Η ΕΕ καταδικασμένη σε αλλαγή πολιτικής ή σε διάλυση

Το πρώτο είναι η σκληρή και εκτεταμένη λιτότητα σε όλα τα κράτη της ΕΕ, με τη Γερμανία να πιέζει συνεχώς για κουρέματα και για μέτρα εξαθλίωσης που τροφοδοτούν την ύφεση. Ήδη από το δεύτερο εξάμηνο του προηγούμενου έτους η ύφεση άρχισε να επεκτείνεται και στις χώρες του ευρωζωνικού Βορρά και το ΑΕΠ, ακόμη και της Γερμανίας, να μειώνεται. Το δεύτερο γεγονός είναι η τεκμηριωμένη απάντηση της Ελλάδας για επιστροφή από τη Γερμανία του κατοχικού δανείου που έλαβε από την Ελλάδα, προκειμένου ο Χίτλερ να αντιμετωπίσει τις δαπάνες της εκστρατείας του στην Ευρώπη. Και φυσικά δεν δανείστηκε μόνο από την Ελλάδα, αλλά και από πολλά άλλα κατεχόμενα κράτη.

Μετά την κατάρρευση της Γερμανίας, και παρά το γεγονός ότι το κράτος αυτό είχε επισωρεύσει πληθώρα δεινών και εγκλημάτων σε βάρος των λαών της Ευρώπης, οι νικήτριες δυνάμεις έδειξαν μεγάλη μακροθυμία απέναντι στην ηττημένη Γερμανία. Και διέγραψαν όλα τα ανομήματα αυτά, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Ο αρχιτέκτονας της συμπεριφοράς των δυτικών δυνάμεων απέναντι στην εγκληματική Γερμανία, ο τότε πρωθυπουργός της Αγγλίας Τσόρτσιλ, θεώρησε ότι έπρεπε οι νικητές σύμμαχοι να ξεχάσουν το παρελθόν της Γερμανίας για να μπορέσει το κράτος αυτό να αποτελέσει ανάχωμα στον σοβιετικό επεκτατισμό. Τη μόνη «ποινή» που δέχτηκαν οι Δυτικοί να επιβάλουν στη Γερμανία, και ύστερα από αφόρητες πιέσεις του Στάλιν, ήταν η αποστρατικοποίηση της Γερμανίας, για να μην αιματοκυλίσει την Ευρώπη για τρίτη φορά.

Παρ’ όλα αυτά, οι σύμμαχοι δεν καταδίκασαν σε λιτότητα τη Γερμανία. Αλλά, αντίθετα, και τις αποζημιώσεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τις διέγραψαν και ένα ποσοστό από αυτές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου διέγραψαν και, επιπλέον, της έδωσαν οικονομική ενίσχυση δωρεάν από το σχέδιο Μάρσαλ. Και παρά το γεγονός ότι ιστορικά αποδεικνύεται η τραχύτητα της συμπεριφοράς των Γερμανών, που έχουν πιστέψει στην υπεροχή της αρίας φυλής, οι νικήτριες δυνάμεις συμπεριφέρθηκαν με ευγένεια και σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν καταδίκασαν τους Γερμανούς σε ύφεση και σε αβάστακτη λιτότητα, όπως ακριβώς εφαρμόζει τώρα η γερμανίδα καγκελάριος και οι συνεργάτες της, σε βάρος των λαών της Ευρώπης. Τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόζει η «τρόικα» στις μνημονιακές χώρες είναι μέτρα που τροφοδοτούν την ύφεση. Και τελικά, εφόσον δεν υπάρχει ανάπτυξη, η Ευρώπη θα βαδίσει στην εξαθλίωση του πληθυσμού της, από την οποία εξαθλίωση δεν θα γλιτώσει ούτε η Γερμανία.

Γιατί συνήθως οι νικητές κατακτητικού πολέμου θριαμβεύουν στην αρχή. Αυτό διδάσκει η Ιστορία. Το μεθύσι της επιτυχίας γρήγορα μετατρέπεται σε κραυγή αγωνίας. Αναγνωρίζουμε ότι για την υπερχρέωση της Ελλάδος, από την οποία ξεκίνησαν όλες οι δέσμες των μέτρων που προβλέπουν τα Μνημόνια, υπάρχει και ένα ποσοστό ευθύνης του ελληνικού λαού.

