Φθαρμένοι και ανίκανοι κυβερνούν τη χώρα μας

Φθαρμένοι και ανίκανοι κυβερνούν τη χώρα μας. Πώς, αλήθεια, το κατορθώνουν; Η απάντηση είναι απλούστατη: Με απειλές, με εκβιασμούς, με κίβδηλες υποσχέσεις και με βία, πάρα πολύ μεγάλη βία. Η βία, όμως, προκαλεί την ΑΝΤΙΒΙΑ. Μια αντιβία που θα οδηγήσει απαρέγκλιτα –με τους πλείστους μάλιστα Έλληνες να πεινάνε, να τουρτουρίζουν απʼ το κρύο και να νιώθουν καταρρακωμένη την αξιοπρέπειά τους– σε ΕΞΕΓΕΡΣΗ μέχρι τελικής πτώσεως. Εξέγερση μέχρι τελικής πτώσεως, χωρίς να απαιτείται το «τυχαίο γεγονός» που τσαμπουνάνε τελευταία ορισμένοι μνημονιακοί για να αφυπνίσουν τους… αρειμανίως καθεύδοντες κυβερνώντες.

Ένας από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας, ο Πιττακός ο Μυτιληναίος, είχε πρωτοπεί –αργότερα το μηρύκασαν με παραλλαγές πάμπολλοι άλλοι– ότι «άριστη δημοκρατία είναι αυτή που δεν επιτρέπει στους κακούς να άρχουν και στους καλούς να μην άρχουν». Επʼ αυτού δύο παρατηρήσεις. Πρώτον: Το δίδυμο «κακός-καλός» εμπεριέχει αρκετά άλλα δίδυμα, όπως π.χ. «ανίκανος-ικανός», «ανέντιμος-έντιμος», «αναποφάσιστος-αποφασιστικός», «δειλός-θαρραλέος», «ολιγοφρενής-ευφυής» κ.ά. Και δεύτερον: Στις σημερινές κοινωνίες οι «καλοί», με την ευρύτερη έννοια που έδωσα, δεν επιθυμούν να ασχοληθούν με την πολιτική (ούτε καν με τα κοινά), μολονότι κατʼ εξοχήν «ζώα πολιτικά», αηδιασμένοι από όσα βλέπουν και ακούνε.

Από τα υφιστάμενα σήμερα αντιμνημονιακά κόμματα μόνο ένα διαθέτει ηγέτη ολκής. Ο ΣΥΡΙΖΑ. Γιʼ αυτό και τον πολεμούν λυσσωδώς τα υπόλοιπα, πλην των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Κόμμα το οποίο διαφωνεί με τον ΣΥΡΙΖΑ μόνο στο θέμα των μεταναστών, λες και τους έφερε στην Ελλάδα, όχι ο πρώτος διδάξας Σαμαράς τους Αλβανούς, όχι ο εγκληματικός Σημίτης με το «Δουβλίνο ΙΙ» τους εξ Ανατολών, αλλά ο… ΣΥΡΙΖΑ! Ο οποίος –ορθώς, ορθότατα– τους αντιμετωπίζει ως ανθρώπους, δυστυχισμένους μάλιστα, και ουδόλως ως… σαρκοβόρα θηρία ή… ακρίδες.

Εν τω μεταξύ ο «ολίγιστος Σαμαράς», σύμφωνα με ευθύβολο χαρακτηρισμό του Χρήστου Γιανναρά, κουβαλήθηκε μαζί με ένα τσούρμο επιχειρηματιών στο Κατάρ, όπου έκανε μια τρύπα στο νερό, γνωρίζοντας ότι διμερείς διακρατικές συμφωνίες χωρίς διεθνείς διαγωνισμούς απαγορεύονται διά ροπάλου! Συνειδητοποίησε, άραγε, ο «ολίγιστος» ότι την επίσκεψή του στο Κατάρ τη συνόδευαν οι ΚΑΤΑΡΕΣ των πλείστων Ελλήνων; Και ας μη φανταστεί κανείς ότι παρέθεσα ένα εύκολο λογοπαίγνιο. Το λεχθέν κατοπτρίζει την ΩΜΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ.

Η ανεγκέφαλη τρικομματική κυβέρνηση –κουκούτσι μυαλό δεν διαθέτει κανένας τους– τα έβαλε, χοντρά και προκλητικότατα μάλιστα, με το ΚΚΕ. Τον έμμεσο, δηλαδή, υποστηρικτή της! Και το τονίζω αυτό, αφού κύριος στόχος του ΚΚΕ είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Το μοναδικό κόμμα, δηλονότι, που θα την ανατρέψει. Δεν αντιλαμβάνονται οι «κράτα με να σε κρατώ να περνάμε τον γιαλό» κρατούντες ότι θα υπάρξουν αναπόφευκτα ΚΑΡΑΜΠΟΛΕΣ εις βάρος τους; Τους είναι άγνωστο ότι, εκτός από τους κατόχους ενός μικρού διαμερίσματος, τρέμει το φυλλοκάρδι και δικών τους οπαδών, όταν ακούνε για κατασχέσεις, ακόμα και δημεύσεις, ακίνητων περιουσιακών τους στοιχείων; (Ο συμπαθής αρμόδιος υφυπουργός κ. Μαυραγάνης είπε το μεσημέρι της Πέμπτης στον Νίκο Χατζηνικολάου ότι «θα υπάρξει ενιαίος φόρος ακινήτων, δίκαιος και αποτελεσματικός». Ποιος να τον πιστέψει με δεδομένες τις αφόρητες πιέσεις για έσοδα, έσοδα, έσοδα των τοκογλύφων δανειστών μας;)

