Ο κ. Στουρνάρας αγωνίζεται για τη σωτηρία μας;

Φανταστείτε εάν δεν είχε αυτήν τη σκέψη στον νου του. Δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα παραπάνω για να εξαφανίσει το ελληνικό έθνος.

Αυτά που αποφασίζει και εφαρμόζει η σημερινή κυβέρνηση και τα υλοποιεί ο κ. Στουρνάρας, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μέτρα που οδηγούν στην καταστροφή την κοινωνική πλειονότητα αυτών που «δεν έχουν και δεν κατέχουν». Οι «έχοντες και κατέχοντες», κατά την έκφραση του κ. Σημίτη, όχι μόνο παραμένουν στο απυρόβλητο, αλλά καταληστεύουν μαζί με την κυβέρνηση τον ελληνικό λαό.

Oι κ. Σαμαράς, Βενιζέλος, Κουβέλης και Στουρνάρας μπορούν εύκολα να κατηγορηθούν για ενσυνείδητη αδιαφορία στο δράμα που βιώνει σήμερα ο Έλληνας. Γιατί δεν υποφέρει μόνο ο άνεργος και η οικογένειά του, υποφέρει και όλη η μεσαία τάξη, που καταστράφηκε εντελώς από τα συνήθη φορολογικά βάρη. Και όμως, οι κύριοι αυτοί ισχυρίζονται όλοι τους ότι αγωνίζονται τάχα για τη σωτηρία της πατρίδας! Και νομίζουν ότι αυτό περνάει στον λαό, με τη καλοστημένη μηχανή της προπαγάνδας που έχουν στήσει. Στην παραπάνω συνέντευξή του ο κ. Στουρνάρας είναι απολαυστικός με την αφέλεια που τον διακρίνει. Ρωτήθηκε γιατί η κυβέρνηση δεν αξιοποιεί την ευκαιρία με το «mea culpa» του ΔΝΤ, για να μετριαστεί η σκληρότητα των μέτρων λιτότητας. Και απολαύστε την απάντηση του υπουργού των Οικονομικών: «Ακριβώς επειδή τα μέτρα πλεονάζουν, ενισχύεται η πιθανότητα να αποκτήσουμε πλεόνασμα στον προϋπολογισμό». Αντί η κυβέρνηση να ζητήσει χαλάρωση των μέτρων και να δώσει ανάσα στον λαό, ο Στουρνάρας, σαν απλός λογιστής, προσέχει μόνο τα νούμερα και όχι το επίπεδο διαβίωσης των Ελλήνων. Σήμερα έχουν δημιουργηθεί, με την ομιλία του ΔΝΤ και πολλών άλλων αξιωματούχων της Ευρωζώνης, ευνοϊκές συνθήκες για τη χαλάρωση των αυστηρών μέτρων λιτότητας, που κατέστρεψαν την ελληνική οικονομία και τα ελληνικά νοικοκυριά. Και η κυβέρνηση αντί να επαναδιαπραγματευθεί και το Μνημόνιο και τα μέτρα, προσπαθεί να μαζέψει περίσσευμα στον προϋπολογισμό, για να το διαθέσει τάχα για βελτίωση του ΕΚΑΣ και πιθανόν και σε άλλες ανάγκες. Εμείς όμως προβλέπουμε ότι, με τα μέτρα που θα ληφθούν, ασφαλώς θα έχει περίσσευμα η κυβέρνηση, όχι όμως σε ευρώ αλλά σε αγανάκτηση. Τα χρέη του κόσμου στην εφορία θα διογκωθούν και θα παγώσουν, όπως έγινε το 2011 και το 2012. Και φέτος θα είναι ακόμη χειρότερη η κατάσταση για τους φορολογούμενους. Πού ακούστηκε τα βουνά και τα βράχια να αποτελούν πηγή φορολογικών εσόδων; Πού ακούστηκε η φορολογική επιβάρυνση των ακινήτων να τριπλασιάζεται μέσα σε έναν χρόνο; Γιατί το Κέντρο Πληροφοριακών Συστημάτων του ΥΠΟΙΚ δεν μερίμνησε να εισπραχθούν έγκαιρα οι φόροι των ακινήτων (ΕΤΑΚ) μέσα στα έτη 2010, 2011, 2012 και έρχονται τώρα όλες αυτές οι υποχρεώσεις μαζεμένες για να γονατίσουν τα νοικοκυριά και να εξοντωθεί η μεσαία τάξη; Τα εισοδήματα από ενοίκια είναι τόσο χαμηλά, που δεν μπορούν πλέον να καλύψουν τις φορολογικές υποχρεώσεις των ακινήτων. Τέτοια αναισθησία φορολογική, σαν τη σημερινή που μας σερβίρει η κυβέρνηση, δεν έχει το προηγούμενό της. Και όμως, υπάρχουν αναιδείς κυβερνητικοί βουλευτές που βγαίνουν στα κανάλια και, ενώ έχουν ψηφίσει αυτά τα μέτρα, τάχα τα καταδικάζουν. Το άκρον άωτον του εμπαιγμού. Αυτοί είναι οι εκπρόσωποι του ελληνικού λαού, που αμείβονται πλουσιοπάροχα και ψηφίζουν σαν λόχος, χωρίς να έχουν καν διαβάσει το τι ψηφίζουν.

