Επιχειρούμενες εξισώσεις…

Μίλησε περί δήθεν εκπαίδευσης τρομοκρατών στην Ελλάδα, αναφέρθηκε στο θέμα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και ακόμα στο θέμα της λειτουργίας τεμένους στην Αθήνα. Φυσικά μέσα από τη δική του και συνήθη τουρκική σκοπιά.

Η Αθήνα, διά του υπουργού Εξωτερικών, απάντησε στον τούρκο πρωθυπουργό, βασιζόμενη στις γνωστές επί των θεμάτων αυτών ελληνικές θέσεις.

Με σειρά άρθρων μας έχουμε αναδείξει τα θέματα που έθιξε ο κ. Ερντογάν και έχουμε επαρκώς αναφερθεί στις επ’ αυτών θέσεις και στα επιχειρήματά μας. Κατά συνέπεια, θα ήταν πλεονασμός να επαναλάβουμε τα ίδια πράγματα.

Θα αναφερθούμε όμως σε δύο κρίσιμα θέματα που η Άγκυρα επιμόνως εξακολουθεί να αναδεικνύει, στο πλαίσιο της ακολουθούμενης «συμψηφιστικής» εις βάρος μας πολιτικής της: στο θέμα των μουφτήδων και εκείνο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ειδικότερα, μάλιστα, στην επιμονή της να συνδέει και να εξισώνει τον θεσμό της μουφτείας, με εκείνον του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Εξίσωση που, κατά την πλέον επιεική κρίση, είναι παράλογη, ανεδαφική και αβάσιμη.

Ως γνωστόν, ο μουφτής, σύμφωνα με τους ελληνικούς νόμους, διορίζεται με απόφαση του υπουργού Παιδείας, ύστερα από επικύρωση του διορισμού του από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ορκίζεται δε ενώπιον του περιφερειάρχη.

Εκτός της ιδιότητας του θρησκευτικού λειτουργού, που έχει, συγχρόνως ασκεί και δικαστικές αρμοδιότητες σε θέματα που άπτονται του οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου των μουσουλμάνων ελλήνων πολιτών, που ζουν στη περιφέρειά του.

Για τον λόγο αυτό ακριβώς δεν εκλέγεται, αλλά διορίζεται από το κράτος, αφού τα ασκούντα δικαστικές αρμοδιότητες κρατικά όργανα της ελληνικής Πολιτείας, δεν εκλέγονται αλλά διορίζονται. Οι νομίμως δε διορισμένοι από την ελληνική Πολιτεία μουφτήδες, οι οποίοι -σημειωτέον- μισθοδοτούνται από αυτή, αποτελούν και τους μόνους αναγνωρισμένους μουσουλμάνους θρησκευτικούς λειτουργούς.

Αντίθετα, η Τουρκία εξακολουθεί να επιμένει ότι η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη πρέπει μόνη της να εκλέγει τον μουφτή, προβάλλοντας μάλιστα το επιχείρημα ότι η Άγκυρα αφήνει ελεύθερη την εκλογή του Πατριάρχη… Δεν παρέλειψε μάλιστα να επιστρατεύσει και τη Γερμανία προς επίρρωση των θέσεών της.
Συγκεκριμένα, ο κ. Ερντογάν, κατά την τελευταία συνάντησή του με την κ. Μέρκελ, έθεσε το θέμα και την ανάγκη, όπως είπε χαρακτηριστικά, «να διορθωθεί το λάθος αυτό».

Δηλαδή τι εξακολουθεί να μας λέει ο κ. Ερντογάν;

Ότι ο ύψιστος πνευματικός ηγέτης των 300 και πλέον εκατομμυρίων πιστών στην υφήλιο -τον οποίο η Τουρκία θεωρεί ως τον θρησκευτικό ηγέτη μόνον των μειονοτικών ελλήνων ορθοδόξων που διαβιούν στην Τουρκία- εξισούται με έναν τοπικό θρησκευτικό λειτουργό.

