ΔΕΝ ΕΚΛΕΙΣΕ Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Είναι γεγονός ότι ο πρώην Πρόεδρος της Γαλλίας είναι ένας σταθερός φίλος της Ελλάδος, που βοήθησε πολύ στην ένταξη της χώρας μας στην τότε ΕΟΚ (νυν ΕΕ) και είχε διαφωνήσει για την ένταξή μας στην Ευρωζώνη, καθώς έκρινε πολύ σωστά ότι η ελληνική οικονομία είναι αθωράκιστη και θα ζημιωθεί από την ένταξή της στην ΟΝΕ.

Θα θέλαμε να σχολιάσουμε ορισμένα σημεία αυτής της συνέντευξης, για να αντιληφθούν και οι αναγνώστες μας πώς βλέπουν το ελληνικό πρόβλημα σημαντικοί παράγοντες του εξωτερικού, δεδηλωμένοι φιλέλληνες.

α) Το πρώτο που επεσήμανε ο πρώην Πρόεδρος της Γαλλίας είναι η άποψή του ότι η χρηματοοικονομική διαχείριση της Ελλάδος δεν υπήρξε χρηστή από τη στιγμή της ένταξής της στην Ευρωζώνη. Όμως πρέπει να τονίσουμε ότι από τη μεταπολίτευση και μετά και καθόλη τη διάρκεια της προετοιμασίας της χώρας μας για την είσοδό της στην Ευρωζώνη, η χρηματοοικονομική διαχείριση, και γενικά η προσπάθεια να καταστεί η Ελλάδα ικανή να ενταχθεί στην ΟΝΕ, ήταν γενικώς αποτυχημένες και στηρίζονταν σε εικονική πραγματικότητα και σε ψεύτικα μακροοικονομικά στοιχεία. Επομένως οι ρίζες της σημερινής κατάστασης ξεκινάνε από την περίοδο της μεταπολίτευσης και κυρίως από το 1978 και μετά, όταν το δημόσιο χρέος της Ελλάδος βρισκόταν στο 35% του ΑΕΠ, με τάσεις ανόδου. Το 1985 το δημόσιο χρέος σχεδόν διπλασιάστηκε και προσέγγισε το 65% του ΑΕΠ. Στην ΟΝΕ μας έβαλε ο Σημίτης, και μάλιστα με απροπαράσκευη εντελώς την ελληνική οικονομία, οπότε το δημόσιο χρέος της Ελλάδος αυξήθηκε σημαντικά.

β) Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο πρώην Πρόεδρος της Γαλλίας μας πληροφορεί ότι τα μέτρα που ελήφθησαν στην Ελλάδα και αυτά που πρέπει να ληφθούν τα υπαγορεύει το ΔΝΤ. Δηλαδή ό,τι εφαρμόστηκε στην Ελλάδα είναι συνταγή του ΔΝΤ. Και επίσης αξιοσημείωτη είναι και η παραδοχή του ότι «το ευρωπαϊκό κατεστημένο επέλεξε την παραμονή της Ελλάδος στην Ευρωζώνη όχι λόγω φιλικής διάθεσης προς τη χώρα μας, αλλά επειδή θα κατέγραφαν μικρότερες απώλειες των πιστώσεών τους. Στην πραγματικότητα η δοθείσα στήριξη δεν συνιστούσε εξυπηρέτηση απέναντι στην Ελλάδα και στον λαό της». Με άλλα λόγια, η Ευρωζώνη αποφάσισε την παραμονή της χώρας μας στο ευρώ για τον μοναδικό λόγο, ότι έτσι εξυπηρετείτο το συμφέρον των βόρειων κρατών της Ευρωζώνης. Η Γερμανία και οι δορυφόροι της, αφού ζύγισαν σωστά τις επιπτώσεις από τυχόν αποχώρηση της Ελλάδος από το ευρώ, βρήκαν ότι είναι προς το συμφέρον τους να παραμείνει η χώρα μας και ας θυσιαστεί ο ελληνικός λαός. Και τα εδώ όργανα της «τρόικας» και των ξένων συμφερόντων πανηγύρισαν για τις τάχα παροχές, δηλαδή για την υπερχρέωση της χώρας μας, και το θεώρησαν μεγάλη επιτυχία τους. Με τα δεδομένα αυτά ο Ζισκάρ ντ’ Εστέν, που δηλώνει ένθερμος φίλος της χώρας μας, κάνει μια πολύ ριζοσπαστική πρόταση. Να επιδιώξει η Ελλάδα μια προσωρινή αποχώρηση από την Ευρωζώνη και από το ευρώ, να εκδώσει δικό της νόμισμα και παράλληλα να προσπαθήσει να λάβει μέτρα δημοσιονομικής εξισορρόπησης. Η πρόταση αυτή στην πραγματικότητα συνιστά προσωρινή αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, για να μπορέσει να ξεφύγει από την ύφεση. Και ασκώντας ανεξάρτητη οικονομική -και κυρίως νομισματική- πολιτική να παλέψει με τις δικές της δυνάμεις για την ανόρθωση της οικονομίας. Και φυσικά να ανασάνει ο ελληνικός λαός από την εξοντωτική εισοδηματική πολιτική και τη βαρύτατη φορολογική επιβάρυνση των πολιτών. Και όταν πετύχει η χώρα μας τους στόχους αυτούς, να επιστρέψει πάλι στην Ευρωζώνη και στο ευρώ ως πλήρες μέλος.

