Η όποια ανάσα θα χαθεί αν δεν υπάρξει αμέσως φως στο τούνελ

Το αποτέλεσμα ήταν η κάθε πλευρά να δίνει τη δική της ερμηνεία, ανάλογα με την κομματική της ταυτότητα και τις άμεσες επιδιώξεις της στο πλαίσιο της ελληνικής εσωτερικής πολιτικής σκηνής.

Η κυβέρνηση μιλάει για σπάσιμο της «διεθνούς απομόνωσης της χώρας», ειλημμένη απόφαση της κ. Μέρκελ να κρατήσει την Ελλάδα στην Ευρωζώνη και θετικό κλίμα που προοιωνίζεται την υποστήριξή των ελληνικών θέσεων από τη γερμανική πλευρά (με την προϋπόθεση πάντα ότι θα συνεχιστεί η δέσμευση για την εφαρμογή του προγράμματος).

Η αντιπολίτευση ξεπερνάει την όποια σημασία μπορεί να είχε η επίσκεψη Μέρκελ σε συμβολικό επίπεδο, υποστηρίζοντας ότι είναι τέτοια η κρισιμότητα της στιγμής που οι συμβολισμοί δεν επαρκούν, καθώς η χώρα χρειάζεται αμέσως σαφείς απαντήσεις και λύσεις, στις οποίες η επίσκεψη της γερμανίδας καγκελαρίου δεν συνεισέφερε το παραμικρό.

Η αλήθεια, όπως πάντα, κρύβεται κάπου στη μέση.

Οι προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί – Οι απαντήσεις που δόθηκαν

Παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή, δύο ήταν τα κρίσιμα ζητήματα που «καίνε» τη χώρα και στα οποία η κυβέρνηση ανέμενε και ήλπιζε μια θετική αντιμετώπιση και δέσμευση από τη γερμανική πλευρά:

= Η εκταμίευση της από το καλοκαίρι αναμενόμενης δόσης των 31 εκατ. ευρώ, χωρίς την οποία τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας στερεύουν και η αγορά χάνει κάθε ελπίδα για την όποια ρευστότητα και κίνηση.

= Η πολιτική απόφαση για την επιμήκυνση του δημοσιονομικού προγράμματος προσαρμογής κατά δύο χρόνια.

Η κ. Μέρκελ επέμεινε στη θέση ότι η καταβολή τής από καιρό καθυστερημένης δόσης θα εξαρτηθεί από την έκθεση της «τρόικας» (διαψεύδοντας τις προσδοκίες για πολιτική απόφαση για την άμεση καταβολή της δόσης) και απέφυγε να πάρει την όποια θέση στο ζήτημα της επιμήκυνσης.

Περιορίστηκε να πει ότι «εύχεται και ελπίζει» να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ, υποστήριξε ότι η Γερμανία θα κάνει ό,τι μπορεί στο πλαίσιο της ΕΕ για την αξιοποίηση από την Ελλάδα των κονδυλίων του ΕΣΠΑ και για την πρόσβαση της χώρας στις πιστώσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και τέλος πρόσθεσε ότι η κυβέρνησή της θα υποστηρίξει ενεργά την ενίσχυση της ελληνογερμανικής συνεργασίας στο επενδυτικό πεδίο.

Τα κίνητρα της επίσκεψης της καγκελαρίου

Τρεις είναι οι κρίσιμοι παράγοντες που οδήγησαν στην απόφαση της κ. Μέρκελ να έρθει στην Αθήνα αυτήν τη στιγμή.

= Η διαφαινόμενη από τα τέλη Αυγούστου απόφαση της Γερμανίας ότι μια έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα ήταν καταστροφική για τα συμφέροντά της. Οι Γερμανοί πλέον αποτιμούν διαφορετικά τους κλυδωνισμούς που θα προκαλούσε μια πιθανή έξοδος της Ελλάδας (με δεδομένη τη δύσκολη και ολοένα δυσχερέστερη κατάσταση που διαμορφώνεται στην Ισπανία) και δεν θέλουν αυτήν τη στιγμή να ρισκάρουν τη συνοχή της Ευρωζώνης και τα πολλαπλά ωφελήματα που εισπράττουν από τη συμμετοχή τους σ’ αυτή.

=Η πεποίθηση που δημιουργείται πλέον σε όλους τους σημαντικούς παίκτες του ευρωπαϊκού οικονομικού δράματος, ότι όχι μόνο το ελληνικό πρόγραμμα, αλλά εν γένει η «συνταγή» που ακολουθείται για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του ευρωπαϊκού Νότου «δεν βγαίνει».

= Οι ολοένα αυξανόμενες ενδείξεις ότι ως αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών θα προκύψει ένας μεγάλος συνασπισμός, μια ακόμη κυβέρνηση συνεργασίας ανάμεσα στο Χριστιανοδημοκρατικό και το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Στο πλαίσιο αυτό αναγκαστική θα είναι μια ζύμωση των πολιτικών των δύο κομμάτων στα ευρωπαϊκά θέματα. Η κ. Μέρκελ λοιπόν προετοιμάζει την κοινή γνώμη της χώρας της για μια αλλαγή της μέχρι σήμερα ακολουθούμενης πολιτικής στο ελληνικό ζήτημα και στα θέματα του Νότου της Ευρώπης γενικότερα. Άγνωστο βεβαίως είναι πώς θα καταφέρει να αλλάξει την πεποίθηση μεγάλων τμημάτων της γερμανικής κοινωνίας, στην οποία η ίδια και το κόμμα της στο παρελθόν επένδυσαν, περί αμαρτωλών, τεμπέληδων Ελλήνων που ξόδεψαν ασύστολα στο παρελθόν και τώρα πρέπει να τιμωρηθούν για την ασωτία τους.