Αμφισβητεί επιπλέον και την οικουμενικότητα του θεσμού, που ανάγεται στον 6ο μ.Χ. αιώνα και που τυγχάνει παγκόσμιας αναγνώρισης.

Τα σχόλια, νομίζουμε, περιττεύουν…

Αλλά δυστυχώς οι παραλογισμοί δεν σταματούν εδώ. Οι τουρκικές αρχές συνδέουν επιπλέον την εκλογή των μουφτήδων και με την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.

Τι σχέση έχει όμως το ένα θέμα με το άλλο;

Το πρώτο άπτεται καθαρά της δικαιοδοσίας του ελληνικού κράτους. Οι νόμοι και το Σύνταγμα της χώρας ρυθμίζουν τις αρμοδιότητες των λειτουργών της, όταν μάλιστα ασκούν και δικαστικά καθήκοντα, όπως εξηγήθηκε παραπάνω.
Το δεύτερο αφορά υποχρέωση της Τουρκίας. Επαναλειτουργία της Σχολής θα αποτελούσε δείγμα σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θρησκευτικών ελευθεριών, σε τομέα στον οποίο δεν διακρίνεται η Άγκυρα.

Εξάλλου, επί σειρά ετών ακούμε υποσχέσεις για το άνοιγμα της Σχολής της Χάλκης, το κλείσιμο της οποίας ανάγεται σε περισσότερα από 40 χρόνια πίσω.

Υπενθυμίζουμε ότι προ έτους ο κ. Νταβούτογλου δήλωνε στην τότε ομόλογό του κ. Κλίντον, ότι η Άγκυρα αντιμετώπιζε θετικά την επαναλειτουργία της Χάλκης, υπό την προϋπόθεση η Ελλάδα να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες για τα ζητήματα που έχουν σχέση με τα δικαιώματα της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη.

Τι εννοούσε και τότε ο κ. Ερντογάν;
Μεταξύ άλλων, προφανώς υπονοούσε το ζήτημα των μουφτήδων. Και ακόμα, γενικότερα, αναφερόταν στη διεύρυνση, υπό την δική του βέβαια αντίληψη, των θρησκευτικών ελευθεριών της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης.

Η πλέον πειστική νομίζουμε απάντηση είναι ο τρόπος και η επί σειρά ετών συμβίωση στην Ελλάδα πολιτών διαφορετικού θρησκεύματος. Τα μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας αντιμετωπίζονται από τη χώρα μας ως πολίτες που απολαμβάνουν πλήρους ισονομίας και ισοπολιτείας.
Όσον αφορά τον θεσμό του Πατριαρχικού Θρόνου, είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς την επί σειρά ετών ακολουθούμενη πολιτική της Άγκυρας, που κατατείνει στην αποδυνάμωση του θεσμού. Αποδυνάμωση, που σε τελευταία ανάλυση θα στερούσε και την ίδια από τη λάμψη ενός παγκοσμίου κύρους θεσμού, που λειτουργεί στην εδαφική της επικράτεια, την ακτινοβολία του οποίου ουδείς αμφισβητεί.

Οι πολλαπλές επισκέψεις στο Φανάρι και ο αποδιδόμενος σε αυτό σεβασμός από επιφανείς προσωπικότητες διεθνούς κύρους, μηδέ εξαιρουμένων και αρχηγών κρατών, επιβεβαιώνουν την πνευματική ακτινοβολία του Οικουμενικού Θρόνου.

Μια χώρα λοιπόν όπως η Τουρκία, υποψήφια μάλιστα προς ένταξη στην ΕΕ, τι συμφέρον έχει να εφαρμόζει τέτοιες πολιτικές;

Απάντηση στο ερώτημα δίνει και το μέτρο της αδιαλλαξίας των γειτόνων μας.


Σχολιάστε εδώ