Άμʼ έπος… Αμέργος!
Λίγο ο κυρ Μήτσος, λίγο ο κυρ Πέτρος, λίγο η κυρά-Θοδώρα –που ισχυρίζονταν μετά βεβαιότητας ότι δεν τα βγάζουν πέρα–, παραλίγο να πιστέψω τα ανεύθυνα λόγια του κοσμάκη.
Ευτυχώς που βγήκε ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών και έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Με μια αιφνιδιαστική, πλην καθοριστική παρέμβαση, αποκατέστησε την τάξη. Ειδικά για την τάξη των μισθωτών, με 586 και 511 ευρώ, είπε αυτό που κανένας ως τώρα δεν τολμούσε ούτε να ψιθυρίσει.
«Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα είναι υψηλός», πέταξε στον αέρα ο κύριος γενικός –έτσι γενικώς και αορίστως– και όλοι προσγειωθήκαμε στην πραγματικότητα.
Ένας νέος, μάλιστα, συνειδητοποιώντας το εξωφρενικό ύψος του μισθού του, ένιωσε να τον πλημμυρίζουν οι τύψεις. Μόνο που δεν έκλαψε το παιδί. Σε μια κρίση ευσυνειδησίας άρχισε να φωνάζει δημόσια:
–Εγώ φταίω! Εγώ φταίω, που η οικονομία μας δεν είναι ανταγωνιστική!
–Ώστε πιστεύεις κι εσύ πως ο κύριος γενικός έχει δίκιο; τον ρώτησα.
–Βεβαίως, κύριε, μου απάντησε. Αν εμείς οι νέοι κάτω των 25 δεν είμαστε τόσο υψηλόμισθοι, ίσως η χώρα να μην έμπαινε στο Μνημόνιο.
–Δηλαδή, σε φτάνουν τα 511 ευρώ που παίρνεις κάθε μήνα;
–Θα έλεγα πως φτάνουν και περισσεύουν, αν…
–Αν τι;
–Αν δεν υπήρχε το νοίκι, το ρεύμα, το νερό, το τηλέφωνο, το μετρό, ίσως και το σούπερ μάρκετ.
–Γιατί λες «ίσως» για το σούπερ μάρκετ;
–Γιατί τα τρόφιμα είναι όλα τα λεφτά. Αν δεν υπήρχε, λέω, το ψωμί, το γάλα, το κρέας και οι πατάτες είμαι βέβαιος ότι ο μισθός μου θα έφτανε και για όλα τα άλλα μου μικροέξοδα!
–Έχεις και έξοδα επιπλέον;
–Φυσικά! Όπως κάθε σύγχρονος νέος, με υψηλό μισθό, διατηρώ έναν κηπουρό για το εξοχικό μου, μια μαγείρισσα για τις σπεσιαλιτέ μου, έναν οδηγό για τη λιμουζίνα μου και ένα ακριβοπληρωμένο πλήρωμα για το σκάφος μου.
–Εντάξει, είπαμε ότι ο μισθός σου είναι υψηλός, αλλά για όλες αυτές τις υπερβολές, φτάνουν τα 511 ευρώ;
–Φτάνουν για μπουρμπουάρ!
Έτσι δεν είναι, κύριε Μέργο; Επειδή άλλο μισθός κι άλλο μπουρμπουάρ, στα όσα αφήσατε, ενδεχομένως, να εννοηθούν, ουδείς θα έλεγε «Άμʼ έπος… Αμέργος!»