Να μην επηρεάζει την ποιότητα της περίθαλψης των ασθενών η περιστολή των δαπανών για την Υγεία
Τα συμπεράσματα συνόψισε και παρουσίασε ο καθηγητής Δ. Κρεμαστινός, πρόεδρος της Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, ο οποίος συντόνισε μαζί με τον ακαδημαϊκό-καθηγητή του Πανεπιστημίου Harvard Δ. Τριχόπουλο τη Συνάντηση και τη συζήτηση. Σύμφωνα με αυτά οι αυθεντίες της Ιατρικής προτείνουν τα ακόλουθα:
1. Η περιστολή των δαπανών για την Υγεία, απαραίτητη και επιβαλλόμενη να επιδιώκεται σε περίοδο οικονομικής κρίσης, δεν πρέπει να αποβαίνει σε βάρος των ασθενών, που σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται να επηρεάζει την ποιότητα της παρεχόμενης περίθαλψης και συνεπώς τις ιατρικές αποφάσεις και θεραπευτικές επιλογές.
2. Οι γιατροί είναι απαραίτητο:
α) Να εφαρμόζουν τις ενδεικνυόμενες για κάθε περίπτωση θεραπείες, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις κατευθυντήριες οδηγίες, που εκδίδονται και αναπροσαρμόζονται όταν προκύπτουν νέα ευρήματα, από τους διεθνείς επιστημονικούς οργανισμούς, ανεξάρτητα από το κόστος τους (το οποίο, άλλωστε, λαμβάνεται υπόψη στις υποδείξεις των κατευθυντήριων οδηγιών, με συνυπολογισμό και των ωφελειών που προσφέρουν).
β) Να αποφεύγουν θεραπευτικές υπερβολές και περιττές διαγνωστικές διερευνήσεις, που σημαίνει ότι δεν πρέπει να υποδεικνύουν θεραπείες εκτός των ενδείξεών τους και να μη ζητούν άσκοπες διαγνωστικές εξετάσεις, που κοστίζουν πολύ και προσφέρουν ελάχιστα.
γ) Να φροντίζουν για τη συνεχή επιμόρφωσή τους, που συμπληρώνει, ανανεώνει και εκσυγχρονίζει τις γνώσεις τους, βελτιώνοντας έτσι την ικανότητά τους προς επιλογή των αποδοτικότερων θεραπευτικών χειρισμών.
δ) Να επιδιώκουν την πρόληψη της ανάπτυξης τόσο των νοσημάτων (πρωτοπαθής πρόληψη) όσο και των επιπλοκών τους (δευτεροπαθής πρόληψη).
3. Η Πολιτεία επιβάλλεται:
α) Να διευκολύνει τους γιατρούς στην εφαρμογή των ισχυουσών εκάστοτε θεραπευτικών και διαγνωστικών διεθνών οδηγιών, προσφέροντάς τους τα απαραίτητα μέσα, όπως ασφαλή και αποτελεσματικά φάρμακα και αποδοτικές επεμβατικές τεχνικές, με τη χρησιμοποίηση τεχνολογικά προηγμένων μέσων, ελέγχοντάς τους, όμως, ταυτόχρονα, ώστε να μην παρεκκλίνουν απʼ αυτές.
β) Να κατευθύνει υπεύθυνα, με άρτια προγράμματα, τα οποία θα ανανεώνονται συνεχώς, τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση των γιατρών, μετά την προπτυχιακή, φοιτητική, εκπαίδευσή τους και μετά την απόκτηση της ειδικότητάς τους, που πρέπει και να βελτιωθεί και να προσφέρεται ενιαία, σε όλες τις σχολές και κλινικές της χώρας.
γ) Να προωθεί στον πληθυσμό την έννοια της πρόληψης, πρωτοπαθούς και δευτεροπαθούς, η οποία κοστίζει, βέβαια, όμως παρέχει το όφελος της μετάθεσης της πρόκλησης των νοσημάτων σε μεταγενέστερο χρόνο, όταν η ανάπτυξή τους γίνεται σχεδόν αναπόφευκτη λόγω της ηλικίας, έχοντας όμως εξασφαλίσει στο μεταξύ, αφενός καλής ποιότητας ζωή και αφετέρου εξοικονόμηση των σημαντικών άμεσων και έμμεσων δαπανών, που απαιτεί η νόσηση σε νεαρότερες ηλικίες.
δ) Να κατανέμει σωστά, ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες κάθε ιδιαίτερης κλινικής κάθε ιδιαίτερου Νοσοκομείου, το ιατρικό δυναμικό της χώρας, που ήδη είναι υπερβολικά μεγάλο για τα ελληνικά δεδομένα, ώστε να ευοδώνεται η επιδίωξη της εξ ίσου ικανοποιητικής λειτουργίας όλων.
Τα συμπεράσματα αυτά, τα οποία διατυπώνονται για πρώτη φορά επίσημα, έπειτα από συζήτηση μεταξύ ειδικών και κοινή συμφωνία τους ως προς την ανάγκη της υιοθέτησης και εφαρμογής τους, αναδεικνύουν έντονα την ευαισθησία και την αγωνία των ηγετικών προσωπικοτήτων της Ιατρικής, που συμμετείχαν στη Συνάντηση, υπέρ των ασθενών και της ποιότητας της περίθαλψης που παρέχεται σʼ αυτούς, και αποτελούν αποφασιστική παρέμβασή τους έναντι της λογιστικής λογικής, με την οποία και μόνον διαμορφώνονται κατά την τελευταία τριετία στην Ελλάδα οι προϋπολογισμοί για την Υγεία.
Η πρωτοβουλία για την συνάντηση των καθηγητών ανήκει στον Οργανισμό Έκδοσης ιατρικών περιοδικών «Ιατρική Παιδεία».