Έγραψα όσα έγραψα για το ΚΚΕ, επειδή τα πιστεύω και τα θεωρώ πασίγνωστα, αλλά μετά τους διατεταγμένους κρατικούς τραμπουκισμούς είμαι συναισθηματικά μαζί του, όπως άλλωστε και ο ΣΥΡΙΖΑ στο σύνολό του. «Κάτω τα χέρια από το ΚΚΕ», φωνάζω κι εγώ, καταδικάζοντας απερίφραστα την πυγμή των κουφιοκεφαλάκηδων τύπου Δένδια, με όχημα τον νόμο και την τάξη, οι οποίοι, για να το πω και με τα λόγια του Σταύρου Λυγερού, «ροκανίζουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται». Προσθέτω αναφορικά με τις πιέσεις των τοκογλύφων δανειστών μας, ότι η… πάνσοφη και… λίαν αποτελεσματική κυβερνητική μαφία ΑΝΕΧΕΤΑΙ την ύπαρξη σωρείας «offshore» εταιρειών, που οι ιδιοκτήτες τους θησαυρίζουν και διασκεδάζουν απεριόριστα, βγάζοντας τη γλώσσα στα δήθεν σαΐνια που παριστάνουν τα αφεντικά τους…

Θυμίζω ότι ο προαναφερθείς έγκριτος καθηγητής της Φιλοσοφίας και επιφυλλιδογράφος της «Καθημερινής» Χρήστος Γιανναράς κατατρόπωσε τον Σαμαρά, αποκαλώντας τον «ολίγιστο». Ταυτόχρονα επήνεσε τον Αλέξη Τσίπρα για την έντονη και φωτεινή παρουσία του, τις πλούσιες εκφραστικές του δυνατότητες και τη ρητορική του δεινότητα, κατηγορώντας τον –σε άρθρο του, που αναδημοσίευσε η «Αυγή», που το διάβασα και που δεν το έχω δυστυχώς αυτή τη στιγμή μπροστά μου– για παλινωδίες και αντιφάσεις. Εικάζω ότι το εν λόγω άρθρο ήταν απόσπασμα από την επιφυλλίδα του της περασμένης Κυριακής, απόσπασμα, όμως, που δεν απέκρυπτε τα επικριτικά σημεία των απόψεων του κ. Γιανναρά. Εάν η εικασία μου αυτή είναι σωστή, εικάζω επίσης ότι δεν περιελάμβανε τη συνέντευξη του προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ στην Έλλη Στάη (Αν την παρακολούθησε ή όχι, το αγνοώ).

Στην εφʼ όλης της ύλης αυτή συνέντευξη, ο Αλέξης Τσίπρας υπήρξε ασυναγώνιστος και επέδειξε κυριολεκτικά ΙΩΒΕΙΟ ΥΠΟΜΟΝΗ απέναντι σε μια γνωστή για τη θρασύτητα και την προπέτειά της δημοσιογράφο, που τον διέκοπτε συνεχώς και δεν τον άφηνε να ολοκληρώσει τις περισσότερες φράσεις του. Όσοι είδαν και άκουσαν, πάντως, αυτή τη συνέντευξη, έβγαλαν τα συμπεράσματά τους. Θετικότατα για τον Τσίπρα και αρνητικότατα για τη δημοσιογράφο. Εκείνο, ωστόσο, που έχει σημασία είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας, αν εξαιρέσουμε τους εκ προοιμίου δύσπιστους, ΕΠΕΙΣΕ και ενσάρκωσε πόθους για ριζική –και εφικτή– αλλαγή στον τόπο μας. Ζήτησε εκλογές πριν διεξαχθούν οι γερμανικές, ώστε να αναγκαστεί η Μέρκελ να διαπραγματευτεί μαζί του. Πράγμα που αν δεν το κάνει, το κόστος για την Ευρωζώνη θα είναι τεράστιο. Ανέπτυξε αναλυτικά το πρόγραμμα του κόμματός του –κόμμα δημοκρατικό, δηλαδή πολυτασικό και όχι μονολιθικό, με αποφάσεις που θα λαμβάνονται όμως πλειοψηφικά– και δήλωσε ότι το βάρος και το εύρος των προβλημάτων είναι τόσο μεγάλο, ώστε θα ζητήσει ουσιαστική συνεργασία με άλλα κόμματα (εννοούσε προδήλως τους Ανεξάρτητους Έλληνες) και μεμονωμένους βουλευτές, ακόμα και αν υπάρξει αυτοδυναμία. Είτε αρέσει είτε δεν αρέσει στους αντιπάλους του, ο Τσίπρας είναι χαρισματικός, όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου (τον οποίο έχει μελετήσει εις βάθος), χωρίς να βαρύνεται με τα ελαττώματα του τελευταίου.


Σχολιάστε εδώ