Παραλυτική ακινησία

Λόγια σταράτα, που περιγράφουν το ζοφερό παρόν και προειδοποιούν για ένα εφιαλτικό μέλλον. Σ’ αυτό το φόντο, οι καθεστωτικές δυνάμεις και οι παντοειδείς μηχανισμοί εξουσίας κάνουν ό,τι μπορούν για να επιβεβαιώσουν την ανεπάρκειά τους και να ενισχύσουν τη δυναμική της απέχθειας που επισημαίνεται στην κοινωνία έναντι των πολιτικών. Η υπόθεση Μεϊμαράκη και η θολή ιστορία με τις λίστες, αψευδείς μάρτυρες…

Ο Αλέκος Παπαδόπουλος δεν είναι άμωμος. Υπηρέτησε πιστά το «σύστημα Σημίτη», συνδέοντας το όνομά του με τις ιλαρότητες και τις ποικίλες αγριότητες του δήθεν «εκσυγχρονισμού». Ωστόσο, κάποια στιγμή συνειδητοποίησε πού οδηγείται η χώρα και αποστασιοποιήθηκε. Βγήκε και τα είπε χύμα, με αποτέλεσμα να τον βάλει στην άκρη εκείνος ο ολίγιστος και εκδικητικός Σημίτης. Από τότε ο Αλέκος Παπαδόπουλος άρχισε να διαγράφει τη δική του, αυτόνομη πορεία, αρνούμενος να συμπράττει εφεξής με ανεπαρκείς και δεδομένους, με κουρασμένους παλαιοκομματικούς και συνειδητούς ολετήρες. Οι πολιτικές θέσεις του –ένα μείγμα άκρατου νεοφιλελευθερισμού και καθεστωτικού νεοσυντηρητισμού– δεν είναι ό,τι καλύτερο – τουλάχιστον για τη στήλη. Όμως η διαχειριστική πτυχή των απόψεων αυτών διακρίνεται από εμμονή στο συγκεκριμένο, στον προγραμματικό σχεδιασμό και στην καθαρή εναντίωση απέναντι στη συνήθη πρακτική του παλαιοκομματισμού. Με άλλα λόγια, ο Αλ. Παπαδόπουλος υπερασπίζεται όσα περιφρονεί, παρακάμπτει ή ούτε καν διανοείται να προσεγγίσει, έστω με καθεστωτικούς όρους, η τρίχρωμη κυβέρνηση, αλλά και γενικότερα το πολιτικό δυναμικό της χώρας.

Θέμα της σημερινής στήλης δεν είναι ο πρώην υπουργός, αλλά η πικρή επιβεβαίωση όσων κατά καιρούς ο ίδιος αλλά και αρκετοί άλλοι διατυπώνουν. Ότι, δηλαδή, η χώρα παραμένει παγιδευμένη στο υπόγειο της απελπιστικής συνταγής και πορεύεται προς τον όλεθρο χωρίς κανένα Σχέδιο. Τίποτε δεν μαρτυρεί το αντίθετο: Η δήθεν εναντίωση στο τοξικό Μνημόνιο και οι διακηρύξεις για αναδιαπραγμάτευση –διακηρύξεις προεκλογικές και από τους τρεις μετέχοντες στην κυβέρνηση– ναυάγησαν στα ρηχά… Το δήθεν Σχέδιο για Ανάπτυξη και ανάσχεση της ύφεσης περιφέρεται λειψό ή ανύπαρκτο, σαν σκιά, μεταξύ υπουργικών γραφείων και δηλώσεων… Η δήθεν σκληρή γλώσσα προς τους Ευρωπαίους, η κραυγή ότι «δεν πάει άλλο» και η αναζήτηση συμμαχιών κατέληξαν γλυκόλογα προς (και από) τη Μέρκελ, με φτωχό αντίτιμο κάποιες ανάσες ρητορικού τύπου για τη χώρα… Και, βέβαια, οι ηχηρές διακηρύξεις για διαφάνεια και αντιμετώπιση της διαφθοράς αλλά και για αναγεννητική δυναμική αποδείχθηκαν πομφόλυγες, κούφιες κουβέντες. Ο παλαιοκομματισμός θριαμβεύει (ΕΡΤ, διορισμοί ημετέρων στον κρατικό μηχανισμό κ.ά.), η διαφάνεια υπνώττει και το ξεκαθάρισμα του δυσώδους πεδίου είτε καρκινοβατεί είτε γίνεται μπούμερανγκ για το πολιτικό σύστημα, το οποίο παραμένει δέσμιο κλασικών μηχανισμών της διαπλοκής και του παραπολιτικού πάρε δώσε…

