Παραλύουν οι έλεγχοι για λαθρεμπόριο καυσίμων!

Το μείζον πρόβλημα των προδιαγραφών στα συστήματα ελέγχου εισροών-εκροών, όπως αυτές διαμορφώθηκαν από επιτροπή που συγκροτήθηκε στο υπουργείο Ανάπτυξης και στην οποία βαρύνοντα λόγο είχαν όχι επιστήμονες, αλλά εκπρόσωποι των βενζινοπωλών και των εταιρειών εγκατάστασης τέτοιων συστημάτων, είναι ότι δεν θα επιτρέπουν να παρακολουθείται η θερμοκρασία των καυσίμων κατά την πώλησή τους από τις αντλίες, παρότι ομάδα έργου του υπουργείου Οικονομικών είχε τονίσει την ανάγκη σχετικών προσαρμογών.

Όπως τονιζόταν σε σχετικό πόρισμα του υπ. Οικονομικών, που δεν έλαβε υπόψη της η αρμόδια επιτροπή του υπουργείου Ανάπτυξης, «στις μετρήσεις πωλήσεων σε τελικό καταναλωτή (αντλία) θα πρέπει να γίνεται αυτόματη αναγωγή θερμοκρασίας, δηλαδή να πωλούν σε θερμοκρασία 15οC, δεδομένου ότι η θερμοκρασία της δεξαμενής μπορεί να είναι 28οC και η γραμμή της αντλίας 39οC. Οι εταιρείες (ως πρατηριούχοι) ωφελούνται από τις διαφορές της θερμοκρασίας».

Παρά ταύτα, το υπουργείο Ανάπτυξης επέμεινε μέχρι τέλους να μην παρακολουθείται από τα συστήματα εισροών-εκροών η θερμοκρασία καυσίμου στην αντλία και να μη γίνεται αναγωγή στους 15οC κατά την πώληση στον καταναλωτή, κάτι που θα επιτρέψει και στο μέλλον στους πρατηριούχους να αγοράζουν καύσιμα με αναγωγή στους 15οC, να πουλάνε χωρίς αναγωγή και να επωφελούνται οικονομικά από τις διαστολές λόγω υψηλής θερμοκρασίας.

Οι εισροές και εκροές, σύμφωνα με τις προδιαγραφές που όρισε το υπουργείο Ανάπτυξης, θα παρακολουθούνται με βάση τις κινήσεις στη δεξαμενή του πρατηριούχου. Μάλιστα, επειδή η παρακολούθηση των κινήσεων στη δεξαμενή παρουσιάζει τεράστιες τεχνικές δυσκολίες και αβεβαιότητες, το υπουργείο Ανάπτυξης έκανε δεκτά υπερβολικά όρια επιτρεπόμενου σφάλματος στις μετρήσεις, που φθάνουν και το 1,5%.

Έτσι, κατά τη θεωρία του υπουργείου Ανάπτυξης, ένας πρατηριούχος μπορεί να καταγράφεται στο σύστημα εισροών-εκροών ότι έχει πουλήσει έως 1,5% περισσότερα καύσιμα από αυτά που έχει αγοράσει και για τα οποία έχει πληρώσει Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και λοιπές επιβαρύνσεις, χωρίς να αντιμετωπίζεται ως λαθρέμπορος, επειδή… φταίνε τα σφάλματα μέτρησης από τα συστήματα εισροών-εκροών!

Πώς θα εφαρμοσθεί
ο Τελωνειακός Κώδικας;

Αυτή η παραδοχή, όμως, δημιουργεί τεράστιες αμφιβολίες για τον τρόπο ελέγχου των πρατηριούχων από τους ελεγκτές του υπουργείου Οικονομικών, καθώς αυτοί είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν στους ελέγχους τους τις αυστηρές διατάξεις του Τελωνειακού Κώδικα.

Αυτός ορίζει με σαφήνεια ότι για κάθε λίτρο καυσίμου που πωλείται από έναν πρατηριούχο πρέπει να έχει καταβληθεί ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, διαφορετικά πρόκειται για λαθρεμπορία.

