διά χειρός
…του Μιχάλη Ιγνατίου
Κομπάζετε, μα θα κατεβάζατε τα παντελόνια, παλικάρια της φακής
«Μελετώντας τα κείμενα επιφανών δημοσιογράφων, που διακρίθηκαν και στο παρελθόν για τα ʽʽαντι-κυπριακάʼʼ τους αισθήματα, ένιωσα λύπη αλλά και οργή. Θα μπορούσα να μην ασχοληθώ με τα ανθρωπάκια του αθηναϊκού δημοσιογραφικού και πολιτικού κατεστημένου, που χαίρονται όταν αντιμετωπίζουν προβλήματα οι Έλληνες της Κύπρου, αλλά μετά από μεγάλη σκέψη κατέληξα στο συμπέρασμα ότι απαιτείται απάντηση, και διόρθωση των λανθασμένων πληροφοριών που μετέδωσαν για να μειώσουν το “ΟΧΙ” της κυπριακής Βουλής και του κυπριακού λαού.
Το μεγαλύτερο ψέμα που ακούστηκε και, μάλιστα, η αναπαραγωγή δούλεψε συγχρονισμένα, όπως και στο Δημοψήφισμα του 2004, ήταν ότι η πρώτη απόφαση του Εurogroup ήταν καλύτερη από τη δεύτερη, και θα διέσωζε τη Λαϊκή και την Κύπρου – την πρώτη από την εξαφάνιση και τη δεύτερη από τη σκληρή αναδιάρθρωση και την απώλεια εκατομμυρίων ευρώ για τους πελάτες τους.
Και οι δύο αποφάσεις ήταν καταστροφικές για το νησί.
Αλλά την υπερψήφιση της πρώτης απόφασης θα ακολουθούσε σε διάστημα ολίγων ημερών και η ισοπέδωση των δύο μεγαλύτερων κυπριακών τραπεζών. Αυτό ήταν το αρχικό σχέδιο, η υλοποίηση του οποίου θα έθετε σε άμεσο κίνδυνο και τις υπόλοιπες τράπεζες, οι οποίες δεν ακολούθησαν τη βλακώδη πολιτική των δύο μεγαλύτερων, που συναγωνίζονταν στο “ξέπλυμα” των ρωσικών δισεκατομμυρίων και στο χάρισμα μέρους των δανείων στους πολιτικούς και τους συγγενείς τους.
Η δεύτερη απόφαση του Εurogroup, που επίσης έφερε πόνο και απόγνωση σε χιλιάδες πολίτες-καταθέτες, τουλάχιστον σώζει τις υγιείς τράπεζες που συνειδητά δεν έπαιξαν με τη φωτιά.
Είναι απαράδεκτοι όσοι στην Αθήνα συνέδεσαν την πρώτη απόφαση της Κυπριακής Βουλής με το ΣΥΡΙΖΑ και τους υπολοίπους αντιμνημονιακούς. Ούτε από το ΣΥΡΙΖΑ επηρεάστηκαν οι βουλευτές, ούτε από τον κ. Καμμένο. Είδαν την επερχόμενη τραγωδία και απλά προσπάθησαν να αμυνθούν. Διότι αυτό απαιτούσαν οι ψηφοφόροι τους, αλλά και η λογική.
Όλα όσα ισχυρίστηκαν μερικοί αρθρογράφοι και πολιτικοί δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Δεν γνωρίζουν ούτε στο ελάχιστον τους Κύπριους. Δεν είναι μόνο άνθρωποι σκληρά και έντιμα εργαζόμενοι. Είναι φρέσκια στη μνήμη τους η καταστροφή του 1974. Έχασαν δικούς τους ανθρώπους, έχασαν τα πάντα, αλλά δεν γονάτισαν. Εργάστηκαν και προσπάθησαν με νύχια και με δόντια να ξανακτίσουν τις ζωές τους. Και τα κατάφεραν ενωμένοι και αδελφωμένοι, έχοντας απέναντι τους, στον κατεχόμενο Βορρά, χιλιάδες πάνοπλους στρατιώτες του Αττίλα.
Τι θα έκαναν, άραγε, τα αθηναϊκά παλικάρια της φακής, που ειρωνεύονται έναν υπερήφανο λαό, εάν ένα πρωί έδινε εντολή η κ. Μέρκελ για «κούρεμα» και των δικών τους καταθέσεων…
Αλλά τι ρωτώ; Θα έδιναν και το παντελόνι και το… περιεχόμενό του».
****
…του διεθνούς φήμης έλληνα βιολιστή Λεωνίδα Καβάκου, από τη συνέντευξή του στο «Βήμα»:
Μας έμαθαν να είμαστε ανεύθυνοι…
«Βρισκόμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο. Πάντα έλεγα ότι η Ελλάδα είναι μια πνευματική έννοια. Δεν είναι γεωγραφικός χώρος. Δεν είναι αυτό που περιγράφουμε εμείς σήμερα. Η ελληνική γλώσσα δεν έχει ανάγκη τη χώρα μας ως τόπο και πολύ περισσότερο δεν έχει ανάγκη τους Έλληνες όπως λειτουργούμε σήμερα».
«Είναι σημαντικό να ξέρεις πού βρίσκεσαι. Μας έμαθαν και μάθαμε –διότι στη δημοκρατία έχεις τις κυβερνήσεις που σου αξίζουν επειδή εσύ τις ψηφίζεις– να είμαστε ανεύθυνοι. Τόσο στο επίπεδο της μόρφωσης, που εγγυάται το μέλλον μιας χώρας, όσο και στο επίπεδο του πολιτισμού, που συνδέεται με την αισθητική της. Εμείς, αντί να επενδύσουμε σε αυτά, μάθαμε να απολαμβάνουμε τον ήλιο, τη θάλασσα και την καλοζωία. Τώρα, που ήρθε η ώρα της κρίσης, απορούμε!».
****
… του Γιάννη Πρετεντέρη, από τη στήλη του «Εμπιστευτικά» στα «Νέα»:
Μίζα έπαιρνε και ο αδιάφθορος κ. Σόιμπλε
«Το 1999 όμως ξέσπασε το σκάνδαλο των παράνομων εκλογικών χορηγιών προς το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα, που αποκάλυψε ένα περίπλοκο και αδιαφανές σύστημα διπλών βιβλίων, μαύρων ταμείων και αδιαφανών συναλλαγών.
Το σκάνδαλο αφορούσε κυρίως τον Κολ. Τον οποίο κρέμασε στα μανταλάκια ακόμη και η (ανερχόμενη τότε) Άνγκελα Μέρκελ.
Στο πλαίσιο της έρευνας, όμως, ο Σόιμπλε παραδέχτηκε ότι το 1994 είχε πάρει εκατό χιλιάδες μάρκα εκλογική χορηγία σε ρευστό (!) από έναν γερμανό έμπορο όπλων που κατοικούσε στον Καναδά.
Υποτίθεται ότι τα πήρε «για το κόμμα» – αν και ο τότε ταμίας του κόμματος διέψευσε την εκδοχή του…
Το βέβαιο είναι ότι στις 10 Φεβρουαρίου 2000 ο Σόιμπλε αναγκάστηκε να παραιτηθεί από την προεδρία του κόμματος, λόγω της εμπλοκής του στο σκάνδαλο.»