Αλλά αυτό δεν νομιμοποιεί καθόλου την κ. Μέρκελ ή την κ. Λαγκάρντ ή οποιονδήποτε άλλον ευρωπαίο αξιωματούχο να καταδικάζουν ολόκληρους λαούς. Η κ. Μέρκελ και ο κ. Σόιμπλε ας παραδειγματιστούν από την ιστορία της πατρίδας τους, που τόσο βοηθήθηκε οικονομικά μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Και ας έρθουμε τώρα στο δεύτερο θέμα, που αφορά τη διεκδίκηση εκ μέρους της Ελλάδος του κατοχικού δανείου και των αποζημιώσεων που έπρεπε να είχε καταβάλει η Γερμανία στα θύματα της κατοχής και όχι του πολέμου. Έχουμε δηλαδή δύο αυθύπαρκτες και ξεχωριστές αξιώσεις της Ελλάδος σε βάρος της Γερμανίας. Η μια είναι η υποχρέωσή της να εξοφλήσει τα δάνεια που είχε λάβει από την Ελλάδα με βάση τις δανειακές συμβάσεις που είχαν υπογραφεί τότε. Και η δεύτερη αξίωση είναι εκείνη που απορρέει από τις θηριωδίες του γερμανικού στρατού κατοχής.

Ολόκληρα χωριά καταστράφηκαν και άμαχοι πληθυσμοί εκτελέστηκαν. Η νομική υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών, βάσει των στοιχείων που έχει συγκεντρώσει, θα θεμελιώσει στη σωστή νομική βάση τις δύο αυτές ξεχωριστές αξιώσεις της χώρας μας. Όπως προκύπτει από τις προ ημερών δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών κ. Αβραμόπουλου σχετικά με το θέμα, η κυβέρνηση φέρεται αποφασισμένη να προχωρήσει την υπόθεση αυτή στα αρμόδια δικαστήρια. Όμως ο πρωθυπουργός, μέχρι τώρα τουλάχιστον, δεν έχει εκφέρει γνώμη, όπως το συνηθίζει και σε άλλα πολύ σοβαρά θέματα. Και οι αντιδράσεις της γερμανικής κυβέρνησης -και ειδικά του γερμανού υπουργού των Οικονομικών- φαίνεται να είναι πολύ χλιαρές. Μήπως και στο σοβαρό αυτό θέμα υπάρχει κάποια συνεννόηση για να αποσπαστεί η προσοχή του λαού από την εξαθλίωση που βιώνει σήμερα;

Γιατί αυτοί οι απίθανοι που μας κυβερνούν τώρα όλα τα σοφίζονται, προκειμένου να παραπλανήσουν τον ελληνικό λαό. Η συνέχεια που θα δοθεί στο θέμα θα μας δείξει εάν η κυβέρνηση το αντιμετωπίζει με τη δέουσα σοβαρότητα ή είναι μια φωτοβολίδα από τις πολλές που έχουμε δει μέχρι τώρα. Πάντως, πρέπει να έχουμε υπόψη ότι το Διεθνές Δικαστήριο δεν είναι στην ουσία δικαστήριο που σέβεται τη Δικαιοσύνη. Επίσης πρέπει να λάβουμε υπόψη -και ασφαλώς η κυβέρνηση θα το γνωρίζει- ότι αυτή η υπόθεση μπορεί να εξελιχθεί κατά τρόπο που να προκαλέσει τη διατάραξη των σχέσεων με τη Γερμανία. Και αυτό θα έχει ασφαλώς συνέπειες. Είναι σε θέση η κυβέρνηση να τις αντιμετωπίσει; Ή θα τρέχουν πάλι σαν ικέτες και θα προσφέρουν στη Γερμανία ό,τι ζητήσει σε βάρος του λαού και σε βάρος της περιουσίας του Δημοσίου;

Πάντως υπάρχει μια γνώμη, την οποία εξέφρασε προ ημερών ο γερμανός υπουργός Οικονομικών, ότι οι Έλληνες είναι πλούσιοι. Διαθέτουν ωραιότατες κατοικίες ιδιόκτητες, έχουν το εξοχικό τους και η κάθε οικογένεια έχει ένα ή δύο επιβατικά αυτοκίνητα. Επομένως η λιτότητα δεν έχει κάνει τους Έλληνες φτωχότερους.

Και η Ελλάδα έχει κλείσει όλες τις πληγές της από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τόνισε επίσης ότι οι Έλληνες είναι περισσότερο πλούσιοι από τους Γερμανούς.

Γι’ αυτό συνέστησε την υπερφορολόγηση των ακινήτων. Ασφαλώς η δήλωση αυτή του κ. Σόιμπλε ενέχει κάποια σκοπιμότητα και δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία.