Έχουμε τη γνώμη ότι με το σημερινό σύμπλεγμα συμφερόντων που έχει αναπτυχθεί μεταξύ Ευρωζώνης και Ελλάδος, η πρόταση αυτή δεν είναι καθόλου ρεαλιστική και δημιουργεί πληθώρα προβλημάτων. Η πρόταση σημαίνει ότι στην εντελώς απίθανη περίπτωση που η ΕΕ δεχθεί την προσωρινή αποχώρηση της χώρας μας από την Ευρωζώνη, η ελληνική οικονομία θα αναγκαστεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να υποστεί δύο νομισματικές μεταρρυθμίσεις, αλλά και να συνεχίσει την πολιτική λιτότητας για τον λαό. Θα αντέξει άραγε μια τέτοια ταλαιπωρία; Ασφαλώς όχι. Γιατί μια τέτοια λύση θέλει ικανότατο και άξιο τιμονιέρη, που η χώρα μας δεν διαθέτει προς το παρόν.

γ) Στην ερώτηση εάν κατά την γνώμη του υπήρξαν λάθη, καθόσον αφορά τα μέτρα θεραπείας με τη λιτότητα και τις μεταρρυθμίσεις, απάντησε ως εξής: «Υπήρχε η πεποίθηση ότι η λιτότητα θα ευνοούσε την ανάπτυξη. Τώρα αλλάζουμε τη συνταγή και θα δώσουμε περισσότερο χρόνο στην Ελλάδα. Αλλά οι πολιτικοί και ο λαός πρέπει να εφαρμόσουν τις μεταρρυθμίσεις». Στην απάντηση αυτή διακρίνουμε την ελπίδα για κάποια αλλαγή στη συνταγή της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζει σήμερα η «τρόικα», αλλά και την απαίτηση για την πραγματοποίηση των μεταρρυθμίσεων για τις οποίες έχει δεσμευτεί η χώρα μας. Επειδή ο κ. Ζισκάρ ντ’ Εστέν δεν είναι τυχαίος, έχουμε τη γνώμη ότι γνωρίζει άριστα τις αποφάσεις του γαλλογερμανικού άξονα, που σήμερα κρατάει τα ηνία της Ευρωζώνης, αλλά και της ΕΕ. Το μέλλον βέβαια θα μας δείξει την αλλαγή της τροϊκανής συνταγής, καθόσον αφορά τον βαθμό σκληρότητας της λιτότητας και κατά πόσο τα τυχόν μεταλλαγμένα μέτρα θα προσφέρουν ουσιαστική ανάσα στον ταλαιπωρημένο ελληνικό λαό. Έχουμε την πεποίθηση ότι κατά την εδώ επίσκεψη του Προέδρου της Γαλλίας κ. Ολάντ, και στο πλαίσιο των συζητήσεων του με τον δικό μας πρωθυπουργό, πρέπει να συζητήθηκαν οι όποιες αλλαγές της συνταγής, και θα είναι βέβαια μη ανακοινώσιμες προς το παρόν, αλλά σε γενικές τουλάχιστον γραμμές γνωστές στον κ. Σαμαρά. Βέβαια ο κ. Ολάντ ήρθε στην Αθήνα κυρίως για εμπορικούς σκοπούς, αλλά η γαλλική ευαισθησία δεν μπορεί να τον άφησε βουβό μπροστά στη δραματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο ελληνικός λαός.

