Χριστούγεννα χωρίς ορατότητα
Έρχονται τα πιο φτωχά, στερημένα και αγχωτικά Χριστούγεννα μετά τον πόλεμο, μετά τη δεκαετία του ’40. Αγχωτικά γιατί δεν υπάρχει προοπτική, ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Συμβαίνουν όσα συμβαίνουν και κανείς δεν λέει πότε θα τελειώσουν, πόσο θα διαρκέσουν και, κυρίως, τι υπάρχει ύστερα από αυτά. Ο κόσμος δεν έχει πού να ακουμπήσει, είναι ακόμα παγωμένος από το σοκ της φτώχειας, των περικοπών, της αιφνίδιας ανεργίας: Ακόμα ηχούν στ’ αυτιά του οι διαπιστώσεις των εκσυγχρονιστών του κ. Σημίτη για τις καλύτερες μέρες που περνάμε (ήδη από το 1997…), για το πόσο ταυτίζεται η ισχυρή οικονομία με την άνοδο του χρηματιστηρίου, ακόμα είναι στα μάτια του οι προπαγανδιστικές εικόνες στις τηλεοράσεις με τον «πρωθυπουργό του ευρώ» να παίρνει τα πρώτα χαρτονομίσματα του ενιαίου νομίσματος από μηχάνημα ανάληψης και να επιδεικνύει τα εικοσάευρα στις κάμερες, που μετέδιδαν ζωντανά ή στις ειδήσεις τη μαγική στιγμή. Ακόμα ο κόσμος είναι αφημένος στο σκηνικό της πλαστής ευμάρειας των εκσυγχρονιστών, που δεν τόλμησαν να πουν την αλήθεια, ότι δηλαδή αυτό που διέπραξαν υιοθετώντας ισοτιμία 340,75 δραχμές ανά ευρώ ήταν δολοφονικό, μια και η Ελλάδα δεν μπορούσε να «σηκώσει» ισοτιμία μεγαλύτερη των 270 δραχμών ανά ευρώ. Η φούσκα της πλαστής ευμάρειας έσκασε στα χέρια του Κ. Καραμανλή, που πρόλαβε κι έχασε τις εκλογές, παραδίδοντας τα απομεινάρια της φούσκας στον ακατάλληλο και μη δυνάμενο να αντιληφθεί την πραγματικότητα Γ.Α. Παπανδρέου. Ήταν η εποχή που πολλοί αναρωτιόνταν «γιατί άραγε ο Καραμανλής παρέδωσε την εξουσία στον ΓΑΠ;». Να η απάντηση. Μόνο που τότε δεν φαινόταν. Αν κάτι βαρύνει τον Καραμανλή, είναι ότι δεν είπε τι συμβαίνει και δεν έκανε κάτι γι’ αυτό. Προτίμησε τον ρόλο του σύγχρονου Πόντιου Πιλάτου και απήλθε αφήνοντας την εξουσία στον ακατάλληλο πρόσκοπο. Σε αυτόν που είχε την ατυχία να κουβαλάει βαρύ όνομα και που θα μπορούσε να ηγείται ενός συλλόγου με χομπίστες κάποιου θέματος ή μιας ΜΚΟ με κάποια σπάνια και παράξενη ενασχόληση. Αντί αυτών, κλήθηκε να κυβερνήσει και με τη συνέργεια των Παπακωνσταντίνου, Βενιζέλου, Λοβέρδου έβαλε τη χώρα σε πολυεθνική επιτροπεία. Τα κυβερνητικά κόμματα ενώθηκαν σε ένα σχήμα συμφερόντων ουσιαστικά, ακολουθώντας μια πολιτική που άκουγε και ακούει στο όνομα «ευρώ με κάθε θυσία». Ακόμα κι αν αυτό σημαίνει εκατομμύρια ανέργων, μισθούς 300 ευρώ, καταστροφή του εμπορίου και κυρίως υποθήκευση της εθνικής ασφάλειας και εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας. Το πολιτικό προσωπικό του συστήματος έχει αποφασίσει ότι αυτή είναι η οδός και, αν δεν υπάρξει ανατροπή, θα ακολουθηθεί αυτή η οδός έως το τέλος. Κάτι που περιλαμβάνει εξόντωση των ανθρώπων, ακριβά αγαθά, ζωή στο ευρώ χωρίς ευρώ. Η παράνοια αυτή δεν αποτελεί παρά την πλήρη υποταγή του ελληνικού πολιτικού συστήματος στο διεθνοποιημένο τοκογλυφικό κεφάλαιο, που ενδύεται κοινοβουλευτικούς μανδύες στη Γερμανία και τους δορυφόρους της. Λίγο – πολύ, ο κόσμος καταλαβαίνει τι γίνεται, αλλά αρνείται να το δεχθεί. Αρνείται κυρίως να δεχθεί το βάθος των πραγμάτων, ότι δηλαδή η εξάρτηση της χώρας, η εκποίησή της, είναι τόσο μεγάλη, ώστε οι κυβερνήσεις μας είναι εικονικές. Αν το δεχθεί αυτό, πρέπει να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα, τον τρόπο που μετέχει στα κοινά και τον τρόπο που αποφασίζει. Καταλαβαίνει ότι δεν αρκεί μία ή περισσότερες απλές απεργίες για να ανατραπεί μια κακή κυβέρνηση: Δεν πρόκειται γι’ αυτό. Όμως δεν είναι έτοιμος να καταλάβει περισσότερα, γι’ αυτό και αρνείται να ακούσει περισσότερα. Έως ότου η ζωή έρθει να πάρει τον κόσμο απ’ το χέρι και να τον οδηγήσει αλλού. Εκεί όπου θα υπάρχουν αξίες, αρχές, προοπτικές και ελπίδα.