Τα Συνταγματικά Πραξικοπήματα και η Τραγωδία της Χώρας…

Και εκ των υστέρων οι «Φρουροί» εκχέουν υποκριτικώς («επιλαθείη η γλώττα το λάρυγγί μου αν σε απαρνηθώ, ω Σιών, Σιών…») «κροκοδείλια δάκρυα» για την εκχώρηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας και την υπαγωγή της Χώρας και του Λαού της σε Προτεκτοράτο του Γερμανικού Δόγματος: «Drang nach Osten» (= πορεία προς Ανατολάς)!

Αλλά «ενός κακού δοθέντος, μύρια έπονται…»!

Ο Πρώτος τη τάξει «Φρουρός της Συνταγματικής Τάξης» κατά την εκχώρηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας κατέφυγε στην τακτική των παλαιών Αρσακειάδων: «Η σιωπή μου προς απάντησή σας…»!

Ο Δεύτερος τη τάξει, ο ανεκδιήγητος και ανελλήνιστος, ο μοιραίος ΓΑΠ, ανεπιστρεπτί καταδικασμένος στην Εθνική Συνείδηση, ομού μετά του Τρίτου στην Πολιτειακή Τάξη, του «κηπουρού» του, Φίλιππου Πετσάλνικου, απολαμβάνουν τα επίχειρα των ενεργειών τους…

Ο μεν πρώτος ως περιοδεύων, κατ’ απονομή «καθηγητής» του Χάρβαρντ, ο δε δεύτερος επαναπαυόμενος στην παράνομη βίλα του στην Κοζάνη!

Ω της καταισχύνης…

Και ήλθε η «Νέα Τάξη πραγμάτων». Ο Πρώτος τη Τάξει «Φρουρός της Συνταγματικής Τάξης» συνεχίζει την τακτική της «δακρυρροούσης Νιόβης». Ο Δεύτερος, μετά τα απειράριθμα «Ζάππεια», την «ώρα που ενδίδει και πηγαίνει για τα Σούσα, για σατραπείες και τέτοια», καθ’ ομολογία του, «ουδείς αναμάρτητος», προσφέρει τα προσκυνήματά του στην εκπρόσωπο των Νιμπελούγκεν…

Και ο αδάμαστος Λαός διαγιγνώσκει: «Διεμερίσαντο τα ιμάτιά μου και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον…».

Ο Τρίτος στην Πολιτειακή Τάξη διακηρύσσει τις σεξουαλικές ικανότητές του στον δυστυχή καθηγητή Προκόπη Παυλόπουλο, στερούμενος της «έξωθεν καλής μαρτυρίας», ανάγει σε υπέρτατους Δικαιοκριτές τον υπόδικο Ι. Καπελέρη και τον αμφιβόλου αξιοπιστίας Ι. Διώτη και, ως άλλος Πόντιος Πιλάτος, επανέρχεται στην έδρα του Πραιτωρίου!

«Λαέ μου, καλέ και ηγαπημένε, πάντα ευκολόπιστε και πάντα προδομένε…», αναφωνεί στο διάβα των 187 χρόνων ο Εθνικός μας Ποιητής Διονύσιος Σολωμός.

Η ανιστόρητη «ηγεσία» αυτού του δύσμοιρου Τόπου ας εγκύψει, τούτες τις κρίσιμες στιγμές, στα θυμόσοφα λόγια εκείνων που κράτησαν γιαταγάνι για τη λευτεριά της δόλιας της Πατρίδας:

• «Τούτη την πατρίδα την έχουμε όλοι μαζί, και σοφοί και αμαθείς, και πλούσιοι και φτωχοί, και πολιτικοί και στρατιωτικοί, και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Όσοι αγωνιστήκαμε, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσομεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμε όλοι μαζί να τη φυλάμε, κι όλοι μαζί και να μη λέγει ούτε ο δυνατός “εγώ” ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς “εγώ”; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει “εγώ”. Όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκιάνουν, τότε να λέμε “εμείς”. Είμαστε στο “εμείς” κι όχι στο “εγώ”…».

(Γιάννης Μακρυγιάννης: «Απομνημονεύματα»)

Το θλιβερό θέαμα του Μεταπρατικού Κεφαλαίου -ενίων, μάλιστα, επιγόνων των Μαυραγοριτών της Γερμανικής Κατοχής (1941-1944)- να δίνει προχθές «αναφορά» στην εκπρόσωπο των Νιμπελούγκεν, σε κεντρικό ξενοδοχείο των Αθηνών, αναξέει στη μνήμη μας τις πλέον μελανές σελίδες της Νεοελληνικής Ιστορίας.

