ΕΠΙΔΙΑΙΤΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΔΥΝΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΕ
Στην έκθεση της ευρωβουλευτή Μαριλένας Κοππά για την πολιτική της Διεύρυνσης υπάρχει η επίμαχη παράγραφος 27, με την οποία καλείται η ΕΕ να στηρίζει τις προσπάθειες για την επίλυση εκκρεμών διαφορών, συμπεριλαμβανομένων και των διασυνοριακών εδαφικών διαφορών, πριν από την προσχώρηση και σύμφωνα με τις διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου, του Χάρτη του ΟΗΕ και τα σχετικά ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και την τελική πράξη του Ελσίνκι. Ενθαρρύνει επίσης όλα τα μέρη που εμπλέκονται σε διενέξεις, η συνέχιση των οποίων ενδέχεται να παρεμποδίσει την εφαρμογή του κεκτημένου ή να θέσει σε κίνδυνο τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας, να καταβάλουν εποικοδομητικές προσπάθειες για την ειρηνική επίλυσή τους. Εφόσον ενδείκνυται, σε περιπτώσεις που δεν είναι σε θέση να καταλήξουν σε συμφωνία, ενθαρρύνει τα μέρη να προσφύγουν στο Διεθνές Δικαστήριο ή να καταφύγουν σε δεσμευτικό μηχανισμό διαιτησίας της επιλογής τους ή να συνεργαστούν εποικοδομητικά στο πλαίσιο εντατικής αποστολής διαιτησίας. Επαναλαμβάνει, τέλος, το αίτημα στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο να αρχίσουν να διαμορφώνουν, σύμφωνα με τις συνθήκες της ΕΕ, μηχανισμό διαιτησίας που να στοχεύει στην επίλυση διμερών και πολυμερών διαφορών.
Συνεχάρην θερμά τη Μαριλένα Κοππά για την πολύ σημαντική έκθεσή της αναφορικά με την πολιτική της Διεύρυνσης, ωστόσο αντιτάχθηκα σφόδρα στην ανωτέρω περιγραφείσα παράγραφο 27, η οποία ανοίγει διάπλατα οδούς για παρερμηνείες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μεθοδολογία αμφισβήτησης της κυριαρχίας κρατών, μέσω αναφορών όπως η δεσμευτική επιδιαιτησία και η προσφυγή σε διεθνή δικαστήρια για επίλυση διασυνοριακών ή άλλων διαφορών.
Το Διεθνές Δικαστήριο είναι περισσότερο πολιτικό όργανο, δυστυχώς, και λιγότερο νομικό και οι μηχανισμοί επιδιαιτησίας έχουν αφήσει πολύ πικρή πείρα στους Έλληνες. Αναφορικά με το Αιγαίο και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος, αναφορικά με την υπόθεση της λεγομένης Μακεδονίας, δηλαδή της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, και αναφορικά με το διαβόητο σχέδιο Ανάν, το οποίο αποσκοπούσε στην κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Εν προκειμένω, αναφέρομαι στην περίπτωση της Κύπρου, όπου, ενώ για μας δεν υπάρχει καμία διασυνοριακή εδαφική διαφορά με την Τουρκία και καμία διαφορά όσον αφορά την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της χώρας μας, η Τουρκία αδιαμφισβήτητα προκαλεί, κατέχοντας παράνομα κυπριακά εδάφη και διεκδικώντας με πολεμικές ιαχές και επικίνδυνες απειλές την Αποκλειστική Θαλάσσια Οικονομική μας Ζώνη.
Αυτά δεν συνάδουν με συμπεριφορά υποψήφιου προς ένταξη κράτους. Θεωρώ καθήκον μου την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της χώρας μου και της ΕΕ αλλά και την αξιοπιστία της ΕΕ, την οποία η έκθεση θερμά υπερασπίζεται, και τονίζω ότι δεν μπορούμε να μπούμε σε επιδιαιτησία με μια παρανομούσα χώρα, της οποίας πρωταρχική προενταξιακή υποχρέωση οφείλει να είναι η άρση της στρατιωτικής κατοχής της Κύπρου.
Η Τουρκία, που είναι υποψήφια προς ένταξη χώρα και παίρνει κάθε χρόνο δισεκατομμύρια για τον εκσυγχρονισμό και τον εκδημοκρατισμό της, τα οποία σπαταλά για να εφαρμόζει ο Ερντογάν την πολυδιάστατη πανισλαμική ηγεμονική πολιτική του, οφείλει να συμμορφωθεί με το διεθνές δίκαιο και τις αρχές της ΕΕ.
Αντ’ αυτού παρεμποδίζει τις εργασίες της Μεικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής με την ΕΕ, δεν επιτρέπει τη συνεδρίαση της 70ής Συνόδου, για να μην παρίσταται η Κυπριακή Προεδρία, και καθυβρίζει καθημερινά το κυπριακό κράτος και τους «Ρουμλαράτ του Νότου, που δεν είναι καν φυλή».
Μέσω δεσμευτικής επιδιαιτησίας, προφανώς, μας παρότρυνε πρόσφατα ο επίτροπος Φούλε να «επιλύσουμε» το πρόβλημα της κυπριακής ΑΟΖ ως διμερή διαφορά είτε μέσω προσφυγής σε διεθνή δικαστήρια. Με άλλα λόγια, να εξελιχθεί η περίπτωση της κυπριακής ΑΟΖ σε ένα νέο Αιγαίο, με «πάγωμα» των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Δηλαδή, οι ισχυροί της Ευρώπης, μέσω μηχανισμών και οικονομικών συμμαχιών με τους νεοεισερχόμενους, να καταστρατηγούν τα δικαιώματα και την κυριαρχία των αδυνάτων.