Έτσι, αν ένας πρατηριούχος καταγραφεί από το σύστημα εισροών-εκροών ότι έχει αγοράσει 10.000 λίτρα καυσίμου και έχει πωλήσει 10.150, μπορεί μεν να βρίσκεται εντός των επιτρεπόμενων ορίων απόκλισης του συστήματος, δεν θα παύει όμως να έχει πουλήσει 150 λίτρα καυσίμου, χωρίς να έχει πληρώσει τον αναλογούντα φόρο. Άρα, θα πρέπει να αντιμετωπισθεί ως λαθρέμπορος, βάσει του Τελωνειακού Κώδικα, και να του επιβληθούν οι βαρύτατες προβλεπόμενες κυρώσεις, διοικητικές και ποινικές!

Το «Π» έθεσε αυτόν το σοβαρό προβληματισμό τόσο σε αρμόδιο σύμβουλο του γενικού γραμματέα Εσόδων, ο οποίος μας παρέπεμψε στη συναρμόδια Διεύθυνση Μετρολογίας του υπουργείου Ανάπτυξης. Από τις απαντήσεις που λάβαμε εγγράφως από τη Διεύθυνση Μετρολογίας, γίνεται σαφές ότι, ως τώρα τουλάχιστον, και παρότι έχει περάσει ένας μήνας από την τυπική εκπνοή της προθεσμίας εγκατάστασης των συστημάτων εισροών-εκροών στα πρατήρια Αθήνας-Θεσσαλονίκης, δεν έχει εκδοθεί εγκύκλιος προς τις ελεγκτικές υπηρεσίες του υπ. Οικονομικών, προκειμένου να τις καθοδηγήσει σχετικά με τη διενέργεια των ελέγχων! Και το ερώτημα είναι ποιες ακριβώς οδηγίες μπορούν να δοθούν στους ελεγκτές: να διαπιστώνουν ότι πρατηριούχοι πωλούν περισσότερα καύσιμα από αυτά που αγοράζουν, χωρίς να έχουν πληρώσει τους αναλογούντες φόρους, αλλά να μην εφαρμόζονται εις βάρος τους οι πρόνοιες του Τελωνειακού Κώδικα; Μπορούν, άραγε, να δοθούν νομίμως τέτοιες οδηγίες, χωρίς να έχει τροποποιηθεί σχετικά ο Τελωνειακός Κώδικας;

Το «Π» ρώτησε την αρμόδια Διεύθυνση Μετρολογίας, επίσης, αν μπορούν όσοι πρατηριούχοι το επιθυμούν να εγκαταστήσουν προαιρετικά συστήματα παρακολούθησης της θερμοκρασίας στις αντλίες και να πωλούν τα καύσιμα με αναγωγή στη θερμοκρασία των 15οC, ώστε να μην εκτίθενται σε κινδύνους να κατηγορηθούν αδίκως για λαθρεμπόριο, δεδομένου ότι αυτά τα συστήματα είναι υψηλής ακριβείας, έχουν πιστοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια σφαλμάτων και αβεβαιοτήτων στις μετρήσεις.

Η απάντηση που λάβαμε ήταν απογοητευτική, καθώς κατέστη σαφές ότι ούτε προαιρετικά ένας πρατηριούχος μπορεί να πουλήσει καύσιμα με αναγωγή στους 15οC, αν δεν ληφθεί από την Πολιτεία απόφαση προς την κατεύθυνση αυτή, που θα καλύπτει όλη την αγορά. Το «Π» απευθύνθηκε στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου, ζητώντας από τον αρμόδιο υφυπουργό, Αθ. Σκορδά, να πληροφορηθούμε αν όντως αποτελεί ειλημμένη πολιτική απόφαση να μην πωλούνται τα καύσιμα με αναγωγή στους 15οC. Ως τώρα, ο κ. Σκορδάς έχει αποφύγει να σχολιάσει τα σχετικά ερωτήματά μας.

Έτσι, μένει αναπάντητο και το βασικό πολιτικό ερώτημα: προς τι, άραγε, η ελληνική κυβέρνηση επιμένει να προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποφύγει την εγκατάσταση συστημάτων παρακολούθησης της θερμοκρασίας στις αντλίες, που θα επέτρεπαν και να τιμολογείται δίκαια το καύσιμο στους καταναλωτές, αλλά και να παρακολουθείται αξιόπιστα από την Πολιτεία η διακίνηση των καυσίμων; Είναι, άραγε, τόση η ισχύς των εμπλεκόμενων οικονομικών συμφερόντων, που σταθερά αποτρέπει κάθε κίνηση προς αυτήν την κατεύθυνση, παρότι ακόμη και το υπουργείο Οικονομικών την έχει κρίνει ως άκρως απαραίτητη;


Σχολιάστε εδώ