«Πρόεδρε… κάνε με υπουργό!»

Λεπτές είναι πια οι ισορροπίες εντός του κυβερνητικού συνασπισμού, με τον πρόεδρο της ΔΗΜΑΡ Φώτη Κουβέλη να καλείται να παίξει τον ρόλο ενός πολύ καλού «μαέστρου», καθώς ΝΔ και ΠΑΣΟΚ συγκεντρώνουν μόλις 151 βουλευτές, κάτι που σημαίνει ότι καθίσταται αναγκαία και επιτακτική, όσο ποτέ άλλοτε, η στήριξη του τρίτου κυβερνητικού εταίρου, προκειμένου να διασφαλίζεται η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πολιτική νομιμότητα του κυβερνητικού σχήματος. Μετά το «παρών» της ΔΗΜΑΡ στο πολυνομοσχέδιο και τις ενστάσεις που διατυπώθηκαν το τελευταίο χρονικό διάστημα για τα εργασιακά, είναι γνωστό σε όλους πως υπάρχουν ακόμη «τραύματα» στη σχέση του Φώτη Κουβέλη με τους άλλους δύο εταίρους, με κερασάκι στην τούρτα την πρόσφατη πρωτοβουλία του Αντώνη Σαμαρά για την κατάργηση του νόμου Ραγκούση περί ιθαγένειας. Με όλα αυτά να αποτελούν κάποια από τα κομμάτια ενός παζλ που πρέπει να συναρμολογηθεί, έρχεται όλο και πιο επιτακτικά στο προσκήνιο η συζήτηση για τον ανασχηματισμό, ο οποίος θα αποτελέσει ευκαιρία για την τρικομματική κυβέρνηση ώστε και να ανανεώσει το Υπουργικό Συμβούλιο αλλά και να επανακαθορίσει τη σχέση μεταξύ των πολιτικών αρχηγών.

Στην Αγίου Κωνσταντίνου, ωστόσο, η ηγεσία κρατά προς στιγμήν κλειστά τα χαρτιά της και, όπως τονίζουν, καμία κουβέντα δεν έχει γίνει στα κομματικά όργανα περί πιθανής αντικατάστασης των υπουργών που μετέχουν στην κυβέρνηση. Ενδεικτική του κλίματος που επικρατεί ήταν και η δήλωση του μέλους της ΕΕ Θόδωρου Μαργαρίτη πως «για τη Δημοκρατική Αριστερά το κύριο ζήτημα δεν είναι ο ανασχηματισμός, αλλά το περιεχόμενο της ασκούμενης πολιτικής. Εμείς, άλλωστε, περιβάλλουμε με απόλυτη εμπιστοσύνη τα πρόσωπα που έχουμε υποδείξει στη σημερινή κυβέρνηση. Δεν έχουμε κανέναν λόγο να αλλάξουμε τον χαρακτήρα της συμμετοχής μας υπό αυτές τις συνθήκες. Είναι καθαρό ότι στηρίζουμε –με δεδομένες τις δικές μας πολιτικές απόψεις και ευαισθησίες– την κυβέρνηση, ώστε να εξασφαλιστεί η μέγιστη πολιτική σταθερότητα για την αποτροπή της χρεοκοπίας και την παραμονή της χώρας στο ευρώ».

Πίσω από τις κλειστές πόρτες της πρόσφατης συνεδρίασης της ΕΕ, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του «Π», υπήρξαν στελέχη που είπαν ότι πρέπει να ανοίξει η κουβέντα για τον ανασχηματισμό, παρά το γεγονός πως η θεματολογία της εν λόγω συνεδρίασης αφορούσε την αποτίμηση για τις κρίσιμες συνεδριάσεις της Βουλής για το πολυνομοσχέδιο και τον προϋπολογισμό. Μάλιστα, όπως ανέφερε κορυφαίος βουλευτής της ΔΗΜΑΡ στο «Π», «οι κ. Σταύρος Λιβαδάς και Αντώνης Σχετάκης έθεσαν θέμα συμμετοχής στην κυβέρνηση της ΔΗΜΑΡ με πολιτικά στελέχη». Στη συνέχεια, βέβαια, ο Φώτης Κουβέλης τόνισε, παρουσία όλων, πως δεν είναι της παρούσης να ανοίξει το συγκεκριμένο θέμα και έτσι μετατέθηκε για μια από τις επόμενες συνεδριάσεις. Προς επίρρωση των παραπάνω, ήρθαν και οι δηλώσεις εντός της εβδομάδας του Δημήτρη Χατζησωκράτη πως «ο ανασχηματισμός δεν είναι στην ατζέντα του κόμματος και θα συζητηθεί όταν προκύψει». Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, σύμφωνα με τους ανθρώπους που βρίσκονται κοντά του, δεν επιθυμεί να αναλάβει καθήκοντα αντιπροέδρου στον ανασχηματισμό ούτε βέβαια και να εμπλακεί περισσότερο στην κυβέρνηση. Θα ζητήσει να παραμείνει στο υπουργείο του ο Αντώνης Μανιτάκης, χωρίς ωστόσο να έχει αποφασίσει αν θα ζητήσει άλλες υπουργικές καρέκλες.

Μεγάλο, πάντως, φαβορί σε επίπεδο στελεχών στον επικείμενο ανασχηματισμό θεωρείται ο Δημήτρης Χατζησωκράτης και το όνομά του βρίσκεται πρώτο στη λίστα του Φ. Κουβέλη. Από κει και πέρα, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το «Π», έχουν μπει ήδη στον πειρασμό της υφυπουργοποίησης οι βουλευτές Βασίλης Οικονόμου, Νίκος Τσούκαλης και Σπύρος Λυκούδης, με τον Γιάννη Πανούση, ωστόσο, να μένει κατά πάσα πιθανότητα εκτός κυβερνητικού κάδρου, μετά την προσωπική του επιλογή να απέχει από την ψηφοφορία του προϋπολογισμού.

Οι επόμενες μέρες προδιαγράφονται ενδιαφέρουσες, καθώς οι πολιτικές εξελίξεις «τρέχουν» και ο Φώτης Κουβέλης αδιαμφισβήτητα θα αποτελέσει τον πόλο σταθερότητας αυτής της κυβέρνησης. Για μία ακόμη φορά καλείται να πάρει στους ώμους του το πολιτικό κόστος που θα έχουν από δω και στο εξής –τόσο για τον ίδιο όσο και για την παράταξή του– τα δύσκολα νομοθετήματα που απορρέουν από τους εφαρμοστικούς. Το στοίχημα επομένως θα είναι να μην εγκλωβιστεί, γιατί η συμμετοχή στον κυβερνητικό συνασπισμό, από τη μία, και η διατήρηση των αριστερών καταβολών του κόμματος, από την άλλη, αποτελούν, όπως έχει αποδειχθεί, μια ριψοκίνδυνη τακτική, που ήδη έχει αρχίσει να του κοστίζει πολύ ακριβά.

Σ.Γ.


Σχολιάστε εδώ