Κακοί χειρισμοί κάνουν βαθύτερη την κρίση στην Κύπρο
Φαίνεται όμως πως ήδη διεπράχθη ένα μνημειώδες σφάλμα, που δίνει στην κυπριακή κρίση πολύ απειλητικότερες διαστάσεις, με προφανείς πολιτικές προεκτάσεις και ενδεχόμενες επιπτώσεις στον χειρισμό του εθνικού θέματος.
Πέτρα του σκανδάλου είναι η αποδοχή από την Κεντρική Τράπεζα, με ευθύνη του νέου διοικητή της Πανίκου Δημητριάδη, μιας αναθεωρημένης, πολύ πιο αυστηρής και περιοριστικής αντιλήψεως των θεωρουμένων ως «επισφαλών» (κόκκινων) δανείων των κυπριακών τραπεζών. Συγκεκριμένα, με τη νέα αυτή αντίληψη θεωρούνται ως «επισφαλή» όλα τα δάνεια για τα οποία υπάρχει καθυστέρηση στην πληρωμή τριών δόσεων και άνω.
Προφανώς, η αντίληψη αυτή είναι υπερβολική και καταχρηστική και έρχεται σε αντίθεση με τη συνήθη τραπεζική πρακτική και με το καθεστώς το οποίο ίσχυε μέχρι τώρα στις κυπριακές τράπεζες και το οποίο ήταν αποδεκτό και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Η κυπριακή Κεντρική Τράπεζα αποδέχθηκε τη θέση αυτή στις διαπραγματεύσεις με την «τρόικα» και αυτή περιελήφθη στο προκαταρκτικό Μνημόνιο το οποίο έχει συμφωνηθεί.
Οι επιπτώσεις της αλλαγής αυτής στον υπολογισμό του ελλείμματος των τραπεζών και της ανάγκης για την ανακεφαλαιοποίησή τους ανέρχεται στο καθόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 6 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί περίπου στο ένα τρίτο του ΑΕΠ της Κύπρου.
Το χειρότερο είναι ότι, με την προσθήκη του ποσού αυτού, το εξωτερικό χρέος της Κύπρου καθίσταται μη βιώσιμο και τίθεται επί τάπητος από την πλευρά των δανειστών η ιδιωτικοποίηση των κερδοφόρων δημοσίων επιχειρήσεων: της Αρχής Ηλεκτρισμού, της Αρχής Τηλεπικοινωνιών και της Αρχής Λιμένων.
Τίθεται, επίσης, θέμα ενδεχομένου κουρέματος του δημοσίου χρέους. Το τελευταίο θα είχε καταστροφικές συνέπειες για τα Ασφαλιστικά Ταμεία και το Συνεργατικό Κίνημα, κυρίως, εφόσον περίπου το 60% των ομολόγων του δημοσίου χρέους κατέχονται από κυπριακούς φορείς. Θα αποτελούσε επίσης φοβερό πλήγμα στον ρόλο που διαδραματίζει η Κύπρος, ως διεθνές χρηματοπιστωτικό κέντρο, από τον οποίο αποκομίζει πολύ σημαντικά έσοδα.
Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται και τα ευρήματα της εταιρείας PIMCO, στην οποία ανατέθηκε η εκτίμηση των αναγκών ανακεφαλαιοποιήσεως των κυπριακών τραπεζών. Η PIMCO αναβιβάζει τις ανάγκες αυτές περίπου σε 10 δισ. ευρώ, αν και επιφυλάσσεται να προσδιορίσει ακριβώς τα ποσά αυτά με την οριστική, ολοκληρωμένη έκθεσή της, που αναμένεται να είναι έτοιμη στις αρχές του τρίτου δεκαημέρου του Ιανουαρίου 2013.
Προφανώς η εταιρεία PIMCO έλαβε επίσης υπ’ όψιν την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των επισφαλών δανείων των τραπεζών.
Η κατάσταση αυτή, που επιβαρύνει δραματικά τις προοπτικές της κυπριακής οικονομίας και απειλεί ευθέως την Κύπρο με κίνδυνο χρεοκοπίας, εάν δεν στέρξει να αποδεχθεί τους όρους των δανειστών, έχει προκαλέσει στο εσωτερικό σφοδρή πολιτική σύγκρουση, παρά τη σχετική νηνεμία των εορτών.
