ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΔΙΕΞΟΔΩΝ ΚΑΙ ΦΤΩΧΕΙΑΣ
Είναι συνειδητή η απόφαση παραμονής στην κυβέρνηση των τριών εταίρων με κάθε κόστος, με κάθε θυσία. Ακριβώς όπως και η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ με κάθε θυσία, ακόμα κι αν αυτή η επιλογή ερημώνει τη χώρα, βυθίζει την Ελλάδα στην ανεργία, την απελπισία και το διαρκές χρέος. Είναι καταφανής πλέον η αδυναμία των ανθρώπων να ανταπεξέλθουν σε συνεχή χρέη, φόρους, χαράτσια, όταν μάλιστα το εισόδημά τους βαίνει διαρκώς μειούμενο. Όταν δεν ξέρουν αν θα έχουν να ζήσουν αύριο. Φθάσαμε στο σημείο εκείνο που γράφαμε ήδη από το 2010, το εφιαλτικό σημείο των μεγαλύτερων εξόδων από τα έσοδα: Οι συνεχείς μειώσεις μισθών και συντάξεων, οι απολύσεις, η ανεργία 1,5 εκατ. ανθρώπων δημιούργησαν τη νέα παρανοϊκή ισορροπία: οι ανελαστικές δαπάνες να είναι εξ ορισμού μεγαλύτερες από τα έσοδα! Αλήθεια, πώς θα πληρώσει κανείς τις δόσεις από τις πιστωτικές κάρτες (το χρέος των οποίων δεν «κουρεύεται»), τις δόσεις του στεγαστικού ή του καταναλωτικού, προσωπικού δανείου (ούτε αυτά «κουρεύονται»), τους λογαριασμούς ηλεκτρικού (όταν μάλιστα έχει προστεθεί εκεί και το άθλιο χαράτσι Βενιζέλου που σήμερα το αντικαθιστούν με άλλο εξίσου άθλιο), νερού, τηλεφώνου, όταν τα χρήματα που συγκεντρώνει είναι λιγότερα από ό,τι εισέπραττε πριν από δύο χρόνια; Γι’ αυτό και μένουν απλήρωτοι λογαριασμοί, δόσεις καρτών και δανείων. Κανείς δεν θέλει να είναι ασυνεπής και να χρωστάει, κανείς δεν θέλει να τον κυνηγάει ένα διαρκώς διογκούμενο χρέος, αλλά όταν έχει να διαλέξει μεταξύ αυτών και της ανάγκης να πάει ψωμί στην οικογένειά του προφανώς επιλέγει το δεύτερο. Η απλή αυτή σχέση δεν μοιάζει να απασχολεί την τρικομματική κυβέρνηση κι αυτό μπορεί να φαίνεται μεταφυσικό, αλλά δεν είναι. Η κυβέρνηση αυτή έχει αποφασίσει να τηρήσει το Μνημόνιο και τις δεσμεύσεις που επέβαλαν στη χώρα με αποικιοκρατικό τρόπο οι δανειστές, συναρτώντας την τύχη της όχι με την τύχη του ελληνικού λαού, αλλά με αυτούς που θεωρεί ότι είναι ισχυροί και αποφασίζουν για τη ζωή στην Ευρώπη. Η τρικομματική κυβέρνηση όχι μόνο δεν διανοείται να ανατρέψει το Μνημόνιο, αλλά φροντίζει για την καλύτερη εφαρμογή του, ακόμα κι αν αυτή αφήνει πίσω της στρατιές ανέργων, χρέη, καταστροφές και απελπισία στον κόσμο. Όμως οι κυβερνήσεις εκλέγονται (ακόμα) από τους λαούς, τα κόμματα ψηφίζονται από τους ανθρώπους, δεν διορίζονται από τα διευθυντήρια των Γερμανών και των τοπικών τους συνεργατών. Διαφεύγει η λεπτομέρεια αυτή της προσοχής των κυβερνητικών εταίρων; Ίσως ναι, ίσως όχι. Το πιο πιθανό είναι η ανάγκη τους για κυβερνητισμό να είναι τόσο μεγάλη, ώστε να θεωρούν ότι η υπόστασή τους ως κομμάτων περνάει (μόνο) μέσα από τη διαρκή συμμετοχή τους σε κυβερνήσεις. Ο νεότερος αυτής της παρέας, η Δημοκρατική Αριστερά, έχει προσκολληθεί σε αυτήν την εκδοχή πάσχοντας από τον φόβο της εξαφάνισης, αλλά και από το σύνδρομο της μη συνεργασίας με άλλες δυνάμεις της Αριστεράς, που μέχρι πριν από λίγο καιρό ήταν μαζί. Αλλά εκεί, σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι που δημιουργούνται τα μεγαλύτερα μίση. Εκεί εφαρμόζεται η λογική «κυβέρνηση και με τον εχθρό μου (ταξικό ή άλλον) αλλά όχι με αυτούς», όπου το «αυτούς» έχει να κάνει με τους πρώην συντρόφους τους. Είναι η λογική του ΚΚΕ περί μη συνεργασίας με άλλες δυνάμεις της Αριστεράς για σχηματισμό κυβέρνησης «επειδή εμείς είμαστε κομμουνιστές, δεν είμαστε αριστεροί». Οι άλλοι δύο, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη στο σύστημα: «Δεν θα μας καταργήσουν», σκέφτονται. Θα γλιτώσουμε για άλλη μια φορά. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα είμαστε μέσα ή κοντά σε κυβερνητικό σχήμα. Μπορεί να είναι κι έτσι. Αλλιώς δεν εξηγείται η εμμονή του ΠΑΣΟΚ να μετέχει και πάλι σε συγκυβέρνηση… «εθνικής σωτηρίας» μόλις είχε καταδικαστεί (από 45% πήγε στο 12,5%) ως ένοχο για την καταστροφή της χώρας στις εκλογές. Όλα τα προηγούμενα δείχνουν ότι η κοινωνία δεν μπορεί να περιμένει την αυτοκατάργηση του συστήματος ή την αυτοτιμωρία των ενόχων κομμάτων. Κάτι πρέπει να κάνει, αφού τα κόμματα που κυβερνούν δεν έχουν απαντήσεις.