Η Κύπρος μπροστά σε κρίσιμες επιλογές

• Στο εθνικό θέμα υπήρχε η παρακαταθήκη του «Όχι» στο Σχέδιο Ανάν. Αυτό οριοθετούσε το πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα έπρεπε να αναζητηθεί πολιτική λύση. Οι κόκκινες γραμμές ήταν δεδομένες, παρά το γεγονός ότι η Ελληνική πλευρά είχε ήδη προβεί από παλιά σε πολύ σημαντικές υποχωρήσεις με την ελπίδα μιας διευθετήσεως. Η διπλωματική εκστρατεία που είχε επιτηδείως ενορχηστρωθεί κατά της Κύπρου ως του δήθεν «αδιάλλακτου μέρους», που είχε απορρίψει το Σχέδιο Ανάν, εξάντλησε τη δυναμική της, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη διεθνή θέση της Κύπρου. Αντιθέτως, η τελευταία ενισχύθηκε εξ αντικειμένου με την ένταξη ολόκληρης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

• Στον οικονομικό τομέα, η Κύπρος βρισκόταν στην πρώτη τριάδα των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, μαζί με το Λουξεμβούργο και τη Φινλανδία. Είχε πλεόνασμα 3,7% στον προϋπολογισμό της και το δημόσιο χρέος της ήταν κάτω από το 50% του ΑΕΠ.

• Στον ενεργειακό, έναν νέο, πολλά υποσχόμενο τομέα, η Κύπρος είχε ήδη προχωρήσει στην ανακήρυξη της ΑΟΖ και στην υπογραφή συμφωνιών οριοθετήσεως με την Αίγυπτο και τον Λίβανο. Με τον τελευταίο έμεινε σε εκκρεμότητα η επικύρωση της συμφωνίας, λόγω Τουρκικών παρεμβάσεων αλλά και εσωτερικών πολιτικών λόγων, που έχουν σχέση με τις διαφορές του Λιβάνου με το Ισραήλ. Σημειωτέον, η Κύπρος επεδίωξε να υπογραφεί προηγουμένως η συμφωνία οριοθετήσεως με τον Λίβανο, πριν προωθηθεί αντίστοιχη συμφωνία με το Ισραήλ, για την οποία είχε ήδη γίνει η απαραίτητη προεργασία.

Στο πλαίσιο αυτό, είχε επίσης προωθηθεί η εκμετάλλευση της ΑΟΖ, παρά τις Τουρκικές αντιδράσεις και απειλές, με την υπογραφή της γνωστής συμφωνίας με την εταιρεία Noble Energy.

Αλλαγή σκηνικού

Το σκηνικό, τέσσερα χρόνια μετά, φαίνεται πολύ διαφορετικό και ανησυχητικό:

• Προεξάρχει, ως πιο έκδηλο και άμεσο, το οικονομικό. Το πλεόνασμα εξανεμίσθηκε. Το έλλειμμα ανήλθε στο 6% περίπου, πριν τεθεί ως επιτακτικός στόχος, έναντι της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, η αποκλιμάκωσή του στο 3%. Το δημόσιο χρέος αυξάνεται αλματωδώς και αναμένεται να ανέλθει στο 75% περίπου. Η ανεργία επανέρχεται ως μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα και η ύφεση απειλεί. Η Κύπρος της Ευρωπαϊκής πρωτοπορίας χτυπά τώρα την πόρτα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στηρίξεως.

Προφανώς, οι λόγοι της κρίσεως χρέους, που πλήττει ολόκληρο τον Ευρωπαϊκό Νότο, δεν είναι μόνο εσωτερικοί. Συνδέονται με τη διεθνή οικονομική κρίση, που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ το 2007 και το 2008, και με τον τρόπο διαρθρώσεως και λειτουργίας της Ευρωζώνης και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την Κύπρο, η κρίση είναι οργανικά διασυνδεδεμένη με την κρίση στην Ελλάδα, λόγω της πολύ σημαντικής εκθέσεως των Κυπριακών τραπεζών στην Ελληνική αγορά και στα Ελληνικά ομόλογα.

Αυτό όμως που προβάλλεται και ως άλλοθι από την πλευρά της Κυπριακής κυβερνήσεως είναι μόνο ένα μέρος του προβλήματος. Το γενικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Κύπρος, πέρα από τους εξωγενείς παράγοντες, έχει σχέση με τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν και που οδήγησαν στην εξάλειψη του πλεονάσματος και σε πολύ μεγάλη διεύρυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Η ευθύνη για το τελευταίο δεν βαρύνει, ασφαλώς, μόνο την παρούσα κυβέρνηση. Η τελευταία όμως βαρύνεται από το γεγονός ότι όχι μόνο αμέλησε να λάβει εγκαίρως δραστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της καταστάσεως, αλλ’ ότι επίσης αρμένισε για πολύ καιρό προς την αντίθεση κατεύθυνση και επιδείνωσε δραματικά την κατάσταση, φέρνοντας την Κυπριακή οικονομία στα όριά της.

Η Κύπρος, σαφώς, δεν βρίσκεται σε τόσο δύσκολη θέση όπως η Ελλάδα. Μπορεί, για τον λόγο αυτό, να φέρει μεγαλύτερη αντίσταση σε ακραία προγράμματα λιτότητας και νεοφιλελευθερισμού που προωθούνται από την «τρόικα» με αφορμή την κρίση και την αντιμετώπισή της. Δεν διαφεύγει όμως κανενός ότι η οικονομική κατάσταση της Κύπρου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το εθνικό πρόβλημα. Προφανώς, η οικονομική αποδυνάμωση επιβαρύνει επικίνδυνα και τη διαχείριση του εθνικού προβλήματος. Σε μια στιγμή μάλιστα που τα πράγματα έχουν γίνει πολύ δύσκολα και ανησυχητικά και σ’ αυτόν τον τομέα.