Ο γερμανός αξιωματούχος θέλησε να δικαιολογήσει και τη σκληρή λιτότητα εις βάρος των Ελλήνων και το αδικαιολόγητο της είσπραξης αποζημιώσεων από τη Γερμανία.

Το θέμα της λιτότητας έχει καταστήσει τη Γερμανία την πλέον αντιδραστική χώρα. Μέσα στην Ευρώπη υπάρχουν πολλές κυβερνήσεις Μερκελ(-ηστών) που στηρίζουν αυτήν την επιλογή της αδίστακτης γερμανικής κυβέρνησης. Όμως σε παγκόσμια κλίμακα η πολιτική αυτή αποδοκιμάζεται έντονα. Ακόμη και το τόσο αντιδραστικό ΔΝΤ την έχει πολλές φορές αποδοκιμάσει.

Οι ΗΠΑ, διά στόματος του υπουργού Οικονομικών, καταδίκασαν απερίφραστα την πολιτική λιτότητας που τροφοδοτεί την ύφεση και παρεμποδίζει την ανάπτυξη των οικονομιών. Το ίδιο και οι αναπτυσσόμενες και οι αναπτυγμένες χώρες της Ανατολής. Και στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι απόψεις όλων σχεδόν των οικονομολόγων, ακόμη και πολλών Γερμανών. Άλλο είναι το νοικοκύρεμα της δημοσιονομικής διαχείρισης, που επιβάλλεται να είναι συνεχές, και άλλο είναι η λιτότητα που εξοντώνει την οικονομία. Πάντως, αν η γερμανίδα καγκελάριος και οι συνεργάτες της επιμείνουν στην εφαρμογή των μέτρων, που τάχα αποβλέπουν στην ανόρθωση των οικονομιών, είναι πάρα πολύ πιθανόν η παγκόσμια οικονομία να οδηγηθεί σε ύφεση και σε μια γενικευμένη οικονομική κρίση. Και τούτο γιατί η λιτότητα θα προκαλέσει συρρίκνωση της κατανάλωσης αγαθών και υπηρεσιών, ελάττωση των διεθνών συναλλαγών και της παραγωγής, αύξηση της ανεργίας και μακροχρόνια ύφεση.

Η ΕΕ και η Ευρωζώνη, εάν επιμείνουν σ’ αυτήν την αδιέξοδη πολιτική, δεν έχουν μέλλον. Γι’ αυτό πρέπει πάση θυσία να πιεστεί η Γερμανία να αλλάξει πολιτική. Η πολιτική που ακολουθεί η δική μας η κυβέρνηση είναι εντελώς αντιφατική. Ενώ ισχυρίζεται και πιστεύει στην αναγκαιότητα μιας αναπτυξιακής πορείας της ελληνικής οικονομίας, εφαρμόζει ταυτόχρονα μια πολιτική σκληρής περικοπής όλων των εισοδημάτων.

Όχι βέβαια μέσα στα όρια της αντοχής, που δυστυχώς τα έχει ξεπεράσει. Συνεχώς η κυβέρνηση βρίσκει αφορμές για να αφαιρέσει εισόδημα από τα νοικοκυριά, είτε με τη μορφή αύξησης της άμεσης και έμμεσης φορολογίας είτε με τη μορφή καθιέρωσης διαφόρων υποχρεώσεων των πολιτικών που συνεπάγονται δαπάνες. Και επιπλέον αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του Δημοσίου απέναντι σ’ αυτούς που παρέχουν υπηρεσίες ή το προμηθεύουν με τα αναγκαία υλικά για τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού.

Κάτι που ισοδυναμεί με χρεοκοπία στο εσωτερικό της χώρας μας. Και πανηγυρίζει, δυστυχώς, ότι τάχα δημιούργησε πρωτογενές πλεόνασμα. Είναι φυσικό όποιος δεν πληρώνει να έχει κάποιο πλεόνασμα, όμως αυτό είναι εικονικό και παραπλανητικό.

Και πρέπει η κυβέρνηση να έχει αντιληφθεί την πραγματική κατάσταση. Αυτή η παραποίηση της πραγματικότητας για λόγους επικοινωνιακούς είναι που προκαλεί αγανάκτηση στον λαό και δίνει το δικαίωμα στην κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι τάχα η κατάσταση έχει αλλάξει και η ελληνική οικονομία έχει βελτιωθεί!


Σχολιάστε εδώ