Ένα άλλο σημείο που θα θέλαμε να τονίσουμε είναι οι εντελώς μετέωρες αισιόδοξες προβλέψεις του υπουργού Οικονομικών για την ύφεση. Το ΔΝΤ, η ΕΕ και ο κ. Στουρνάρας στον προϋπολογισμό του υπολογίζουν ότι το 2013 θα έχουμε μείωση της ύφεσης περίπου στο 4,5%. Όμως θα πρέπει να είναι ευχαριστημένη η κυβέρνηση εάν η ύφεση φέτος δεν υπερβεί το 10%. Με αύξηση του φορολογικού βάρους, με αύξηση της ανεργίας, με αύξηση του αριθμού των επιχειρήσεων που κλείνουν δεν είναι δυνατόν να προσδοκά κανείς εχέφρων την υποχώρηση της ύφεσης. Μεταξύ του όγκου της παραγωγής, που μπορεί η ελληνική οικονομία να προσφέρει ανάλογα με τις δυνατότητές της, και του όγκου της παραγωγής που πραγματικά προσφέρει σήμερα, υπάρχει μια διαφορά γύρω στο 30%.

Δεν αξιοποιείται το παραγωγικό δυναμικό της χώρας, λόγω ανυπαρξίας επενδύσεων και σημαντικής μείωσης της κατανάλωσης. Αυτό μπορεί η κυβέρνηση και πρέπει να το καταπολεμήσει, ώστε να μπορέσει η ελληνική οικονομία να παράγει αυτό το εθνικό προϊόν που είναι σε θέση. Τότε και μόνο θα αρχίσει να υποχωρεί η ύφεση. Ο υπουργός των Οικονομικών παραδέχτηκε ότι τα μέτρα αποδείχτηκαν σκληρότερα από αυτά που ήταν αναγκαία. Και το δικαιολόγησε αυτό με το σκεπτικό ότι «ποιος θα μπορούσε να μας δανείσει 240 δισ. ευρώ, συν 300 δισ. ευρώ που δόθηκαν στις τράπεζες για να αποφύγουμε τη χρεοκοπία; Χωρίς αυτήν τη βοήθεια θα είχαμε ήδη γυρίσει στη δεκαετία του 1950». Κατ’ αρχήν συμφωνούμε απόλυτα ότι το κράτος πήρε 240 δισ. ευρώ. Δηλαδή κατά μέσον όρο ετήσια την τριετία 2010-2011-2012 από 80 δισ. ευρώ κάθε έτος. Μπορούν άραγε οι κ. Παπακωνσταντίνου και Βενιζέλος, οι προκάτοχοί του υπουργοί Οικονομικών, να μας δικαιολογήσουν για ποιον λόγο οι δανειακές ανάγκες του κράτους μας από 35 έως 40 δισ. ευρώ ετήσια, μέχρι και το 2009, σκαρφάλωσαν σε διπλάσιο ύψος; Καθόσον αφορά τα 300 δισ. ευρώ, που ισχυρίζεται ο κ. Στουρνάρας ότι δανείστηκαν οι ελληνικές τράπεζες, τι έχουν απογίνει αυτά τα χρήματα; Δεδομένου ότι οι τράπεζες σταμάτησαν τη δανειοδότηση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών και τώρα κοιτάνε να βουτήξουνε και άλλα οι έλληνες τραπεζίτες. Επομένως καλώς τέθηκαν οι 4 μεγάλες ελληνικές τράπεζες υπό την κηδεμονία τής «τρόικας». Και εάν γι’ αυτόν τον υπέρογκο δανεισμό των τραπεζών έχουν δοθεί εγγυήσεις από το ελληνικό Δημόσιο, τότε οι τράπεζες αυτές πρέπει να κρατικοποιηθούν. Δεν είναι δυνατόν ο έλληνας φορολογούμενος να σηκώνει τόσο υψηλά βάρη. Όταν κλείνουν νοσοκομεία, πανεπιστήμια και ΤΕΙ, όταν καταργούνται επιδόματα επικίνδυνης ή ανθυγιεινής εργασίας, όταν μειώνονται συνεχώς οι συντάξεις, αλλά και οι μισθοί των εν ενεργεία υπαλλήλων, όταν το κράτος δεν διαθέτει χρήματα για εξοπλισμούς και για την προμήθεια άλλων υλικών αναγκαίων για τη λειτουργία του κράτους, όταν συμβαίνουν όλα αυτά, το μεγάλο ερώτημα είναι: Τι έγιναν τα 300 δισ. ευρώ που δανείστηκαν οι τράπεζες;

