ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΘΕΙ Η ΥΠΟΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΖΕΥΓΑΡΙ

Είναι σημαντικό να υπογραμμισθεί ότι σήμερα η επιστήμη εξασφαλίζει τη διατήρηση της καλής υγείας, αλλά και της εμφάνισης της γυναίκας στις μεγαλύτερες ηλικίες, όμως δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη μείωση της γονιμότητας λόγω της ηλικίας. Γενικά, η γονιμότητα τελειώνει 5-10 χρόνια πριν από την εμμηνόπαυση. Η γονιμότητα της γυναίκας μειώνεται με την πάροδο της ηλικίας λόγω μείωσης του αριθμού και της ποιότητας των ωαρίων, αυξάνεται ο αριθμός των ωαρίων με λάθος αριθμό χρωμοσωμάτων και έτσι μειώνεται η πιθανότητα εγκυμοσύνης και παράλληλα αυξάνεται η πιθανότητα αποβολής.

Η μείωση της γονιμότητας, μπορεί να συμβεί νωρίτερα από την αναμενόμενη ηλικία και η ακριβής ηλικία πέραν της οποίας δεν μπορεί να κυοφορήσει, διαφοροποιείται από γυναίκα σε γυναίκα. Το 30% των ζευγαριών, όπου η γυναίκα είναι άνω των 30, αντιμετωπίζουν πρόβλημα γονιμότητας, ενώ στα 40 ανεβαίνει στα 2/3.

Υπάρχουν εξετάσεις για την εκτίμηση της ωοθηκικής επάρκειας, όπως FSH, E2, AMH, AFC, test C/C, ανταπόκριση στις γοναδοτροπίνες, οι οποίες δεν προβλέπουν την πιθανότητα εγκυμοσύνης, αλλά συγκρίνουν τις πιθανότητες γυναικών της ίδιας ηλικίας. Γενικά η υψηλή FSH ή η χαμηλή ΑΜΗ δείχνουν ανεπαρκή ωοθηκική λειτουργία. Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων θα πρέπει να γίνεται πάντα σε συνεργασία με τον ειδικό γιατρό. Παρʼ όλα αυτά φυσιολογικές εξετάσεις δεν αποκλείουν δυσκολία ή κακή ωοθηκική επάρκεια.

Μετά έξι μήνες ή ένα χρόνο ανεπιτυχούς προσπάθειας, θα πρέπει να γίνεται πλήρης έλεγχος των ζευγαριών.

Έλεγχος των ορμονών της μήτρας και των σαλπίγγων, σπέρματος, έλεγχος χρωμοσωμάτων και τυχόν άλλων προβλημάτων υγείας π.χ. υπέρτασης, σακχαρώδους διαβήτη, αυτοάνοσων νοσημάτων, μαστού, αιματολογικών κλπ. Συχνά γυναικολογικά προβλήματα που μπορεί να συνυπάρχουν, όπως ενδομητρίωση, ινομυώματα, υδροσάλπιγγες, ορμονικές διαταραχές θυρεοειδούς, χρωμοσωμιακές διαταραχές που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά, αλλά και θέματα βάρους, καπνίσματος, τρόπου ζωής, θα πρέπει να συνεκτιμώνται αλλά και να αντιμετωπίζονται.

Η έγκαιρη αξιολόγηση και αντιμετώπιση της υπογονιμότητας είναι καθοριστική.

Η χρήση πιο προχωρημένων θεραπειών υπογονιμότητας (πρόκληση πολλαπλής ωοθηλακιωορρηξίας, εξωσωματικής γονιμοποίησης) δεν θα πρέπει να καθυστερεί, γιατί η ηλικία επηρεάζει καθοριστικά το αποτέλεσμά τους.

Για τις γυναίκες που θέλουν να καθυστερήσουν την κύηση μετά τα 30-35, η κατάψυξη ωαρίων, εμβρύων ή ιστού σήμερα δίνει την εναλλακτική λύση. Η χρήση φαρμάκων και η εξωσωματική γονιμοποίηση αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες κυήσεως, μετά από λεπτομερή εκτίμηση των δεδομένων κάθε ζευγαριού.

Κυριότερος εκπρόσωπος είναι οι γοναδοτροπίνες, ορμόνες του ανθρωπίνου σώματος που φυσιολογικά προκαλούν ωρίμανση των ωοθυλακίων. Περιέχουν FSH ή LH ή συνδυασμό. Προέρχονται από ούρα γυναικών ή τα νεότερα φάρμακα είναι αντίγραφα (φτιαγμένα στο εργαστήριο) των ανθρωπίνων ορμονών. Σκοπός είναι η παραγωγή αρκετών ωρίμων ωοθυλακίων και κατόπιν αρκετών καλών εμβρύων για την επίτευξη εγκυμοσύνης.

Η χρήση των φαρμάκων γενικά είναι ασφαλής και οι συνήθεις παρενέργειες ήπιες. Η χρήση τους αυξάνει τις πολύδυμες κυήσεις και την προωρότητα και γι’ αυτό, θα πρέπει να μεταφέρονται ένα ή το πολύ δύο επιλεγμένα έμβρυα.

Μία στις δέκα έως μία στις τέσσερις γυναίκες μπορεί να παρουσιάσει ήπια «υπερδιέγερση» (συμπτώματα όμοια της φυσιολογικής ωορρηξίας), που συνήθως αυτοπεριορίζονται. Σοβαρά συμπτώματα θα παρουσιάσει το λιγότερο από το 1%. Η χρήση της κρυοσυντήρησης των εμβρύων και η καλή συνεργασία, μειώνουν την πιθανότητα της σοβαρής υπερδιέγερσης. Τέλος, μπορεί να παρατηρηθούν ήπιες παροδικές αλλαγές στη διάθεση.

Μετά τόσες δεκαετίες χρήσης, τα φάρμακα δεν φαίνεται να συσχετίζονται με αυξημένη πιθανότητα συγγενών ανωμαλιών των παιδιών. Επίσης, πρόσφατες μελέτες και επανεξέταση παλαιοτέρων δεν συσχετίζουν τα φάρμακα με καρκινογένεση της γυναίκας.

Σήμερα έχουν γεννηθεί πάνω από 4.000.000 παιδιά με τη χρήση της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, δίνοντας την ελπίδα στους γονείς για ένα δικό τους παιδί.


Σχολιάστε εδώ