Ένα εράνισμα από τη διεξοδική και απολύτως τεκμηριωμένη μελέτη του ιστορικού Δημοσθένη Κούκουνα: «Η Ελληνική Οικονομία κατά την Κατοχή», Εκδόσεις Ερωδιός, σκιαγραφεί το πορτρέτο των Μαυραγοριτών του χθες και του Σήμερα:

• «Γεγονός είναι ότι παράπλευρα σε εκείνους που εκούσια περιόρισαν την επαγγελματική τους δραστηριότητα (σ.σ.: κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής), κυρίως για λόγους αρχών, κάποιοι άλλοι αναζήτησαν ευκαιρίες υπέρμετρου πλουτισμού. Τρεις κύριες κατηγορίες επαγγελματιών θησαύρισαν: α) οι εργολήπτες οχυρωματικών, λιμενικών και άλλων κατασκευαστικών έργων, β) οι προμηθευτές των αρχών κατοχής, κατά κανόνα με ανάθεση, και γ) οι συντεταγμένοι ή ασύντακτοι μαυραγορίτες. Θα πρέπει να αναφερθεί ειδικά για τους τελευταίους, οι οποίοι ευθύνονται κατά ένα σημαντικό μέρος για την πείνα και τις στερήσεις στη διάρκεια της Κατοχής, ότι στην πραγματικότητα δεν τιμωρήθηκαν. Παρά τις κατά καιρούς απόπειρες ποινικοποίησης της δράσης τους… τελικά βγήκαν αλώβητοι και με καλά φυλαγμένους τους θησαυρούς που συγκέντρωσαν…».

Κάθε ομοιότητα με τις σημερινές καταστάσεις οφείλεται απλώς σε σύμπτωση…

Η ανιστόρητη «πολιτική ελίτ», και δη ο κομψευόμενος υπουργός Εξωτερικών κ. Δ. Αβραμόπουλος, δεν ευδόκησε να εγχειρίσει στην «υψηλή φιλοξενούμενη», την Άνγκελα Μέρκελ, το από 7 Ιουνίου 1941 τηλεγράφημα του «κυνηγού θησαυρών» της Βέρμαχτ προς το Βερολίνο, Κίνσμπεργκ, στο οποίο αποκαλύπτεται η λεηλασία από τις Γερμανικές αρχές Κατοχής στο Ηράκλειο της Κρήτης, από το εκεί υποκατάστημα της Τραπέζης της Ελλάδος, ενός τμήματος του Χρυσού της Ελλάδος.

• «…Ενώ διαρκούσε η έρευνα για τα κρατικά αρχεία, η Ειδική Μονάδα του υπουργείου Εξωτερικών ανακάλυψε στις 5 Ιουνίου στο Ηράκλειο, στο θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας της Ελλάδος, 91,502 κιλά χρυσού και 127,075 κιλά αργύρου σε νομίσματα, καθώς και ένα μεγάλο και πέντε μικρά κιβώτια γεμάτα χρυσό, άργυρο και κοσμήματα, από τα αποθέματα που προορίζονταν για τις ελληνικές αμυντικές δαπάνες. Παραδόθηκαν προς φύλαξη στον στρατιωτικό διοικητή, ταγματάρχη Τρέεκ, μαζί με το κλειδί του θησαυροφυλακίου. Προτείνω ο πληρεξούσιος του Ράιχ για την Ελλάδα να παραλάβει με αντιπρόσωπό του τα ευγενή αυτά μέταλλα».

Ο θησαυρός αυτός ουδέποτε επεστράφη στη Χώρα μας. Και αυτός ο λεηλατηθείς από τους Γερμανούς Ναζί θησαυρός δεν συνυπολογίζεται στο κατοχικό Δάνειο και στη λεηλασία των πλουτοπαραγωγικών πηγών της Χώρας μας.

Αλλά πού η λεβεντιά του Μπαρμπα-Γιάννη Μακρυγιάννη στη σημερινή εθελόδουλη «πολιτική ελίτ»:

• «…Όταν μου πειράζουν την Πατρίδα μου… θα μιλήσω, θα ‘νεργήσω κι ό,τι θέλουν ας μου κάμουν…».


Σχολιάστε εδώ