Η Άγκυρα επιμένει να συντηρεί υψηλούς τόνους στο μειονοτικό

Κατά τη διάρκεια της σχετικής του παρέμβασης, εκτός του Κυπριακού, ο κ. Νταβούτογλου αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, και στο μειονοτικό. Ειδικότερα, αναφερόμενος στο τελευταίο, ανέφερε ότι «η τουρκική μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα», εξειδικεύοντας, κατά τη δική του κρίση, τα «προβλήματα», προσδίνοντάς τους την κατά τα τουρκικά ειωθότα διάσταση.

Ο τούρκος υπουργός είπε δηλαδή ότι «η τουρκική μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης», κατά παράβαση των διεθνών συμφωνιών, στις οποίες η Ελλάδα είναι συμβαλλόμενο μέρος, καθώς και των διεθνώς αναγνωρισμένων κανόνων, δεν μπορεί να εκλέγει τους ιμάμηδες και μουφτήδες, να εκφράζει την ταυτότητά της ή να απολαύει ίσων ευκαιριών στην εκπαίδευση, την απασχόληση ή την πολιτική συμμετοχή…

Τάδε έφη κ. Νταβούτογλου.

Δεν αρκέσθηκε μόνο σε αυτό. Αναφέρθηκε και στις «δυσκολίες» που αντιμετωπίζει και η «τουρκική μουσουλμανική μειονότητα που ζει στα Δωδεκάνησα»(!) συμπληρώνοντας έτσι το μειονοτικό «πακέτο»…

Υπενθυμίζουμε ότι λίγες μόνον ημέρες πριν, κατά τη συνάντηση που είχαν στο Κατάρ οι πρωθυπουργοί της Τουρκίας και της Ελλάδας, ο κ. Ερντογάν έθεσε τα αιτήματα της «τουρκικής μειονότητας» της Θράκης, προβάλλοντας ιδιαίτερα το αίτημα-απαίτηση για απόσυρση του νόμου για τους ιεροδιδάσκαλους -ο οποίος σημειωτέον έχει ήδη ψηφιστεί από την ελληνική Βουλή- αίτημα που φυσικά απέρριψε ο έλληνας πρωθυπουργός.

Φαίνεται όμως ότι ο κ. Ερντογάν έθεσε και άλλα αιτήματα, τα οποία συνέδεσε με τη δήθεν καλή διάθεση που η τουρκική πλευρά επιδεικνύει για την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Δεν μας ξενίζει η στάση αυτή του τούρκου πρωθυπουργού. Δεν είναι εξάλλου η πρώτη φορά που η Άγκυρα με τη στάση της υιοθετεί και εφαρμόζει παρωχημένες λογικές «αμοιβαιότητας» και «συμψηφισμών».

Δεν θα ήταν άσκοπο να υπενθυμίσουμε ότι τον περασμένο Νοέμβριο, στη Σύνοδο του Συμβουλίου των υπουργών Εξωτερικών του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας, που συνήλθε στο Τζιμπουτί, υιοθετήθηκε απόφαση για την «κατάσταση της τουρκικής μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης και του μουσουλμανικού πληθυσμού της Δωδεκανήσου». Δεν χρειάζεται νομίζουμε να μαντέψουμε ποιοι υποκίνησαν την απόφαση αυτή…

Έχουμε και άλλες φορές αναφερθεί στο θέμα. Έχουμε τονίσει ότι το μειονοτικό δεν είναι διμερές θέμα Ελλάδος – Τουρκίας. Είναι εσωτερικό πρόβλημα της Τουρκίας και ο σεβασμός των δικαιωμάτων όλων ανεξαιρέτως των πολιτών που ζουν στην Τουρκία προκύπτει από τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της Άγκυρας, που απαρέγκλιτα πρέπει αυτή να εκπληρώνει.

Η ελληνική πλευρά αντιμετωπίζει τους έλληνες μουσουλμάνους στη Ρόδο και την Κω, καθώς και τα μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη, σαν έλληνες πολίτες που απολαμβάνουν πλήρους ισονομίας και ισοπολιτείας. Επιπλέον, καλόν θα είναι να τίθεται ένα απλό ερώτημα στους εκάστοτε τούρκους συνομιλητές των ελλήνων αρμοδίων: πώς εξηγούν το γεγονός ότι από τους 130.000 τουλάχιστον έλληνες μειονοτικούς που παρέμειναν στην Κωνσταντινούπολη, στην Ίμβρο και στην Τένεδο, μετά τις συμφωνίες της Λωζάννης (1923) περί υποχρεωτικής ανταλλαγής πληθυσμών, το ελληνικό μειονοτικό στοιχείο έχει τόσο δραματικά συρρικνωθεί, αφού απαριθμεί σήμερα σαφώς λιτότερους από 3.500 ψυχές; Η συρρίκνωση αυτή πού οφείλεται;

Η συλλογική μνήμη του Έθνους δεν μπορεί να διαγράψει τα Σεπτεμβριανά του 1955, τις απελάσεις του 1964 και τόσα άλλα…

Τα παραπάνω πρέπει δεόντως να προβάλλονται, για να απαθαρρύνεται κάθε παρόμοια τουρκική συμπεριφορά. Και ακόμη, «αυθόρμητες προσφορές» τούρκων επισήμων, όπως αυτή του τούρκου πρωθυπουργού στο Κατάρ, που δεν εδίστασε –υπό τον αυτόκλητο ρόλο του προστάτου των απανταχού μουσουλμάνων που νομίζει ότι έχει αναλάβει– να προτείνει την ανάληψη από την Άγκυρα του κόστους του τεμένους στην Αθήνα, λόγω των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει η χώρα μας.

Βλέπουμε λοιπόν πως μέσα σε λίγες μόνον μέρες η τουρκική πλευρά «ανέβασε» το θέμα του μειονοτικού σε δύο περιπτώσεις. Στο Κατάρ και στο Κάιρο.

Τι μας κάνει να πιστέψουμε ότι κατά την αμέσως προσεχή επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Τουρκία, όπου θα συνέλθει το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας των δυο χωρών, η Άγκυρα δεν θα επανέλθει στο θέμα;

Η ελληνική πλευρά πρέπει να είναι επαρκώς προετοιμασμένη για τις δέουσες απαντήσεις…

Ανεξάρτητα πάντως από τα παραπάνω, δεν αντιλαμβανόμαστε σε τι ωφελεί η υιοθέτηση από την Άγκυρα υψηλών τόνων σε ένα τόσο ευαίσθητο θέμα, στην παρούσα συγκυρία.

Η διαμόρφωση καλού κλίματος, τις παραμονές μάλιστα της συνάντησης των δύο πρωθυπουργών, αποτελεί βασική προϋπόθεση επιτυχίας της επίσκεψης.

Ποιος είναι ο λόγος που το ξεχνά η Άγκυρα;


Σχολιάστε εδώ