Βγήκαμε ενισχυμένοι
Οι φόβοι για «αποσκιρτήσεις» βουλευτών που θα υπερψήφιζαν τις προτάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης, γεγονός που θα έθετε σε κίνδυνο τη σταθερότητα του κυβερνητικού συνασπισμού, δεν επιβεβαιώθηκαν. Οι κοινοβουλευτικές ομάδες Νέας Δημοκρατίας, ΠΑΣΟΚ και Δημοκρατικής Αριστεράς αποδείχθηκαν ιδιαιτέρως συμπαγείς κι αυτό παρά το γεγονός ότι από καμιά πλευρά δεν είχε τεθεί -επισήμως τουλάχιστον- θέμα κομματικής πειθαρχίας.
Παράγοντες του Μεγάρου Μαξίμου υπογράμμιζαν ότι από την όλη διαδικασία ενισχύθηκε η συνοχή της κυβέρνησης, ώστε με ακόμη μεγαλύτερη δυναμική να προχωρήσει στην προώθηση των αναγκαίων αποφάσεων και μεταρρυθμίσεων. Παράλληλα καταδείχθηκε η απόφαση των τριών κυβερνητικών εταίρων να συνεχίσουν τη κοινή πορεία τους, που συμφώνησαν μετά τις εκλογές του Ιουνίου, παρά τα εμπόδια που ανακύπτουν στη πορεία, αλλά και τις μεταξύ τους διαφωνίες σε επιμέρους ζητήματα. Θεωρούν ότι από τη συζήτηση στη Βουλή βγήκε κερδισμένος και πολιτικά αναβαθμισμένος ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Βαγγ. Βενιζέλος και αυτό θα αποβεί προς όφελος της κυβέρνησης. Οι ίδιοι παράγοντες του πρωθυπουργικού γραφείου σχολίαζαν με πολύ θετικό τρόπο την εμφάνιση του κ. Βενιζέλου στη Βουλή, κάτι που συμβαίνει ίσως για πρώτη φορά από τον σχηματισμό της κυβέρνησης. Κυβερνητικοί παράγοντες τόνιζαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ειδικά ο Αλ. Τσίπρας ήταν ο «μεγάλος χαμένος», καθώς τα επιχειρήματα που ανέπτυξε ήταν ισχνά, ενώ δεν παρουσίασε πρόσθετα στοιχεία που ενδεχομένως θα ενίσχυαν την πρότασή του για τη διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών του προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Αντιθέτως αποδείχθηκε, πρόσθεταν, ότι τα κίνητρά του ήταν αμιγώς πολιτικά, να επιφέρει ένα ισχυρό πλήγμα στο κυβερνητικό συνασπισμό, δεν είχαν δηλαδή σχέση με την αποκάλυψη της αλήθειας και την τιμωρία των ενόχων. «Αναδείχθηκε το στρατηγικό αδιέξοδο του ΣΥΡΙΖΑ και η αδυναμία του κ. Τσίπρα να ελιχθεί ανάμεσα στις διάφορες συνιστώσες» σημείωναν.
Μόνιμα εκτός κάδρου ο Σαμαράς
ΕΞΗΓΩΝΤΑΣ την απόφαση του Αντ. Σαμαρά να αποφύγει οποιαδήποτε εμπλοκή στην αντιπαράθεση με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και να μη μετάσχει στη συζήτηση, παράγοντες του Μεγάρου Μαξίμου επισημαίνουν ότι ήταν για συγκεκριμένους λόγους: Ότι ο πρωθυπουργός δεν ήθελε να φορτίσει περαιτέρω το κλίμα κι ενδεχομένως να κατηγορηθεί για παρέμβαση στη διαδικασία, είτε αυτή αφορούσε τη δικαιοσύνη είτε το Κοινοβούλιο. Στο πλαίσιο αυτό επέλεξε, με την ιδιότητα του απλού βουλευτή, να ψηφίσει σε μία κάλπη και την πρόταση της κυβερνητικής πλειοψηφίας, ενώ παράλληλα επέτρεψε στους βουλευτές της ΝΔ να ψηφίσουν κατά το δοκούν. Με εντελώς διαφορετικό τρόπο προσεγγίζουν τα πράγματα ορισμένοι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, που στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες τους διατυπώνουν τις επιφυλάξεις (διαφωνίες) τους ως προς την τακτική που ακολούθησε η ηγεσία της παράταξης. Όπως παρατηρούν, η ταύτιση με τον κ. Βενιζέλο και η «απενοχοποίησή» του στέλνει λάθος μήνυμα στους πολίτες και μακροπρόθεσμα ίσως αποδειχθεί επιζήμια για τη Νέα Δημοκρατία.
«Όμηρος»
ΤΑΥΤΟΣΗΜΕΣ με αυτές του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος είναι οι διαπιστώσεις που κάνουν στο ΠΑΣΟΚ για την τελική έκβαση της υπόθεσης. Εκτιμούν ότι η κυβέρνηση βγήκε ενισχυμένη και πως, αν στη πορεία δεν προκύψουν δραματικές εξελίξεις, μπορεί να παρατείνει τον βίο της, ακόμη- ακόμη και να εξαντλήσει την τετραετία.
Θεωρούν ότι από τη συζήτηση αναδείχθηκε με τον πλέον σαφή τρόπο η ορθότητα των χειρισμών του κ. Βενιζέλου και η μη εμπλοκή του στην αλλοίωση του περιεχομένου της λίστας. Κάνουν λόγο για ένα «κρας τεστ» από το οποίο εξήλθε νικητής και ταυτόχρονα το ΠΑΣΟΚ πήρε μια βαθιά πολιτική ανάσα, προκειμένου στη συνέχεια να αντιμετωπίσει τα εσωτερικά του προβλήματα. Αντίθετα διαπιστώνουν ότι «μεγάλος χαμένος» από την κόντρα στη Βουλή είναι ο Αλ. Τσίπρας, ο οποίος, όπως τονίζουν, είναι «όμηρος» των διαφόρων συνιστωσών που συγκροτούν τον ΣΥΡΙΖΑ και, ως εκ τούτου, δεν έχει προοπτικές.
Για «ήττα» του κ. Τσίπρα μιλούν και στη Δημοκρατική Αριστερά, με το σκεπτικό ότι δεν κατάφερε να πείσει με τα επιχειρήματά του για την ανάγκη διερεύνησης τυχόν ποινικών ευθυνών του κ. Βενιζέλου. Ακόμη ζητούν να προχωρήσουν με γρήγορους ρυθμούς οι εργασίες της Προανακριτικής, ούτως ώστε το συντομότερο δυνατό να υπάρξει πόρισμα και να απεμπλακεί ο πολιτικός κόσμος από το σκάνδαλο της λίστας Λαγκάρντ.