Η Κύπρος μπροστά στα Ευρωπαϊκά καυδιανά δίκρανα
Οι πιέσεις και οι εκβιασμοί είναι απροκάλυπτοι. Τίθενται ευσχήμως τρία μεγάλα θέματα: μεταρρυθμίσεις, δημοσιονομική εξυγίανση, αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα. Με τις μεταρρυθμίσεις εννοούν αλλαγή του οικονομικού συστήματος από το σημερινό της μεικτής οικονομίας προς νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση, με ιδιωτικοποίηση, προφανώς, των ημικρατικών οργανισμών δημοσίας ωφέλειας, που είναι καθʼ όλα υγιείς και κερδοφόροι. Η αλήθεια είναι ότι στην προκαταρκτική συμφωνία για το Μνημόνιο, που υπέγραψε η προηγούμενη κυβέρνηση με την «τρόικα», έγινε αποδεκτό ότι θα τεθεί θέμα ιδιωτικοποιήσεων εάν το χρέος δεν είναι βιώσιμο. Σε ό,τι αφορά τα άλλα μέτρα, υπονοείται σαφώς, όπως διαπιστώνεται από κατευθυνόμενες διαρροές στον διεθνή Τύπο, το «κούρεμα» των καταθέσεων. Η κυβέρνηση και ο νέος Πρόεδρος διέψευσαν, πάντως, κατηγορηματικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, που θα ήταν καταστροφικό για την Κύπρο.
Η επιμονή με την οποία όμως επανέρχονται σʼ αυτό το ενδεχόμενο διάφορες εφημερίδες θέτει το ερώτημα τι επιδιώκεται ακριβώς από την Ευρωπαϊκή πλευρά και ποια συγκεκριμένα συμφέροντα και στόχοι κρύβονται κάτω από τον Ευρωπαϊκό μανδύα…
Για άλλη μια φορά, στην περίπτωση τώρα της Κύπρου, επαναλαμβάνεται η γνωστή πολιτική της «τρόικας» που, με το πρόσχημα της σωτηρίας, απεργάζεται στην πραγματικότητα καταστροφικές συνταγές, όπως το γνωρίζει καλά η Ελλάδα.
Σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική προσαρμογή, αυτή συνδέεται προφανώς με τη βιωσιμότητα του χρέους. Είναι εκπληκτικό το ότι η Κύπρος του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου, με πλεόνασμα 3,7% και με δημόσιο χρέος 46%, βρέθηκε ύστερα από πέντε χρόνια μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση. Αναμφισβήτητα, ένας από τους λόγους είναι το πλήγμα που δέχθηκαν και οι Κυπριακές τράπεζες από το «κούρεμα» των Ελληνικών ομολόγων. Ο τότε μοιραίος πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, ενώ στο παρασκήνιο οι ισχυροί Ευρωπαίοι εταίροι προετοίμαζαν το «κούρεμα» των Ελληνικών ομολόγων και οι Γερμανικές και Γαλλικές τράπεζες ξεφορτώνονταν τα προβληματικά Ελληνικά ομόλογα, αυτός καλούσε τις Ελληνικές τράπεζες «να βάλουν πλάτη» και να στηρίξουν τα Ελληνικά ομόλογα. Στην πρόσκληση αυτή ανταποκρίθηκαν και οι Κυπριακές τράπεζες και αγόρασαν Ελληνικά ομόλογα στη δευτερογενή αγορά, από αυτά, δηλαδή, που ξεφορτώνονταν οι Γερμανικές και οι Γαλλικές τράπεζες. Όταν, αργότερα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συζητούσε την ανακεφαλαιοποίηση των Ελληνικών τραπεζών, ο Κύπριος Πρόεδρος όφειλε να παρέμβει και από κοινού με την Ελλάδα να θέσει θέμα ανακεφαλαιοποιήσεως και των Κυπριακών τραπεζών, που ήταν ιδιαίτερα εκτεθειμένες στην Ελληνική τραπεζική αγορά. Δεν το έπραξε, και αυτό ήταν, δυστυχώς, μόνο ένα από τα μεγάλα λάθη που διέπραξε και οδήγησαν την Κυπριακή οικονομία στο σημερινό αδιέξοδο.
