Απειλεί το Μνημόνιο η ανοικτή κόντρα κυβέρνησης – δικαστών!

Έγκυρες δικαστικές πηγές προαναγγέλλουν, μιλώντας στο «Π», «έλεγχο παντού ως προς τη νομιμότητα για τις περικοπές μισθών και συντάξεων», με προσφυγές στα διοικητικά και τα ποινικά δικαστήρια.

Εξετάζοντας, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, τον εφαρμοστικό νόμο του Μνημονίου, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε με μεγάλη πλειοψηφία ως μη συμβατές με το Σύνταγμα τις διατάξεις με τις οποίες επιβάλλονται νέες μειώσεις στις συντάξεις, καταργούνται για τους συνταξιούχους τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας και αυξάνεται από 1.1.2013 το όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση στα 67 έτη. Έτσι, για πρώτη φορά, το Ελεγκτικό Συνέδριο αμφισβητεί τη συνταγματικότητα νόμου που επιβάλλεται στο πλαίσιο του Μνημονίου.

Η γνωμοδότηση αυτή δεν είναι δεσμευτική ούτε ανατρέπει άμεσα τα σχέδια κυβέρνησης – «τρόικας» για τις συντάξεις. Ανοίγει όμως τον δρόμο για προσφυγές από συνταξιούχους κατά του νόμου και τους παρέχει ένα ισχυρότατο νομικό όπλο, το οποίο θα επικαλεστούν για να δικαιωθούν από το Συμβούλιο της Επικρατείας, «ξηλώνοντας» σε βάθος χρόνου το Μνημόνιο. Υπενθυμίζεται, πάντως, ότι το ΣτΕ έχει απορρίψει προσφυγές κατά της συνταγματικότητας του πρώτου Μνημονίου.

Στο σκεπτικό της απόφασής τους οι δικαστές «μαστιγώνουν» τη μνημονιακή λογική των βάναυσων περικοπών, χωρίς στοιχεία αναλογικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης, τονίζοντας ότι οι νέες «επιθέσεις» στους συνταξιούχους προσκρούουν στη συνταγματική υποχρέωση σεβασμού και προστασίας της αξίας του ανθρώπου, στις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας και στην προστασία της εργασίας. Οι μειώσεις στις συντάξεις, υπογραμμίζεται, επιβάλλονται κατά τρόπο άνισο, «χωρίς ορθή κλιμάκωση», και συνέχεια πληρώνει η ίδια ομάδα του πληθυσμού, χωρίς να έχουν εξαντληθεί όλα τα υπόλοιπα μέσα για τη μείωση των ελλειμμάτων.

Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά, «μολονότι δεν μπορεί κατ’ αρχάς να αμφισβητηθεί ότι με τις ως άνω ρυθμίσεις διώκεται η ικανοποίηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος συνισταμένου στην περιστολή των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, ούτε αιτιολογείται ούτε τεκμηριώνεται με την παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων η προσφορότητα και αναγκαιότητα των θεσπιζομένων περιορισμών για την επίτευξη του σκοπού αυτού, υπό την έννοια της εξάντλησης κάθε άλλου διαθέσιμου μέτρου, ούτως ώστε να αποτραπεί η επιβάρυνση, για πολλοστή φορά, της ίδιας κατηγορίας πολιτών, πολύ περισσότερο, μάλιστα, που οι μειώσεις υπολογίζονται με ενιαίο ποσοστό επί του συνόλου του ποσού κάθε σύνταξης, χωρίς εσωτερική κλιμάκωσή τους, με αποτέλεσμα να προκύπτουν δυσανάλογες επιβαρύνσεις».

Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με πληροφορίες του «Π», ο πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ι. Καραβοκύρης έκανε προσπάθεια να «εκμαιεύσει» από την Ολομέλεια μια «ηπιότερη» γνωμοδότηση, όπου απλώς θα εκφράζονταν επιφυλάξεις για τη συνταγματικότητα των διατάξεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν είχε μοιράσει στους συμβούλους το ερώτημα επί του οποίου καλούνταν να γνωμοδοτήσουν, με αποτέλεσμα να προκληθούν έντονες αντιδράσεις, και τελικά αναγκάστηκε να το διανείμει την Τρίτη, μισή ώρα πριν από τη συνεδρίαση.

Δικαστικές πηγές τονίζουν στο «Π» ότι από την πλευρά τους θα γίνουν όλες οι απαιτούμενες ενέργειες για να ελεγχθεί σε όλα τα επίπεδα, ακόμη και στο ποινικό, η νομιμότητα όλων των περικοπών σε μισθούς και συντάξεις.

Το κλίμα στον χώρο των λειτουργών της Δικαιοσύνης έχει βαρύνει το τελευταίο διάστημα επικίνδυνα, καθώς βρίσκονται σε μακρά κινητοποίηση κατά των μεγάλων και αναδρομικών μειώσεων στις αποδοχές τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι Εισαγγελέας με 18 χρόνια στο Σώμα θα δει τις αποδοχές του να μειώνονται περισσότερο από 20%, από τα 3.200 στα 2.500 ευρώ. Παρά την πολυήμερη απεργιακή τους κινητοποίηση, δικαστικοί λειτουργοί τονίζουν ότι η κυβέρνηση δεν έχει αντιδράσει ως τώρα ούτε έχει επιδιώξει να έρθει σε ουσιαστικό διάλογο επί των προτάσεων που έχουν καταθέσει οι Ενώσεις τους.


Σχολιάστε εδώ