Στο επίκεντρο είναι η αμφισβητούμενη πολιτική που ασκεί ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, που διορίστηκε προσφάτως στη θέση του από τον σημερινό Πρόεδρο, ο οποίος τον μετεκάλεσε από πανεπιστήμιο του Λονδίνου.
Ο προηγούμενος διοικητής της τράπεζας, Αθανάσιος Ορφανίδης, με τον οποίο ο Πρόεδρος Δημήτρης Χριστόφιας ήρθε σε πλήρη ρήξη, κατηγόρησε τον νέο διοικητή και την κυβέρνηση ότι αυξάνουν σκοπίμως το έλλειμμα των τραπεζών για να αποποιηθούν τις κυβερνητικές ευθύνες για τη σημερινή οικονομική εξέλιξη και να επιρρίψουν τις ευθύνες στις τράπεζες.
Αυτά, άλλωστε, υποστηρίζει ο Πρόεδρος, ο οποίος επετέθη επανειλημμένα κατά των τραπεζών και του πρώην διοικητή, επιρρίπτοντας σ’ αυτούς την ευθύνη για τον οικονομικό εκτροχιασμό.
Οι τράπεζες γιατί εξετέθησαν αλόγιστα στα ελληνικά ομόλογα και γιατί ακολούθησαν μια άκριτη πολιτική επεκτάσεως. Ο τέως διοικητής γιατί δεν άσκησε, ως όφειλε, αποτελεσματική εποπτεία.
Οι κατηγορίες αυτές δεν είναι αβάσιμες, αλλά δεν δικαιολογούν το όλο πρόβλημα που προέκυψε και έφεραν, μέσα σε λίγα χρόνια, την άλλοτε ανθηρή οικονομία της Κύπρου στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Ο σημερινός Πρόεδρος φέρει βαρύτατες ευθύνες, γιατί κατασπατάλησε τα πλεονάσματα που είχε κληρονομήσει από τον προηγούμενο Πρόεδρο, άσκησε μια αλόγιστη καταναλωτική πολιτική και απέτυχε να δώσει οποιαδήποτε νέα ώθηση στην παραγωγική ανάπτυξη και γιατί εκώφευσε, εδώ και τρία χρόνια, στις εκκλήσεις που έρχονταν απ’ όλες τις πλευρές να πάρει εγκαίρως μέτρα.
Χαρακτηριστική, από την άποψη αυτή, είναι η αποκάλυψη του τέως διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας ότι έως περίπου δύο χρόνια απέφευγε να τον συναντήσει και συστηματικά δεν απαντούσε στις επιστολές που του έστελνε και στις προτάσεις που του υπέβαλλε.
Σε μια άλλη εξέλιξη, ο πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής Νικόλας Παπαδόπουλος εξαπέλυσε βολές κατά του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας για την πολιτική του στο θέμα των «επισφαλών» δανείων των τραπεζών. Εξήγγειλε επίσης ότι θα τον καλέσει, μετά τις εορτές, να εμφανιστεί ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών για να δώσει εξηγήσεις.
Ο τελευταίος αναζητεί διέξοδο σε μια νέα αξιολόγηση των αναγκών των τραπεζών από μια άλλη εταιρεία, τη γνωστή μας Blackrock. Η τελευταία θα προσκληθεί να διασταυρώσει τα αποτελέσματα τής PIMCO και να προβεί στις δικές της εκτιμήσεις.
Η συγκυρία των προεδρικών εκλογών, που θα διεξαχθούν τον Φεβρουάριο, περιπλέκει ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Ο Πρόεδρος, αντιμέτωπος μ’ έναν απολογισμό εξουσίας, που προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα θλίψεως και οργής, δίνει την εντύπωση ορισμένες φορές ότι ξεχνά πως είναι Πρόεδρος της Κύπρου και συμπεριφέρεται ως αρχηγός κόμματος.
Με το πνεύμα αυτό προσπαθεί να αποφύγει την υπογραφή του Μνημονίου και να το παραπέμψει στον νέο Πρόεδρο. Η Κύπρος όμως βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, χωρίς περιθώριο χρόνου και διατρέχει τον κίνδυνο να υποστεί, αμέσως μετά τις εκλογές, πιέσεις επίσης και εκβιασμούς για το Κυπριακό, σε συνδυασμό με τη δεινή οικονομική κατάσταση της Κύπρου.