Χωρίς ευρωπαϊκή προοπτική, τα δυτικά Βαλκάνια θα καταρρεύσουν
Η επίσκεψη αυτή δεν είναι ασύνδετη με τις εξελίξεις στο ζήτημα του Κοσόβου, καθώς παρατηρείται, έπειτα από πολύ καιρό, σημαντική κινητικότητα. Έχει ξεκινήσει οργανωμένος διάλογος ανάμεσα στις ηγεσίες Σερβίας και Κοσόβου υπό την σκέπη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπάρχουν ήδη κάποια πρώτα θετικά αποτελέσματα (συμφωνήθηκε να δημιουργηθούν γραφεία συνδέσμου στις δύο πρωτεύουσες, σερβικό στην Πρίστινα και κοσοβαρικό στο Βελιγράδι). Στο πλαίσιο αυτό οι Κοσοβάροι φαίνεται να συνειδητοποιούν ότι είναι απαραίτητο πλέον να απευθυνθούν σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη στην περιοχή. Προτεραιότητες είναι γι’ αυτούς η αναγνώριση του Κοσόβου από το σύνολο των κρατών της ΕΕ (Ισπανία, Ελλάδα, Κύπρος, Ρουμανία και Σλοβακία δεν το έχουν αναγνωρίσει ακόμη) και η αναζωπύρωση της διαδικασίας διεύρυνσης της ΕΕ στα δυτικά Βαλκάνια, που η οικονομική κρίση έχει βάλει σε δεύτερη μοίρα. Την αναζωπύρωση μεγάλο κομμάτι της πολιτικής ελίτ του Κοσόβου τη θεωρεί κομβική ακόμη και για την ίδια την επιβίωσή του.
Στο πλαίσιο της επίσκεψης της κοσοβαρικής αντιπροσωπείας στην Αθήνα διοργανώθηκε συζήτηση από το ΕΛΙΑΜΕΠ για τις τρέχουσες εξελίξεις και το μέλλον του Κοσόβου, με ομιλητές τον Ilir Deda, διευθυντή του ινστιτούτου πολιτικής ανάλυσης KIPRED (έχει διατελέσει σύμβουλος του πρώτου πρωθυπουργού του Κοσόβου και της σημερινής Προέδρου της Δημοκρατίας και συμμετείχε το 2010 σε ίδρυση πολιτικού κόμματος με μεταρρυθμιστική ατζέντα), τη Flaka Surroi, δευθύντρια του Koha Group (το μεγαλύτερο γκρουπ μέσων μαζικής ενημέρωσης του Κοσόβου – αδερφή του Vetan Surroi, σημαντικού κοσοβάρου πολιτικού και εκδότη), την Ana-Mari Repic, υποδιευθύντρια της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης Κοσόβου (το μόνο μέλος σερβικής καταγωγής της αντιπροσωπείας) και τον Berat Rukiqi, γεν. γραμματέα του Εμπορικού Επιμελητηρίου Κοσόβου.
Δύο ήταν τα ζητήματα στα οποία οι κοσοβάροι εισηγητές θέλησαν να δώσουν έμφαση: Κατ’ αρχάς, ότι η μόνη εγγύηση για σταθερότητα, την ώρα που η οικονομική κρίση και η άνοδος του εξτρεμισμού δοκιμάζουν τα κράτη της περιοχής και τις μεταξύ τους σχέσεις, είναι η διασφάλιση της ευρωπαϊκής προοπτικής, να δημιουργηθεί δηλαδή η σιγουριά στους λαούς της περιοχής ότι αν κάνουν όσα είναι απαραίτητα θα καταφέρουν να ενταχθούν στην ΕΕ (που στα μάτια τους είναι εγγύηση για την ανάπτυξη και την πολιτική ομαλότητα στις χώρες τους). Στο σημείο αυτό τόνισαν ότι, ιδιαίτερα όσον αφορά το Κόσοβο, η μη αναγνώρισή του μπλοκάρει αυτόματα και την ευρωπαϊκή του προοπτική. Δεύτερον, ότι αν τα δυτικά Βαλκάνια καταρρεύσουν και οι συγκρούσεις αναζωπυρωθούν, μοιραία δεν θα περιοριστούν εκεί.
Στη συζήτηση προέκυψε όμως και ένα τρίτο σημείο. Ότι αν περάσει ένα μεγάλο διάστημα που το Κόσοβο δεν βρει διέξοδο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τους δυτικούς θεσμούς, ώστε να υπάρξει ανεξάρτητα, παρέχοντας ασφάλεια και ευημερία στους πολίτες του, η μόνη διαθέσιμη διέξοδος θα είναι η ένωσή του με την Αλβανία.