Από την πλευρά μας, διαπιστώνουμε ότι οι παραδοχές πάνω στις οποίες στηρίχτηκε η κατάρτιση του κρατικού προϋπολογισμού της φετινής χρονιάς είναι μετέωρες. Και δείχνουν ότι ο υπουργός των Οικονομικών και ολόκληρη η κυβέρνηση ζουν σε άλλη χώρα και όχι στην Ελλάδα. Διαφορετικά δεν δικαιολογείται τόση ανευθυνότητα. Από όσα ο υπουργός των Οικονομικών είπε στη συνέντευξή του, νομίζουμε ότι ο μετέωρος αυτός κρατικός προϋπολογισμός είναι ενσυνείδητη επιλογή του οικονομικού επιτελείου. Και τούτο γιατί οι κ. Σαμαράς και Στουρνάρας είναι καταρτισμένοι οικονομολόγοι και δεν μπορεί να πέφτουν τόσο έξω. Καταρτίζουν προϋπολογισμούς αισιόδοξους, εν γνώσει τους ότι οι στόχοι δεν θα επιτευχθούν και θα χρειαστεί η λήψη και άλλων συμπληρωματικών μέτρων. Και ασφαλώς αυτά θα είναι μέτρα μείωσης των συντάξεων και των κοινωνικών παροχών. Και τούτο για να φανούμε αξιόπιστοι, όπως λέει ο κ. Στουρνάρας, στους δανειστές μας και συνεπείς στις υποχρεώσεις μας.

Και απορούμε γιατί η κυβέρνηση δεν θέτει στο τραπέζι των συζητήσεων με τους ιθύνοντες της ΕΕ και της Ευρωζώνης την ανατροπή του Μνημονίου, λόγω της μεγάλης ζημιάς που προκάλεσαν τα λάθη της «τρόικας». Τόσο μεγάλη ευαισθησία στους δανειστές μας και τόσο μεγάλη αναλγησία στον ελληνικό λαό από μια κυβέρνηση που προήλθε από την προτίμηση του λαού; Ο κ. Στουρνάρας στη συνέντευξή του το λέει απερίφραστα: «Ο μόνος κίνδυνος για τη λήψη νέων μέτρων είναι να προκαλέσουμε μόνοι μας ατύχημα, αν δεν ανταποκριθούμε σε όσα υποσχεθήκαμε».

Και ο προϋπολογισμός που ψηφίστηκε από μια κοιμισμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία είναι τοποθετημένος μέσα σε όσα υποσχεθήκαμε στην «τρόικα». Δηλαδή να πέσει έξω ο προϋπολογισμός, ώστε να προκύψει ανάγκη για τη λήψη πρόσθετων φορολογικών μέτρων.

Τελειώνοντας τη σημερινή μας παρουσίαση, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι αυτή η κυβέρνηση έκανε άδικη και άνιση κατανομή των βαρών.

Από ορισμένες κατηγορίες υψηλόμισθων υπαλλήλων και λειτουργών, όπως για παράδειγμα των δικαστών, των ΔΕΚΟ, της Βουλής κ.ά. οι μειώσεις μισθών και συντάξεων αναλογικά υπήρξαν ανεπαίσθητες. Τι παραπάνω προσφέρουν αυτοί από τον δάσκαλο και τον καθηγητή, στον οποίο οφείλουν τη μόρφωση και τη διαπαιδαγώγησή τους;Αυτά πρέπει να προσέχει η κυβέρνηση, για να μην καταστρέψει την κοινωνική συνοχή και να εμπεδώσει το πνεύμα δικαιοσύνης.

Το συμπέρασμα είναι ότι σ’ αυτήν τη χώρα κατάφεραν οι διοικούντες να δημιουργήσουν στον λαό αισθήματα θυμού και αγανάκτησης.


Σχολιάστε εδώ