διά χειρός
…του διευθυντή της «Καθημερινής» Αλέξη Παπαχελά, από το σχόλιό του με τίτλο: «Οι “αθώοι”»:
Τα ΜΜΕ παίζανε τον ρόλο του «τέρατος»…
«Μοιραίος ήταν και ο ρόλος των μέσων ενημέρωσης γιατί λειτουργούσαμε με βάση την αρχή “ο πελάτης έχει πάντα δίκιο”. Ποτέ δεν ανοίξαμε μια σοβαρή συζήτηση σε κάποιο δελτίο ειδήσεων για το αν το ελληνικό κράτος αντέχει άλλο χρέος, άλλους διορισμούς, μεγαλύτερα ελλείμματα. Οπότε πήγαινε κάποιος να βάλει τάξη υψωνόταν ένα τσουνάμι αντιδράσεων. Οι εφημερίδες έβαζαν πρωτοσέλιδα που μιλούσαν για “απάνθρωπη” λιτότητα, τα κανάλια “ούρλιαζαν” για τα αντιλαϊκά μέτρα και στο τέλος δεν γινόταν τίποτα. Είχα κάποτε ακούσει την ιστορία ενός Έλληνα πρωθυπουργού, ο οποίος ήξερε ότι το καράβι βυθιζόταν και κοιτώντας το πεζοδρόμιο έξω από το Μαξίμου μουρμούριζε “φταίνε και αυτοί, δεν αφήνουν να γίνει τίποτα”. Προφανώς δεν φταίμε μόνο εμείς, τα ΜΜΕ, αλλά αν κοιτάξετε πίσω θα δείτε ότι πολλές φορές παίξαμε τον ρόλο του “τέρατος” που φόβιζε τους πολιτικούς για το πολιτικό κόστος που θα φορτώνονταν αν έκαναν κάτι “αντιλαϊκό” και επώδυνο».
***
…του καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Ι.Μ. Κονιδάρη, από το άρθρο του στο «Βήμα» με τίτλο: «Εκκλησία: αριστερά ή δεξιά;»:
Αποφάσεις ερήμην του λαού και του Θεού…
«Το κύριο και καίριο ερώτημα είναι εάν, η Εκκλησία κινείται ή/και θέλει να κινηθεί προς τα εμπρός ή προς τα πίσω. Αν έχει τη δύναμη να προχωρήσει, μετά από γενναία αυτοκριτική, σε μεταρρυθμίσεις, όπως λ.χ. εκείνες που, εδώ και μία πενταετία, επαγγέλθηκε ο σημερινός προκαθήμενός της για την εκλογή των Αρχιερέων της ή την αξιοποίηση της περιουσίας της. Αυτό προϋποθέτει την ανάδειξη των δυνάμεων εκείνων που υπάρχουν μέσα στην Ιεραρχία και μπορούν να τις υλοποιήσουν.
Οι αποφάσεις όμως εξακολουθούν να λαμβάνονται, όπως πάντοτε συνέβαινε. Σε κλειστούς κύκλους. Από καμαρίλες. Από τους ίδιους και τους ίδιους ανθρώπους, τους εμπίστους και βολικούς. Αυτούς ακριβώς που εγγυώνται ότι τίποτε δεν θα αλλάξει στις δομές εξουσίας και καμία διαρθρωτική αλλαγή δεν θα συντελεστεί. Γι’ αυτό και «οι άνθρωποι» του ενός Αρχιεπισκόπου γίνονται συχνά άνθρωποι και του επομένου, πράγμα που διασφαλίζει τη μαγιά για να συνεχιστεί η απραξία, η αδιαφάνεια, η αναξιοκρατία και η ατιμωρησία.
Και οι μείζονες αποφάσεις, επίσης, εξακολουθούν να λαμβάνονται σε μυστικά ή φανερά δείπνα με τους εκάστοτε κρατούντες, σε ιδιωτικές συναντήσεις με αρχηγούς κομμάτων, συμπολιτευόμενων και αντιπολιτευόμενων, με οικονομικούς παράγοντες και εφοπλιστές. Ερήμην του απλού κλήρου και, βεβαίως, ερήμην του λαού του Θεού. Των πιστών. Οι οποίοι έχουν πλέον και οι ίδιοι πιστέψει ότι δεν έχουν κανέναν άλλον ρόλο μέσα στην Εκκλησία τους, στην Εκκλησία την οποία, μαζί με τον κλήρο, οι ίδιοι απαρτίζουν, παρά μόνον εκείνον του άπραγου θεατή…».