Το δίλημμα του Σαμαρά

Ωστόσο, η επιλογή του χρόνου που διατυπώνονται εκ νέου οι ελληνικές απαιτήσεις προκαλεί ανησυχίες και επιφυλάξεις, εγείρει ερωτήματα και απορίες. Είναι δυνατόν από τη μια η κυβέρνηση να αναζητά εναγωνίως τη στήριξη του Βερολίνου για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και από την άλλη να προβάλλει απαιτήσεις δεκάδων δισ. ευρώ; Πολύ περισσότερο, δε, όταν η Γερμανία έχει μπει άτυπα σε προεκλογική περίοδο, γεγονός που εκμηδενίζει τις όποιες πιθανότητες, αν υπήρχαν, για μια θετική απάντηση.

Βουλευτές –και από τον χώρο της Νέας Δημοκρατίας– εκφράζουν ανοιχτά τους προβληματισμούς τους για το κατά πόσον στην κυβέρνηση ή στο Μέγαρο Μαξίμου κινούνται βάσει σχεδίου ή πρόκειται για μια μεμονωμένη ενέργεια. Αν, δηλαδή, έχει διαμορφωθεί ένα διεκδικητικό πλαίσιο, έχουν ορισθεί και τα βήματα που πρέπει να γίνουν στη συνέχεια. Από πουθενά δεν προκύπτει αυτή η βεβαιότητα, αν και κυβερνητικοί αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι σε τέτοια ζητήματα κανείς δεν αποκαλύπτει εξαρχής τους σχεδιασμούς του. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι η κίνηση δεν θα έχει συνέχεια, πρόκειται απλώς για «πυροτέχνημα» και τείνουν να συμφωνήσουν με τις εκτιμήσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ότι το ζήτημα ανακινείται τη δεδομένη χρονική στιγμή και με την ένταση αυτή για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους, καθώς –λόγω των τελευταίων γεγονότων– η κυβέρνηση είναι «στριμωγμένη». Δεν έχει πολλούς οπαδούς το πολύ… προχωρημένο σενάριο ότι υπάρχει «μυστική συμφωνία» η κ. Μέρκελ νʼ απαντήσει θετικά στο ελληνικό αίτημα, προκειμένου να ενισχύσει πολιτικά τον κ. Σαμαρά.

Στη συγκεκριμένη υπόθεση ο πρωθυπουργός καλείται να κάνει την επιλογή του στη βάση του… «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Δηλαδή να επιμείνει στη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων (καταστροφές-κατοχικό δάνειο), μεταφέροντας το θέμα στα διεθνή δικαστήρια, όπως υπαινίχθηκε ο υπουργός Εξωτερικών Δημ. Αβραμόπουλος, απαντώντας στις απαξιωτικές δηλώσεις του Β. Σόιμπλε. Με τον τρόπο αυτό θα προκαλέσει την οργή του Βερολίνου και θα θέσει σε δοκιμασία τις ελληνογερμανικές σχέσεις. Μπορεί να το κάνει αυτήν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή; Η δεύτερη επιλογή που έχει ο κ. Σαμαράς είναι νʼ αφήσει να ξεθυμάνει το θέμα σιγά σιγά, με την ελπίδα ότι ύστερα από λίγες εβδομάδες θα έχει ξεχαστεί. Στην περίπτωση αυτή θα έχει να αντιμετωπίσει σε μόνιμη βάση την κριτική των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ότι δεν διαθέτει το σθένος να διεκδικήσει όσα η χώρα μας δικαιούται να πάρει από τη Γερμανία για τα δεινά της κατοχής. Στο ίδιο συμπέρασμα θα καταλήξουν αναμφίβολα και οι πολίτες, κάτι που ίσως κοστίσει μελλοντικά στη Νέα Δημοκρατία. Η διαφορά είναι ότι στην πρώτη επιλογή το κόστος θα είναι άμεσο και σίγουρα βαρύ, ενώ στη δεύτερη θα καθυστερήσει και στον χρόνο που θα μεσολαβήσει (μέχρι τις εκλογές) η κυβέρνηση να καταφέρει να καλύψει τις ζημιές. Τις επόμενες ημέρες θα φανεί ποιον από τους δύο δρόμους θα επιλέξει να βαδίσει ο κ. Σαμαράς.


Σχολιάστε εδώ