δ) Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η άποψη του πρώην Προέδρου της Γαλλίας για το θέμα της προσέλκυσης ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα. Ο κ. Ζισκάρ ντ’ Εστέν μας λέει: «Η Ελλάδα εμπνέει εμπιστοσύνη στους επενδυτές, αλλά όχι στους οικονομολόγους». Αυτό ασφαλώς είναι η πραγματικότητα. Και τούτο γιατί με διαφορετικά κριτήρια κρίνουν οι επενδυτές και με άλλα οι σεβόμενοι τον εαυτό τους οικονομολόγοι. Οι επενδυτές κρίνουν με βάση την κερδοφορία της επένδυσης και τις προοπτικές εξασφάλισης του κεφαλαίου που επενδύουν. Οι οικονομολόγοι όμως κρίνουν με βάση επιστημονικά δεδομένα και κυρίως τις μακροοικονομικές εξελίξεις της υπό εξέταση οικονομίας και τις τάσεις που αυτή παρουσιάζει. Και αυτή η διαπίστωση, ότι η Ελλάδα εμπνέει εμπιστοσύνη στους επενδυτές και μάλιστα στους ξένους, θα πρέπει να προβληματίσει όλους μας και κυρίως την κυβέρνησή μας. Άραγε οι επενδυτές προβλέπουν ότι η σημερινή ελληνική κυβέρνηση θα νομοθετήσει μέτρα-θέλγητρα (φορολογικά, μισθολογικά, οικολογικά και άλλα) για την προσέλκυση νέων ξένων και ντόπιων επενδύσεων, πέραν των όσων έχουν ήδη νομοθετηθεί κατά τη «μνημονιακή» διετία 2011-2012; Εάν συμβεί και αυτό, η Ελλάδα θα έχει μετατραπεί σε αποικία.

Ίσως εδώ να βρίσκεται και το μυστικό της μείωσης του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Είναι βέβαιο ότι χωρίς επενδύσεις και χωρίς τη συμμετοχή του κράτους και του τραπεζικού συστήματος στην επενδυτική προσπάθεια, η ελληνική οικονομία πολύ δύσκολα θα μπορέσει να μπει σε σταθερή αναπτυξιακή τροχιά. Όχι όμως να δώσουμε και τα «ρέστα μας» σε κερδοσκόπους-επενδυτές.

ε) Στη συνέντευξή του ο κ. Ζισκάρ ντ’ Εστέν μας είπε ξεκάθαρα ότι οι τράπεζες προς το παρόν «δεν θα επανέλθουν» στη χρηματοδότηση, προφανώς της επενδυτικής προσπάθειας της χώρας μας. Αλλά οι γαλλικές εταιρείες μπορούν να χρηματοδοτήσουν πλήρως έργα στην Ελλάδα. Η πρόβλεψη αυτή είναι ασφαλώς έντονα αρνητική. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι και το ελληνικό κράτος αδυνατεί να χρηματοδοτήσει νέες επενδύσεις για την εκτέλεση σοβαρών -και επομένως πολυδάπανων- αναπτυξιακών έργων. Το ΕΣΠΑ και τα άλλα κοινοτικά προγράμματα είναι σταγόνες στον ωκεανό των όσων χρειάζονται για μια σοβαρή και αποτελεσματική επενδυτική προσπάθεια. Επομένως η κυβέρνησή μας θα πρέπει την «πάσα ελπίδα» της για σοβαρές επενδύσεις να τη στηρίξει σε κερδοσκόπους-επενδυτές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Οι επενδυτές του ιδιωτικού τομέα συνήθως τρέχουν σε αποικίες (τάχα ανεξάρτητες χώρες) και σε κράτη υπερχρεωμένα και χρεοκοπημένα, γιατί εκεί απολαμβάνουν αποδοτικών προνομίων και υψηλής κερδοφορίας. Προσοχή λοιπόν.

στ) Απαντώντας στην τελευταία ερώτηση, «εάν η σημερινή κρίση βρίσκεται στο τελικό στάδιο», η άκρως διπλωματική απάντηση ήταν «ας πούμε ότι δεν έχει ολοκληρωθεί ο κύκλος της». Βέβαια δεν γνωρίζουμε εάν στη σκέψη του είχε την παγκόσμια οικονομική κρίση ή εννοούσε μόνο την ελληνική. Πάντως, ό,τι και αν είχε στη σκέψη του, η απάντηση αυτή είναι άκρως απαισιόδοξη. Και ασφαλώς σημαίνει ότι δεν βρισκόμαστε στο τέλος της κρίσης ούτε ότι υπάρχει φως στο τούνελ. Εκείνο όμως που δεν διευκρίνισε είναι ποιος είναι ο κύκλος που πρέπει να ολοκληρωθεί. Και αυτό πρέπει να μας φοβίζει. Στην προκειμένη περίπτωση, ο κύκλος είναι συνάρτηση του σκοπού που επιδιώκουν οι κατασκευαστές της τωρινής κρίσης. Μέχρις ότου επιτευχθεί ο σκοπός, όλοι μας θα υποφέρουμε, εκτός εάν υπάρξει κάποιο απρόβλεπτο και σημαντικό γεγονός, ικανό να αντιστρέψει το σημερινό status. Κάτι ασφαλώς θα γνωρίζει ο τέως Πρόεδρος της Γαλλίας.

Ασφαλώς πολύ ενδιαφέρουσα η συνέντευξη του παλαίμαχου, αλλά ακμαίου γάλλου πολιτικού και με έντονο χρώμα απαισιοδοξίας. «Απ’ έξω μαυροφόρα απελπισιά».


Σχολιάστε εδώ