Ακριβώς σε αυτή την άρρωστη επικράτεια εντάσσεται το θέμα Μεϊμαράκη, καθώς και η ιλαρή –και άκρως επικίνδυνη– ιστορία με τις λίστες. Αντί να μεριμνήσει εξαρχής η κυβέρνηση, δίνοντας προτεραιότητα στην πλήρη και τεκμηριωμένη διερεύνηση περί τα οικονομικά ΟΛΩΝ των πολιτικών, εν ενεργεία και μη, τουλάχιστον από τη μεταπολίτευση και μετά («πόθεν έσχες», φορολογικά θέματα, ατεκμηρίωτος πλουτισμός κτλ.), άφησε τα πράγματα στην τύχη τους. Κι έτσι η καθαρτήρια διερεύνηση βασίστηκε κυρίως σε καταγγελίες ή σε αχνές ενδείξεις και όχι σε έναν συντεταγμένο σχεδιασμό, με αποτέλεσμα οι χρονοβόρες διαδικασίες και η απουσία αυστηρής επίβλεψης να ευνοήσουν ποικίλες σκοπιμότητες και ιδιοτέλειες. Υπάρχουν όμως και χειρότερα: Αντί να ψέξουν εαυτούς για την αβελτηρία, την κωλυσιεργία και τις τραγικές καθυστερήσεις της έρευνας, οι θιγόμενοι (εγκαλούμενοι αλλά, προς Θεού, όχι ένοχοι, αφού η καταγγελία και η απλή αναφορά ονομάτων δεν συνιστούν ενοχή), με πρωταγωνιστή τον πρόεδρο της Βουλής, άρχισαν να πυροβολούν τη «Real News», που αποκάλυψε τις καταγγελίες, λες και η καθ’ όλα θεμιτή δημοσίευση συνεπάγεται και υιοθέτηση των καταγγελιών εκ μέρους της εφημερίδας.

Η αντίδραση του κ. Μεϊμαράκη, καθώς και η υποδοχή που επιφύλαξαν στην αποκάλυψη ορισμένα Μέσα Ενημέρωσης παραπέμπουν σε κλασικές ερμηνείες συνωμοτικού τύπου, οι οποίες παραδοσιακά ενισχύουν τη λαϊκή καχυποψία. Ακόμη και αν έχουν βάση οι ερμηνείες αυτές, η μετάθεση της ουσίας από το ατελέσφορον, κινδυνώδες και επιλήψιμον της διερευνητικής διαδικασίας στη δίκη προθέσεων συντηρεί στο έπακρον την καχυποψία της διψασμένης για κάθαρση κοινωνίας και επιδοτεί ποικίλες, ισοπεδωτικού τύπου, αντιπολιτικές εμμονές… Εντέλει, το λιντσάρισμα δεν ευνοήθηκε από την αποκάλυψη της «Real News», αλλά από τη μοιραία αδράνεια ή πιθανές σκοπιμότητες κυβερνητικών και άλλων μηχανισμών. Κατά τούτο, είναι άκρως χαρακτηριστική η δήλωση του κ. Μεϊμαράκη ότι, αν ήξερε ότι περιλαμβάνεται στη λίστα, θα είχε αποφύγει να είναι υποψήφιος πρόεδρος της Βουλής και θα επιδίωκε να επισπευστεί η σχετική ερευνητική διαδικασία για να αποδειχθεί η αλήθεια.

Όσο για τις πύρινες καταγγελίες περί «πολιτικής αποσταθεροποίησης» μέσω της αποκάλυψης, ας τις καταχωρίσουμε καλύτερα στη σφαίρα του ιλαρού. Πέραν των άλλων, διότι το πολιτικό σύστημα ήταν και παραμένει πλήρως απαξιωμένο, βυθισμένο στην ανυποληψία και στην αδυναμία του να αντιμετωπίσει τα χρονίζοντα παθογενή που το διακρίνουν. Επομένως, δεν χρειάζεται καμία αποκάλυψη τέτοιου είδους ή οποιαδήποτε απόπειρα (με πραγματικά ή κατασκευασμένα στοιχεία) για να προκληθούν τριγμοί στο πολιτικό οικοδόμημα. Είναι ερείπιο από μόνο του. Απόδειξη, η πλήρης αδυναμία αυτοκάθαρσης και, προπάντων, η τραγική εμμονή του στον αδιέξοδο και καταστροφικό δρόμο του Μνημονίου…

ΥΓ.: Αγαπητοί αναγνώστες, το σημερινό σημείωμα είναι το τελευταίο. Προσωπικοί λόγοι μού στερούν τη δυνατότητα να συνεχίσω στο «ΠΑΡΟΝ». Ευχαριστώ θερμά τον φίλο Μάκη Κουρή για τη φιλοξενία στις σελίδες της μαχητικής αυτής εφημερίδας, καθώς και τους συναδέλφους (διορθωτές και άλλους) για τη συνεργασία. Ευχαριστώ εσάς προπάντων, αγαπητοί αναγνώστες, για το ωραίο ταξίδι και τη δημιουργική συμπόρευση όλα αυτά τα χρόνια.


Σχολιάστε εδώ