Η κατάσταση στο Κόσοβο σήμερα
Παρότι το ΔΝΤ προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 3,8%, το Κόσοβο έχει το χαμηλότερο κατά κεφαλή εισόδημα στην Ευρώπη (2.800 ευρώ) και η οικονομία του βασίζεται κυρίως στις εισροές από μετανάστες στο εξωτερικό (450 εκατ. ευρώ τον χρόνο) και τη διεθνή οικονομική βοήθεια. Η τοπική παραγωγή δεν αρκεί για να καλύψει τις βασικές ανάγκες του πληθυσμού. Η ανεργία είναι ιδιαίτερα υψηλή (γύρω στο 40%) και ανάμεσα στους νέους ακόμη υψηλότερη. Ο φόβος των αρχών είναι ότι με το που δεν θα χρειάζεται βίζα για να ταξιδέψει κανείς στην ΕΕ (ζήτημα για το οποίο οι διαπραγματεύσεις με την ΕΕ έχουν προχωρήσει), το μεγαλύτερο κομμάτι του νεανικού πληθυσμού θα μεταναστεύσει.
Ακόμη και σήμερα στο Κόσοβο υπάρχει μια υβριδική κρατική οντότητα. Παρότι η εκτελεστική εξουσία (κυβέρνηση) πέρασε από τον Σεπτέμβριο του 2012 στα χέρια των ίδιων των Κοσοβάρων, το μεγαλύτερο μέρος της δικαστικής και αστυνομικής εξουσίας βρίσκεται στα χέρια τεχνικής αντιπροσωπείας της ΕΕ (EUlex) και υπεύθυνα για την ασφάλεια είναι τα στρατεύματα της KFOR.
Η διαφθορά αποτελεί ενδημικό φαινόμενο, που ταλαιπωρεί καθημερινά τους πολίτες και αποτρέπει ξένες επενδύσεις πνίγοντας την όποια ελπίδα για οικονομική ανάπτυξη, και οι δραστηριότητες του οργανωμένου εγκλήματος (τόσο του σέρβικου στον βορρά, όσο και του αλβανικού στην υπόλοιπη περιοχή) εκτεταμένες.
Στο επίπεδο του μέσου πολίτη, την αρχική ευφορία για ένταξη στην ΕΕ και τους δυτικούς θεσμούς έχει ακολουθήσει η όλο και μεγαλύτερη δημοφιλία της ιδέας της Μεγάλης Αλβανίας (σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Gallup, ενώ το 2008, όταν έγινε η διακήρυξη της ανεξαρτησίας, το ποσοστό υπέρ μιας Μεγάλης Αλβανίας ήταν στο 54%, το 2010 ανέβηκε στο 81%). Παρ’ όλα αυτά, η πολιτική ελίτ της χώρας συνεχίζει να επενδύει στη διατήρηση της ανεξαρτησίας του Κοσόβου, πιθανά γιατί δεν θέλουν να μοιραστούν την εξουσία ή να βρεθούν κάτω από τους νότιους ομοεθνείς γείτονές τους.
Την ίδια στιγμή, μεγάλη είναι πλέον η αντίδραση των πολιτών απέναντι στους διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς για τον τρόπο με τον οποίο μέχρι σήμερα έχει κυβερνηθεί το Κόσοβο. Κερδίζει συνεχώς έδαφος η πεποίθηση ότι οι διεθνείς αρχές «βολεύονται» με την κυριαρχία διεφθαρμένων πολιτικών στην πολιτική ζωή του Κοσόβου, καθώς αυτοί ελέγχονται ευκολότερα, και ο ντόπιος πληθυσμός νιώθει ότι τις περισσότερες φορές οι διεθνείς οργανισμοί στο Κόσοβο προωθούν τη δική τους ατζέντα.
Παρότι σε διάφορες σερβικές κοινότητες που υπάρχουν στο υπόλοιπο Κοσσυφοπέδιο οι Σέρβοι έχουν κάνει κάποια πρώτα βήματα συμμετοχής στις δομές του Κοσόβου, οι αρχές δεν έχουν έλεγχο στον βορρά, όπου υπάρχουν παράλληλες δομές του σερβικού κράτους. Όσο περνάει ο καιρός, η ένταση ανάμεσα στους σκληροπυρηνικούς των δύο στρατοπέδων ανεβαίνει. Στην ουσία οι δύο πληθυσμοί ζουν χωριστές ζωές, οι Σέρβοι ζουν σε απομονωμένους θύλακες (ακόμη κι αν ήθελαν, δεν είναι ασφαλές να ζήσουν σε περιοχές με αλβανική πλειοψηφία), μιλάνε διαφορετικές γλώσσες, βλέπουν διαφορετικούς εθνικούς τηλεοπτικούς σταθμούς και διαβάζουν διαφορετικές εφημερίδες.