Οι πικρές αλήθειες που διαμορφώνονται για τον Ελληνισμό
Ενώ δηλαδή εμείς γινόμαστε κοινωνοί χρεοκοπικών πεπραγμένων, η Άγκυρα σταθεροποιεί ανιούσα πορεία και οικονομικά (στην πρώτη πεντάδα των G-20) και στρατηγικά, με την Ουάσινγκτον να την επανατοποθετεί σε μοίρα πρώτης επιλογής. Δηλαδή τοποτηρητή του ατλαντισμού σ’ αυτήν την κρίσιμη γεωγραφία. Μέχρι του σημείου, αφενός το Ισραήλ να ζητά τη συγγνώμη του Ερντογάν και αφετέρου το Τελ Αβίβ να αιτείται πυραυλικής βάσεως στις ανατολικές παρυφές της γείτονος!
Κι αυτό ενώ η Κύπρος οδεύει προς παντελή πτωχευτική κατάσταση, την ώρα που ο Γ.Γ. των Ηνωμένων Εθνών επανενεργοποιεί προκαταρκτικές πρωτοβουλίες για νέα διαδικασία λύσεως του Κυπριακού. Στη χειρότερη δηλαδή συγκυρία, καθώς η μεν Κύπρος θα έχει να διαπραγματευθεί από θέσεως εσχάτης αδυναμίας, ενώ η Ελλάδα δεν θα διαθέτει επαρκείς δυνατότητες μητρικής στηρίξεως της Λευκωσίας! Οπόταν και η τελευταία θα βρεθεί έρμαιο στις πιέσεις και τους εκβιασμούς που διαχρονικά επενεργούσαν στο Κυπριακό, προκειμένου να επιβάλουν δοτό συμβιβασμό στο πρόβλημα, στα πλαίσια βολικών ρυθμίσεων για τρίτους ενδιαφερόμενους. Τα ευδιάκριτα στρατηγικά συμφέροντα των οποίων περνούν από την Άγκυρα περισσότερο.
Όταν ετέθη το έωλο Σχέδιο Ανάν επί τάπητος, απεκαλύφθησαν όλα. Όσα δηλαδή συνόψιζαν τις επιδιώξεις εκείνων που το εσοφίσθησαν και απεπειράθησαν να το επιβάλουν. Απέτυχαν χάρις στην αντίσταση του κυπριακού Ελληνισμού και τη στήριξη μέρους της ελλαδικής πολιτικής ηγεσίας. Τώρα όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Και τα ισοζύγια προδήλως αρνητικά για όσους διαβλέπουν μακροπρόθεσμους κινδύνους από τέτοιες δοτές λύσεις. Οι οποίες, εάν παρ’ ελπίδα εκκολαφθούν κι επιβληθούν, θα οδηγήσουν την Κύπρο, αργά ή γρήγορα, υπό την επικυριαρχική κηδεμονία της Άγκυρας. Κι άλλωστε αυτός ήτο και ο λόγος της απορρίψεως εκείνου του σχεδίου το 2004.
Ότι τελικά η οποιαδήποτε λύση θα είναι οδυνηρή για τον Ελληνισμό και τραυματική, ουδείς πρέπει να έχει ψευδαισθήσεις. Κι εντάξει μεν. Πέπρωται. Γιατί τις λύσεις τις προσδιορίζουν τα ισοζύγια. Των οποίων εμείς είμεθα ούτως ή άλλως το ασθενές σκέλος. Το καταθλιπτικώς ασθενές. Αλλ’ όταν μια πικρή λύση διανοίγει προοπτικές εθνικής αναιρέσεως και συν τω χρόνω αυτοκαταργήσεως, τότε μόνον άνοοι και διεπόμενοι από αυτοκτονικά σύνδρομα μπορούν να συναινέσουν! Κι αυτό δεν είναι ό,τι συνήθως μας καταμαρτυρείται. Δηλαδή εθνικισμός. Κάθε άλλο. Πικρή θα είναι η λύση και το ξέρουμε. Και είμεθα έτοιμοι να την υποστούμε και συνειδητά να τη στηρίξουμε μάλιστα.
Έτερον εκάτερον. Αλλά να είναι τέτοια που θα προδιασφαλίζει την ιστορική συνέχειά μας ως κυπριακού Ελληνισμού στην οικεία γεωγραφία μας. Την επωδύνως κρεουργημένη μεν, αλλά εδαφικό τεκμήριο των προοπτικών μας για επιβίωση και ανάπτυξη. Τίποτε περισσότερο. Και τίποτε λιγότερο. Κι αυτό είναι που οι μέχρι σήμερα παρεμβολές και διαιτητικές διαδικασίες δεν διασφάλιζαν. Διαφορετικά δεν θα υπήρχε Κυπριακό. Από τη στιγμή που οι άφρονες άνοιξαν την κερκόπορτα στον Αττίλα, οι μείζονες διεκδικήσεις και τα θεμιτά εθνικά όνειρα του κυπριακού Ελληνισμού παροπλίσθηκαν. Και υποκατεστάθησαν από αναζήτηση οδυνηρών ιστορικών συμβιβασμών. Οι οποίοι σήμερα, συν άλλοις, περνούν και από τις αναδυόμενες προοπτικές και οσμές των υδρογονανθράκων.
Οπόταν και άλλες επιπρόσθετες δυναμικές διαμορφώνονται στην ευρύτερη περιοχή. Οι οποίες και μας προσδιορίζουν, χωρίς εμείς να τις διαμορφώνουμε. Αυτές μας ελέγχουν και όχι εμείς αυτές.
Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται η στρατηγική ευθύνη του σύνολου Ελληνισμού. Και στην Κύπρο.
Και στη μητροπολιτική χώρα. Καθώς Αθήνα και Λευκωσία συνιστούν σήμερα τους υπό τις ιστορικές περιστάσεις δύο κρατικούς πυλώνες του έθνους. Και με αυτήν τη συνείδηση πρέπει να διαμορφώσουν τις κοινές των στρατηγικές, ώστε να συνδιαχειρισθούν τα επερχόμενα.
Δεν υπάρχει άλλη οδός. Εάν δεν θέλουμε να βρεθούμε υποχείριοι της Ιστορίας και υποψήφιοι μη αναστρέψιμου εθνικού ολέθρου.