Τα αποτελέσματα της επίσκεψης

Ελλείψει περισσότερο απτών δειγμάτων, ως θετικά της επίσκεψης Μέρκελ μπορεί να αξιολογήσει κανείς τα ακόλουθα:

=Στο συμβολικό και επικοινωνιακό επίπεδο, την εικόνα της υποστήριξης της Γερμανίας τόσο στην παραμονή της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ, όσο και στην τρικομματική κυβέρνηση του κ. Σαμαρά ειδικότερα. Βεβαίως το παρελθόν έχει δείξει ότι για τις αγορές δεν αρκούν οι διακηρύξεις και οι συμβολισμοί, αλλά απαιτούν από τη Γερμανία και την Ευρώπη συγκεκριμένες αποφάσεις και λύσεις που μέχρι σήμερα δεν έχουν δοθεί. Στο εσωτερικό μέτωπο δε, η όποια επικοινωνιακή «ανάσα» δίνει η επίσκεψη στην κυβέρνηση θα εξαντληθεί αμέσως αν δεν υπάρξουν ρεαλιστικές ενδείξεις ότι πραγματικά υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ.

=Το γεγονός ότι η καγκελάριος Μέρκελ πήρε μια πολύ πιο άμεση, κοντά στην πραγματικότητα και μακριά από τις γερμανικές ιδεοληψίες εικόνα για το τι συμβαίνει πραγματικά στην Ελλάδα. Για το πόσο σημαντική είναι η μέχρι σήμερα προσπάθεια και πόσα, πολλά για τόσο σύντομο διάστημα, έχουν επιτευχθεί στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής και της ανασύστασης, στην ουσία, της ελληνικής κρατικής μηχανής. Για την τραγική πτώση του βιοτικού επιπέδου μεγάλων κομματιών της ελληνικής κοινωνίας, την άμεση απειλή για την κοινωνική συνοχή και ειρήνη και την επαπειλούμενη κοινωνική έκρηξη, που όσο το αδιέξοδο συνεχίζεται γίνεται όλο και πιο πιθανή. Τέλος, για την ασφυξία που προκαλεί στην αγορά η συνεχιζόμενη ύφεση και έλλειψη ρευστότητας, που με δραματικούς τόνους περιέγραψαν οι πάντες στη συνάντηση με επιχειρηματίες που είχε, ακόμη και οι επικεφαλής γερμανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα.

= Την ενίσχυση της ελληνογερμανικής συνεργασίας στο επενδυτικό κομμάτι, και ιδιαίτερα στους τομείς της ενέργειας, της υγείας και της τοπικής αυτοδιοίκησης (με τη διαχείριση απορριμμάτων να έχει βαρύνουσα προτεραιότητα).

Τέλος, ακόμη και η αλλαγή της ψυχολογίας της ιδίας της καγκελαρίου απέναντι στη χώρα μας και σε όσα συμβαίνουν σ’ αυτήν εκτιμάται ότι ήταν σημαντική, καθώς σύμφωνα με εκτιμήσεις σημαντικού κυβερνητικού στελέχους, ενώ όταν προσγειώθηκε το μεσημέρι στην Αθήνα ήταν ιδιαίτερα «μαγκωμένη» και ανήσυχη για το τι θα συναντούσε και τις αντιδράσεις των Ελλήνων απέναντί της, στο τέλος της επίσκεψης ήταν φανερά πιο χαλαρωμένη, με πολύ πιο ισορροπημένη εικόνα για τα τεκταινόμενα στη χώρα μας και αγχωμένη για το αν η επίσκεψη «πήγε καλά».

Θα αλλάξουν στάση οι Γερμανοί;

Η ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας, όπως και κάθε χώρας που σέβεται τον εαυτό της, εξαρτάται σε απόλυτο βαθμό από την αξιολόγηση του τι είναι καλύτερο για την ίδια. Αν και παρατηρείται μια σχετική μετακίνηση, από έναν εξαιρετικά κοντόφθαλμο προσδιορισμό των γερμανικών συμφερόντων, που άγγιζε τα όρια του οικονομικού εθνικισμού, στην αποδοχή της θέσης ότι η πρόοδος και η ευημερία της Γερμανίας είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ευημερία της υπόλοιπης ηπείρου, και του ευρωπαϊκού Νότου ειδικότερα, δεν θα έπρεπε να περιμένουμε αμέσως μια δραματική αλλαγή.

Κατʼαρχάς, γιατί δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο κινείται η Γερμανία. Σε όλη την πορεία της ευρωπαϊκής κρίσης μέχρι σήμερα, η γερμανική στάση χαρακτηρίζεται από ιδεοληψίες οικονομικού και πολιτικού χαρακτήρα, δυσκαμψία και μια τιμωρητικού χαρακτήρα αντιμετώπιση απέναντι στους «παραβάτες». Τίποτε από αυτά δεν πρόκειται να αλλάξει με ταχείς ρυθμούς.

Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε δύο παράγοντες: Ότι η Γερμανία και οι χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά έχουν κερδίσει και συνεχίζουν να κερδίζουν από την κρίση και ότι έχουν στο μυαλό τους μια πολύ σαφή εικόνα για την Ευρώπη που θέλουν να διαμορφώσουν, την οποία, ευκαιρίας δοθείσης, θα αξιοποιήσουν μέχρι τέλους. Μ’ άλλα λόγια, αν δεν γίνουν οι αλλαγές που θέλουν να δουν, τόσο στη χώρα μας όσο και στον υπόλοιπο ευρωπαϊκό Νότο, οι Γερμανοί και το μπλοκ των βορείων γενικότερα δεν πρόκειται να ελαττώσουν την πίεση που ασκούν.


Σχολιάστε εδώ