Το παράδειγμα της Βουλγαρίας και η ελληνική αδράνεια
Αιτία οι ογκώδεις διαδηλώσεις και οι συγκρούσεις των διαδηλωτών με την αστυνομία, που συμπεριφέρθηκε βίαια: «Δεν θα συμμετέχω σε μια κυβέρνηση, υπό την οποία η αστυνομία δέρνει τον λαό» είπε ο Μπορίσοφ, μιλώντας στο Κοινοβούλιο, σύμφωνα με το Reuters, και συμπλήρωσε: «Η εξουσία μάς δόθηκε από τον λαό και τώρα του την επιστρέφουμε». Η εντυπωσιακή αυτή δήλωση και πράξη, μια και η παραίτηση που υποβλήθηκε (και έγινε δεκτή από τη Βουλή) ανήκει σε έναν πολιτικό ο οποίος -φαινομενικά τουλάχιστον- μικρή σχέση έχει με ανάλογες ευαισθησίες, μας θέτει μπροστά σε δύο απλά ερωτήματα:
Είναι δυνατόν να μην υπάρχει ανάλογη ευαισθησία στους δικούς μας ηγέτες που, αφού βύθισαν τη χώρα στη δυστυχία των μειώσεων και της εξάρτησης από το ΔΝΤ και τους παγκόσμιους τοκογλύφους, ανέλαβαν να τη σώσουν από όσα οι ίδιοι δημιούργησαν; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι προφανώς όχι, δεν έχουν.
Το δεύτερο ερώτημα έχει να κάνει με τη στάση του ελληνικού λαού και το πόσα (ακόμα) είναι διατεθειμένος να ανεχτεί. Οι Βούλγαροι ξεσηκώθηκαν και έκαναν μαζικές, μαχητικές διαδηλώσεις (αν και πολλοί ισχυρίζονται ότι οι λαοί των πρώην κομμουνιστικών καθεστώτων είναι μαζεμένοι, φοβισμένοι και έτοιμοι να δεχτούν τα πάντα μια και έχουν μεγαλώσει σε καθεστώς καταστολής) για τις υπέρμετρες αυξήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα που εκμεταλλεύονται τρεις ξένες εταιρείες. Εδώ, όχι μόνο υπήρξαν αυξήσεις, αλλά θεσμοθετήθηκε το χαράτσι Βενιζέλου ως ενσωμάτωση στον λογαριασμό της ΔΕΗ και δεν έγινε τίποτα. Ή σχεδόν τίποτα. Έχουν γίνει τόσα άλλα και πάλι δεν έγινε κάτι που να ανάγκαζε την κυβέρνηση σε παραίτηση. Έχουμε τόσες αντοχές ή έχουμε πεισθεί ότι όλα αυτά είναι για το καλό μας; Εδώ δεν υπάρχει προφανής απάντηση.
Εξακολουθεί να πλανιέται η απορία (και σε πολλούς ξένους αναλυτές πλέον) γιατί δεν αντιδρά ο ελληνικός λαός σε όσα του επιβάλλονται και τον οδηγούν σε στερήσεις, φτώχεια και απαξίωση της ζωής του. Μπορεί να δώσει κανείς την εξήγηση ότι έχει κυριαρχήσει ο φόβος της απώλειας όσων απομένουν μετά την απώλεια των «πολυτελών αγαθών» που χάθηκαν. Αυτός ο φόβος περιορίζει τις διεκδικήσεις των ανθρώπων που τρέμουν στην ιδέα ότι θα ξυπνήσουν μια μέρα και δεν θα έχουν τίποτα. Ούτε δουλειά ούτε σπίτι. Χωρίς αμφιβολία ο φόβος παραλύει, αλλά είναι δυνατόν να έχει πιστέψει ο κόσμος κάτι τέτοιο; Όταν μάλιστα χάνει σταδιακά αλλά σταθερά (κάθε μήνα παίρνει και λιγότερα) τη δυνατότητα να πληρώνει τα φροντιστήρια των παιδιών του, τους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ, τις δόσεις από τις πιστωτικές κάρτες, τα πάντα;
Πολλοί πιστεύουν ότι ο φόβος θα μετατραπεί σε οργή όταν πραγματικά εκλείψει η δυνατότητα να πληρώνει τα παραπάνω ή τα περισσότερα από αυτά. Μέχρι τότε θα αυτοπεριορίζεται και θα αυτολογοκρίνεται, ελπίζοντας ότι «κάτι θα γίνει» και «θα αλλάξουν τα πράγματα». Στην πραγματικότητα είναι η αδυναμία των ανθρώπων να πιστέψουν ότι τους συνέβη αυτή η καταστροφή και πως -σχηματικά μιλώντας- θα ξυπνήσουν από ένα κακό όνειρο και όλα θα είναι όπως πριν.
Η άρνηση αποδοχής της πραγματικότητας οδηγεί σε μια εκτεταμένη αδράνεια που όμως διευκολύνει το καθεστώς και το σύμπλεγμα των δανειστών-εκμεταλλευτών στην ανεμπόδιστη εφαρμογή των σχεδίων τους. Τα οποία κλιμακώνονται μήνα με τον μήνα και οδηγούν στην απόλυτη εξαθλίωση της χώρας και σε πλήρη εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας. Οι καταπιεσμένοι, φοβισμένοι, μη έχοντες εμπειρία δημοκρατίας Βούλγαροι κατέβηκαν μαζικά σε διαδηλώσεις αρνούμενοι να αποδεχθούν την κλοπή των μισθών τους μέσω της υπέρμετρης αύξησης του ηλεκτρικού ρεύματος. Οδήγησαν την κυβέρνηση σε παραίτηση. Κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει μετά. Όμως σημασία έχει ότι έκαναν κάτι. Και συνέβη κάτι μετά την επιλογή τους για σύγκρουση.
Χωρίς σύγκρουση και εναντίωση δεν αλλάζει τίποτα. Όπως λέει ο -ακόμα αδρανής- λαός μας, «χωρίς να σπάσεις αυγά δεν γίνεται ομελέτα».