Ένα άλλο από αυτά είναι ο χειρισμός που έκανε, από κοινού με τον νέο διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, που ο ίδιος διόρισε, Πανίκο Δημητριάδη, του θέματος της εκτιμήσεως των αναγκών των τραπεζών για ανακεφαλαιοποίηση. Υπό το άγχος να επιρρίψει στις τράπεζες την κύρια ευθύνη για το οικονομικό φιάσκο και να μειώσει τις δικές του ευθύνες, παγιδεύτηκε σε μια περίεργη ανάθεση στην εταιρεία Pimco να εκτιμήσει τις ανάγκες των Κυπριακών τραπεζών με ακραία κριτήρια επισφαλειών. Τα τελευταία ανέβασαν το εκτιμώμενο ποσό των αναγκών ανακεφαλαιοποιήσεως από 4,5 δισ. ευρώ σε πάνω από 10 δισ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά τη λεγόμενη αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα της Κύπρου, που θέτουν Ευρωπαϊκοί παράγοντες, προφανής στόχος είναι ο ριζικός περιορισμός του μεγέθους των Κυπριακών τραπεζών, ώστε να είναι αντίστοιχο των μεγεθών της Κυπριακής οικονομίας.
Ευκαιρίας δοθείσης, άλλα ανταγωνιστικά συμφέροντα επιχειρούν να πλήξουν τον ρόλο της Κύπρου ως διεθνούς χρηματιστικού κέντρου. Μήπως τίθεται, π.χ., παρόμοιος κανόνας για το Λουξεμβούργο, που ο τραπεζικός του τομέας δεν έχει καμία σχέση με το μέγεθος της οικονομίας του; Στην περίπτωση όμως της Κύπρου, η στοχοποίηση του τραπεζικού της τομέα και του ρόλου της αφορά επίσης τις σχέσεις της με τη Ρωσία, που έχουν για την Κύπρο ιδιαίτερη στρατηγική σημασία, όχι μόνο στο οικονομικό επίπεδο. Οι σχέσεις αυτές υποβλέπονται από τον Γερμανικό παράγοντα, που συμπλέει σʼ αυτό με τον Βρετανικό και τον Αμερικανικό παράγοντα.
Συναφείς με τις πιέσεις αυτές είναι και οι κατηγορίες ότι οι ξένες καταθέσεις στην Κύπρο συνδέονται με ξέπλυμα μαύρου χρήματος και οι αξιώσεις να αναλάβει τη διεξαγωγή έρευνας γιʼ αυτό ιδιωτική εταιρεία. Η αξίωση αυτή είναι προκλητική και απαράδεκτη, και δείχνει σαφώς ότι η δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει η Κύπρος χρησιμοποιείται ως ευκαιρία για την προαγωγή ξένου οικονομικού ελέγχου στην Κύπρο.
Προφανώς, η δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται η Κύπρος δεν αξιοποιείται μόνο για τον εκβιασμό της Κύπρου να αποδεχθεί τις «υψηλές» αρχές του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Αξιοποιείται επίσης για την άσκηση πιέσεων σε σχέση με το εθνικό θέμα. Ήδη ορισμένες εφημερίδες του Αγγλο-Σαξωνικού κυρίως χώρου το υπαινίσσονται ευθέως. Η επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στην Κωνσταντινούπολη έδωσε την ευκαιρία στην Τουρκική πλευρά να επαναβεβαιώσει τις γνωστές θέσεις της έναντι της Ελλάδος και της Κύπρου, με προκλητική μάλιστα αεροναυτική επίδειξη στο Αιγαίο. Περιέργως, όμως, Αθήνα και Λευκωσία επαναβεβαιώνουν τη στήριξή τους στην Ευρωπαϊκή προοπτική της Άγκυρας, την οποία θέτουν πάλι στην ημερήσια διάταξη Ευρωπαϊκοί παράγοντες.
Είναι βέβαιο ότι, με τη συγκυρία της οικονομικής κρίσεως, η Κύπρος θα βρεθεί στο επίκεντρο μεγάλων οικονομικών αλλά και πολιτικών πιέσεων σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Ο νέος Πρόεδρος της Κύπρου θα κληθεί σύντομα να αποδείξει την ικανότητά του να χειρισθεί μια δύσκολη οικονομική κατάσταση και να διαφυλάξει ως πολύτιμο στρατηγικό κεφάλαιο της Κύπρου το φυσικό της αέριο. Θα κληθεί επίσης να αποδείξει ιδίως εάν όντως έχει εγκαταλείψει ιδέες τύπου Σχεδίου Ανάν για τη λύση του Κυπριακού, όπως είχε προεκλογικά διαβεβαιώσει τους πολιτικούς του εταίρους, τους υποστηρικτές του και τον Κυπριακό λαό.