Φλερτ με το… αδιέξοδο για το «σούπερ χαράτσι» στα ακίνητα
Όλα τα δεδομένα που βρίσκονται στο τραπέζι των συνεχών συσκέψεων αυτής της εβδομάδας, εν όψει της… απειλητικής άφιξης της «τρόικας» στην Αθήνα στις 26 Φεβρουαρίου, συγκλίνουν στο ίδιο συμπέρασμα:
Ο υψηλός εισπρακτικός στόχος του ενιαίου φόρου κατοχής ακινήτων, που τοποθετήθηκε στο επίπεδο των 3 δισ. ευρώ ετησίως, θα είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί εάν δεν επιβληθεί το νέο «χαράτσι» από το πρώτο ευρώ περιουσίας, παρότι τα κόμματα της συγκυβέρνησης συμφωνούν ότι θα πρέπει να ισχύσει ένα αφορολόγητο όριο 50.000 ή 100.000 ευρώ, ώστε να προστατευθούν οι μικροί ιδιοκτήτες.
Στη διακομματική σύσκεψη της Παρασκευής υπήρξε κατ’ αρχήν συμφωνία να εγκαταλειφθούν τα σενάρια επιβολής του ενιαίου φόρου σε όλα τα ακίνητα από το πρώτο ευρώ αντικειμενικής αξίας της περιουσίας του κάθε ιδιοκτήτη και να ισχύσει ένα ελάχιστο αφορολόγητο όριο. Δεν υπήρξε οριστική συμφωνία για το αν το επίπεδο του αφορολόγητου ορίου θα ορισθεί στα 50.000 ή στα 100.000 ευρώ.
Είναι σαφές όμως, όπως αναφέρουν υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών, ότι είναι πρακτικά αδύνατον να εφαρμοσθεί αφορολόγητο όριο 100.000 ευρώ, δεδομένου ότι αυτό θα οδηγούσε στην εξαίρεση της πλειονότητας των φορολογουμένων από τον φόρο και θα περιόριζε σε πολύ χαμηλό επίπεδο την εισπρακτική του απόδοση. «Στην καλύτερη περίπτωση, θα ισχύσει αφορολόγητο 50.000 ευρώ, αλλά και αυτό είναι πολύ… χλωμό», τόνιζαν τα ίδια στελέχη.
Τα στελέχη που μετείχαν στη διακομματική σύσκεψη συμφώνησαν, επίσης, ότι η κλίμακα του νέου φόρου θα κλιμακώνεται από το 0,1% έως και το 2%. Σύμφωνα με το επικρατέστερο σενάριο, σε αξία περιουσίας άνω των 3 εκατ. ευρώ θα επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 1,5% και σε περιουσίες αξίας άνω των 5 εκατ. ευρώ θα επιβάλλεται ο «τιμωρητικός» συντελεστής του 2%, που ουσιαστικά καθιστά ασύμφορη για ένα φυσικό πρόσωπο την κατοχή ακινήτων αυτής της αξίας, αφού οι φόροι στα ενοίκια και ο φόρος κατοχής θα ξεπερνούν τα έσοδα από μισθώματα!
Εάν επιβληθεί ο φόρος με τέτοιους συντελεστές, εκτιμούν παράγοντες της κτηματαγοράς, ο μόνος δρόμος για όσους διατηρούν ακίνητα μεγάλης αξίας και τα ενοικιάζουν θα είναι να τα μεταφέρουν σε εταιρείες. Για τα ακίνητα των εταιρειών θα επιβάλλεται ο φόρος κατοχής με συντελεστές 0,1% – 0,4% (ο χαμηλότερος συντελεστής θα επιβάλλεται στα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα των εταιρειών).
Συμφωνία υπό αίρεση
Όμως, η συμφωνία αυτή παραμένει υπό αίρεση, καθώς δεν είναι καθόλου βέβαιο -το αντίθετο, όπως λένε υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου- ότι, έστω και με το χαμηλό αφορολόγητο όριο των 50.000 ευρώ, ο ενιαίος φόρος κατοχής θα έχει τις εξαιρετικά υψηλές αποδόσεις που έχουν συμφωνηθεί με το Μνημόνιο.
