400 και 500 ευρώ μηνιαίως, οι δημόσιοι υπάλληλοι να έχουν υποστεί μείωση των αποδοχών τους κατά 50% με άγνωστο το μέλλον και οι στρόφιγγες των τραπεζών να έχουν κλείσει στη δανειοδότηση των επιχειρήσεων, η πραγματική οικονομία να στενάζει από έλλειψη ρευστότητας και παράλληλα τα κόμματα να εισπράττουν τεράστια ποσά και να τα διαθέτουν χωρίς κανέναν έλεγχο. Και παράλληλα οι κυβερνώντες πολιτικοί να ισχυρίζονται ότι η λιτότητα και οι περιορισμοί αυτοί αποτελούν μονόδρομο για να ανακάμψει τάχα η οικονομία της χώρας μας. Και ας μην ισχυριστούν οι πολιτικοί αρχηγοί ότι ο θεσμός της επιχορήγησης των κομμάτων εφαρμόζεται σε όλα τα πολιτισμένα κράτη. Ασφαλώς εκεί εφαρμόζεται, αλλά και για μια παραμικρή παρατυπία στη διαχείριση, οι υπεύθυνοι των κομμάτων κάθονται στο σκαμνί του κατηγορουμένου. Και σε πολλά κράτη βλέπουμε το φαινόμενο να κατηγορούνται ακόμη και υπουργοί για κατάχρηση μόλις 15.000 ευρώ! Εδώ όμως διαπιστώνουμε ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ είναι υπερχρεωμένα στις τράπεζες, παρά τις υπέρογκες κρατικές επιδοτήσεις.

Και όμως, με νόμο που ψήφισε η Βουλή προ ημερών όλες αυτές οι πράξεις κατασπατάλησης χρήματος του ελληνικού λαού από τα κόμματα νομιμοποιούνται και αποκλείεται κάθε άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον και των διοικήσεων των τραπεζών για υπέρογκες και χωρίς τραπεζικά κριτήρια δανειοδοτήσεις των κομμάτων. Δηλαδή κανένα φρένο να μη λειτουργεί για να σταματήσει ο κατήφορος.

Ίσως είναι περιττό, αλλά αισθανόμαστε την ανάγκη να τονίσουμε και πάλι ότι σε περιόδους οικονομικής κρίσης και υψηλών δημοσιονομικών ανοιγμάτων, που οδηγούν στην υπερχρέωση της χώρας τέτοια ανεύθυνη και προκλητική συμπεριφορά των κομμάτων εξουσίας είναι λίαν επιεικώς απαράδεκτη. Όταν το κράτος έχει κουρέψει κατά 50% τους μισθούς και τις συντάξεις, όταν οι αποδοχές των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα συνεχώς μειώνονται, όταν έχει να αντιμετωπίσει το τεράστιο πρόβλημα του 1,5 εκατ. ανέργων, όταν διαλύει εντελώς το κράτος πρόνοιας, όταν γενικά το κράτος καταρρέει και η φορολογία κατακαίει τους πολίτες είναι εντελώς ανήθικο τα κόμματα να νέμονται τον ισχνό κρατικό προϋπολογισμό. Μια χειρονομία που θα έπρεπε να κάνουν τουλάχιστον τα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι να παραιτηθούν από την κρατική επιχορήγηση. Σαν μια μικρή συμβολή στην ανόρθωση των δημόσιων οικονομικών. Και οι πρώην πρωθυπουργοί θα πρέπει να σταματήσουν πλέον να επιδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό για τη διατήρηση ιδιωτικών ιδρυμάτων. Τώρα που τα έσοδα από τον ΟΠΑΠ σταματούν (μετά την πώλησή του) με ποιον τρόπο άραγε το κράτος θα μπορεί να ενισχύει ευαγή ιδρύματα που προσφέρουν υπηρεσίες στους αδύναμους πολίτες; Πώς θα ενισχύεται ο αθλητισμός και οι διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις τις οποίες χρηματοδοτούσε και συντηρούσε ο ΟΠΑΠ από τα κέρδη του; Είναι κρίμα να σπαταλιέται το δημόσιο χρήμα σε ανώφελες δραστηριότητες και οι πρωτοβουλίες που αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση των αδύναμων πολιτών να εγκαταλείπονται στην τύχη τους από έλλειψη πόρων και κρατικής ενίσχυσης. Σήμερα το ελληνικό κράτος έχει μετατραπεί σε εισπρακτική μονάδα. Συνεχώς επινοεί διάφορους τρόπους, νόμιμους και παράνομους, για να εισπράττει συνεχώς από τους πολίτες. Ήδη το Συμβούλιο της Επικρατείας κήρυξε παράνομη τη νομιμοποίηση των αυθαιρέτων κτισμάτων με επιβολή σχετικής εισφοράς. Από άλλες δραστηριότητες το κράτος έχει απογυμνωθεί, γιατί η «τρόικα» τις ασκεί πλέον, καθώς και οι ξένοι εκπρόσωποι των δανειστών μας, που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα και ασκούν την πραγματική εξουσία. Και φυσικά η ελληνική κυβέρνηση εισπράττει το όποιο πολιτικό κόστος. Το έντονα αρνητικό.

Μετά όσα αναφέραμε στη σημερινή μας ανάπτυξη, μας γεννάται η απορία σχετικά με τις εισηγήσεις της «τρόικας» για τη δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας μας. Οι σοφοί εγκέφαλοι της «τρόικας» εισηγούνται «κούρεμα» των αποδοχών και των συντάξεων, απολύσεις μονίμων δημοσίων υπαλλήλων και «χαράτσια» σε βάρος των πολιτών. Και το ερώτημά μας είναι: Γιατί η «τρόικα» δεν θέτει θέμα κατάργησης των κρατικών επιχορηγήσεων για σκοπούς ανώφελους;


Σχολιάστε εδώ