• Η διολίσθηση και η κατολίσθηση που έγινε στις θέσεις της Ελληνικής πλευράς, κατά τα τελευταία τέσσερα χρόνια, έχουν φέρει το Κυπριακό σε δεινή κατάσταση.

Ενδεικτική είναι η απάθεια με την οποία αντιμετωπίζονται σήμερα οι ραδιουργίες του ειδικού αντιπροσώπου για το Κυπριακό του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Αλεξάντερ Ντάουνερ. Ο τελευταίος ενεργεί, στην πραγματικότητα, υπό τη σημαία του ΟΗΕ, σε αγαστή συνεργασία και σύμπνοια με τη Βρετανική διπλωματία.

Επιχειρεί σήμερα, χωρίς καμιά αντίδραση από τη Λευκωσία, να κεφαλαιοποιήσει και να κωδικοποιήσει, με τη βούλα του ΟΗΕ, ως διεθνές κεκτημένο για το Κυπριακό, όλες τις απίστευτες υποχωρήσεις στις οποίες προέβη, κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών συνομιλιών των τελευταίων τεσσάρων χρόνων, ο Κύπριος Πρόεδρος.

Οι υποχωρήσεις αυτές περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:

• Την αποδοχή της εκ περιτροπής Προεδρίας.

• Την, καταρχήν, αποδοχή της παραμονής 50.000 εποίκων.

• Την αναγνώριση και απόδοση σε όλους τους Τούρκους υπηκόους, στα 73 δηλαδή εκατομμύρια Τούρκους της Τουρκίας, των τεσσάρων ελευθεριών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, πριν από την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι τέσσερις ελευθερίες αφορούν την ελεύθερη διακίνηση, εγκατάσταση, αγορά ιδιοκτησίας, το δικαίωμα εργασίας.

Η Βρετανική διπλωματία, που ποδηγετεί τη δράση στο Κυπριακό του ξένου παράγοντα, προσπαθεί να προκαταλάβει, εν όψει προεδρικών εκλογών στην Κύπρο, τον Φεβρουάριο του 2013, οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή στρατηγικής στο Κυπριακό, που τίθεται εκ των πραγμάτων, μετά την πλήρη χρεοκοπία της ακολουθούμενης πολιτικής. Συμπράττει πλήρως με την τουρκική πλευρά και προωθεί την ντε φάκτο «λύση» του κυπριακού πάνω στη βάση των τετελεσμένων γεγονότων και την αναγνώριση δύο «ισοτίμων κρατών» στην Κύπρο, υπό το παραπλανητικό περιτύλιγμα μιας δήθεν ομοσπονδίας. Στο πνεύμα αυτό, υπό το πρόσχημα της διαδικασίας των διακοινοτικών συνομιλιών, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, υποσκάπτει τη διεθνή θέση της Κύπρου στον ΟΗΕ αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν μάλιστα ασκεί την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως η Κύπρος κατά το β΄ εξάμηνο του 2012.

Σύννεφα και στο θέμα του φυσικού αερίου

Η ανεύρεση φυσικού αερίου στην Κυπριακή ΑΟΖ και το πρώτο βήμα για την εκμετάλλευσή του με την εταιρεία Noble Energy αντιπροσωπεύει ένα νέο μεγάλο στρατηγικό και γεωπολιτικό χαρτί για την Κύπρο. Είναι στο ενεργητικό της σημερινής κυβερνήσεως ότι συνέχισε στον τομέα αυτό την πολιτική του προκατόχου της. Ολοκλήρωσε δηλαδή τις διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση της ΑΟΖ με το Ισραήλ, έδωσε συνέχεια στην εφαρμογή της συμφωνίας με τη Noble Energy και προκήρυξε τον δεύτερο κύκλο ενδιαφέροντος για άλλα οικόπεδα της Κυπριακής ΑΟΖ. Είναι επίσης στο ενεργητικό της η προώθηση των σχέσεων με το Ισραήλ, υπό το φως της στρατηγικής συγκλίσεως συμφερόντων μεταξύ των δύο χωρών.

Και αυτός όμως ο τόσο κρίσιμος τομέας δεν έμεινε, δυστυχώς, ανεπηρέαστος από μια γενικότερη πολιτική στο Κυπριακό, που εγκυμονεί και στον τομέα αυτό τεράστιους κινδύνους. Ο Κύπριος Πρόεδρος άρχισε να μιλά για μερίδιο των Τουρκοκυπρίων στα κέρδη του φυσικού αερίου, ακόμη και πριν από τη λύση του Κυπριακού. Αυτά ειπώθηκαν και από το έδρανο της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών. Ο ξένος παράγων άρπαξε την ευκαιρία και προσπαθεί να εντάξει το θέμα του φυσικού αερίου στις διακοινοτικές συνομιλίες ως δήθεν διακοινοτικό θέμα.

Με την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και με την ανεύρεση στη δική της ΑΟΖ μεγάλων αποθεμάτων φυσικού αερίου, σε συνδυασμό με τη ρήξη στις σχέσεις Τουρκίας και Ισραήλ, η Κύπρος ενίσχυσε καταλυτικά τη θέση της. Δεν πρέπει η ίδια να υπονομεύσει τη θέση της με ανεπίτρεπτες υποχωρήσεις και ψευδαισθήσεις. Χρειάζεται απαγκίστρωση από την ακολουθούμενη πολιτική και νέα στρατηγική. Μια στρατηγική που να περιφρουρεί ως κόρη οφθαλμού την κρατική υπόσταση της Κύπρου, που είναι η σταθερή και πολύτιμη έπαλξη του αγώνα της.


Σχολιάστε εδώ