Και, μάλιστα, ότι οι υπολογισμοί για τις αναμενόμενες εισπράξεις θα γίνουν δεκτοί από την «τρόικα». Σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή εκτιμήσουν ότι θα υπάρξει «κενό» εσόδων από τον φόρο ακινήτων το 2014, οι «τροϊκανοί» έχουν το δικαίωμα, βάσει του Μνημονίου, να ζητήσουν από την κυβέρνηση πρόσθετα μέτρα, κατά προτίμηση με «ασφαλείς» περικοπές δαπανών, που θα καλύψουν το «κενό».
Αυτό το θέμα θα συζητηθεί στον αμέσως επόμενο έλεγχο της ελληνικής οικονομίας, στα τέλη Φεβρουαρίου, και η κυβέρνηση θέλει πάση θυσία να αποφύγει το ενδεχόμενο λήψης νέων μέτρων για την κάλυψη αστοχιών του φόρου στα ακίνητα.
«Συζητούμε για τον φόρο κατοχής ακινήτων χωρίς να γνωρίζουμε τη βάση υπολογισμού», λέει χαρακτηριστικά υπηρεσιακός παράγοντας του υπουργείου. «Πώς μπορούμε να μιλάμε για το αφορολόγητο και τους συντελεστές όταν δεν γνωρίζουμε καν πόσο θα μειωθούν οι αντικειμενικές αξίες, ώστε να προσεγγίσουν τις αγοραίες, όπως έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση με το Μνημόνιο;», διερωτάται χαρακτηριστικά η ίδια πηγή. Και τονίζει ότι, αν πάμε σε μια σοβαρή μείωση των αντικειμενικών τιμών, σύμφωνη με τις συνθήκες της αγοράς ακινήτων, θα είναι αδιανόητη κάθε σκέψη για αφορολόγητο όριο στον φόρο κατοχής.
Κατασκευαστικό… λάθος του Μνημονίου
Τα δισεπίλυτα προβλήματα με το νέο «χαράτσι» στα ακίνητα αποδίδονται από οικονομικούς αναλυτές αλλά ακόμη και από βουλευτές της συμπολίτευσης σε ένα σοβαρό… κατασκευαστικό λάθος του νέου Μνημονίου, που δεν προσπάθησε να το διορθώσει ο Γιάννης Στουρνάρας στην τελευταία διαπραγμάτευση με την «τρόικα»:
• Ο εισπρακτικός «πήχης» του ενιαίου φόρου κατοχής τέθηκε σε επίπεδα απαγορευτικά υψηλά για τους φοροδοτικά εξαντλημένους έλληνες πολίτες αλλά και για την αγορά ακινήτων, που βρίσκεται σε συνθήκες κραχ, πρωτοφανείς μεταπολεμικά, οι οποίες υποχρεώνουν ακόμη και μεγάλα μεσιτικά γραφεία να δημοσιεύουν προβεβλημένες αγγελίες πώλησης ακινήτων στο μισό (!) της αντικειμενικής τους αξίας, χωρίς να βρίσκουν αγοραστές.
• Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Μνημονίου, από το 2014, δηλαδή από τον πρώτο χρόνο, όταν όλοι οι επιμέρους φόροι κατοχής ακινήτων (μεταξύ των οποίων και το «έκτακτο» χαράτσι μέσω της ΔΕΗ…) θα υποκατασταθούν από τον ενιαίο φόρο, το Δημόσιο θα εισπράττει σταθερά έσοδα ύψους 2,9 δισ. ευρώ ετησίως μόνο από αυτήν την πηγή.
• Πρόκειται για έναν εξαιρετικά υψηλό στόχο: Ακόμη και το 2013, όπου θα εισπραχθούν εκτάκτως οι Φόροι Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ) προηγούμενων ετών αλλά και το «χαράτσι» στα ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα, τα έσοδα θα φθάσουν τα 3,2 δισ. ευρώ (σχεδόν επταπλάσια σε σχέση με το 2008). Ακόμη κι αν δεχθεί κανείς ότι η βάση του φόρου διευρύνεται, αφού θα φορολογούνται ακίνητα εκτός σχεδίου και αγροτεμάχια, είναι σαφές ότι τα 2,9 δισ. ευρώ αποτελούν… εξοντωτικά υψηλό εισπρακτικό στόχο, με δεδομένο ότι η φορολογική βάση θα πρέπει να συρρικνωθεί, αφού οι αντικειμενικές αξίες θα πρέπει να «κουρευτούν» αρκετά ώστε να πλησιάσουν τις πολύ χαμηλές πραγματικές τιμές των ακινήτων.