Μπαμπινιώτης: Κατηγορούμαι γιατί αποδέχτηκα την ομόφωνη γνωμοδότηση του ΝΣΚ
«Oι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί -μολονότι εργάζονται στον ιδιωτικό χώρο- έχουν το προνόμιο να μισθοδοτούνται και να εξελίσσονται βαθμολογικά σαν να είναι δημόσιοι υπάλληλοι (πέραν των προνομίων να διορίζονται χωρίς τις εξετάσεις του ΑΣΕΠ, να μην υπηρετούν και να μη μετατίθενται στην επαρχία, να φοιτούν τα παιδιά τους δωρεάν στα ιδιωτικά σχολεία όπου εργάζονται οι περισσότεροι, έχοντας έτσι έναν δεύτερο μισθό κ.ά.), ενώ παράλληλα λαμβάνουν επιπλέον αποδοχές ανάλογα με τα σχολεία όπου υπηρετούν. Το προνόμιο αυτό, λοιπόν, κατοχυρώνεται με τη γνωμοδότηση του ΝΣΚ και δεν υποχρεούνται όπως όλοι οι άλλοι ιδιωτικοί υπάλληλοι να υπαχθούν σε ιδιωτικές συμβάσεις».
Τα παραπάνω τονίζει σε επιστολή του ο πρώην υπουργός Παιδείας, καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης, σε απάντηση του άρθρου του εκπροσώπου των συνδικαλιστών της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδος (ΟΙΕΛΕ) Γ. Χριστόπουλου, που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της περασμένης Κυριακής.
Στην επιστολή ο κ. Μπαμπινιώτης σημειώνει ότι η αλήθεια για το θέμα των μισθών των ιδιωτικών εκπαιδευτικών έχει ως εξής:
«Ως υπουργός Παιδείας, κατόπιν αλλεπάλληλων ερωτημάτων υπηρεσιακών παραγόντων και ενδιαφερομένων προς το υπουργείο Παιδείας για το αν το ενιαίο μισθολόγιο-βαθμολόγιο των δημόσιων εκπαιδευτικών εφαρμόζεται και για τους ιδιωτικούς, οι οποίοι με τον νόμο 682/1977 έχουν εξισωθεί μισθολογικά και βαθμολογικά με τους δημόσιους εκπαιδευτικούς (λαμβάνουν τους ίδιους μισθούς, τα ίδια επιδόματα, τα ίδια δώρα, έχουν την ίδια βαθμολογική εξέλιξη), ζήτησα να αποφανθεί επί του θέματος με γνωμοδότησή του ο θεσμικός σύμβουλος κάθε υπουργού, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ). Το αρμόδιο Τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με εμπεριστατωμένη γνωμοδότησή του, στηριζόμενη σε αποφάσεις της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, του Συμβουλίου της Επικρατείας και των δικαστηρίων, αποφάνθηκε ομοφώνως ότι, εφόσον δεν έχει καταργηθεί ο ισχύων νόμος 682/1977, που εξισώνει τους ιδιωτικούς με τους δημόσιους εκπαιδευτικούς, οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί μισθολογικά και βαθμολογικά υπάγονται στις ρυθμίσεις του ενιαίου μισθολογίου-βαθμολογίου. Τη γνωμοδότηση αποδέχτηκα ως υπουργός, όπως είχα υποχρέωση, και έδωσα εντολή να κοινοποιηθεί στις αρμόδιες διευθύνσεις της Εκπαίδευσης. Αυτά είναι τα πραγματικά δεδομένα.
Για την υπεύθυνη και καθ’ όλα νόμιμη αυτή ενέργειά μου δέχτηκα σωρεία ανεπίτρεπτων και φραστικά χυδαίων επιθέσεων από τους εκπαιδευτικούς (!) συνδικαλιστές της ΟΙΕΛΕ, πώς τόλμησα και ζήτησα και πώς τόλμησα, εν συνεχεία, και έστειλα τη γνωμοδότηση χωρίς να πάρω -άκουσον, άκουσον- την έγκριση της υφισταμένης υπαλλήλου μου της ιδιωτικής εκπαίδευσης, η οποία -μη όντας νομικός- είχε τη νομική άποψη ότι δεν υφίστατο καν θέμα και δεν χρειαζόταν γνωμοδότηση! «Κατηγορούμαι», λοιπόν, και με εμήνυσαν οι συνδικαλιστές για παράβαση καθήκοντος (!..) γιατί ως αρμόδιος υπουργός ζήτησα, γιατί αποδέχτηκα και γιατί, εν συνεχεία, κοινοποίησα την ομόφωνη γνωμοδότηση του ΝΣΚ, χωρίς να την εγκρίνει η εν λόγω υπάλληλος, η οποία συνέβαινε να έχει την ίδια άποψη με τους συνδικαλιστές της ΟΙΕΛΕ, ότι δεν υπάρχει κανένα θέμα, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι όλα ανεξαιρέτως τα ιδιωτικά σχολεία είχαν εφαρμόσει στην πράξη τον νόμο για το ενιαίο μισθολόγιο-βαθμολόγιο από τον Δεκέμβριο του 2011 και ότι ερωτούσαν πιεστικά το υπουργείο, οι διευθυντές Εκπαίδευσης τι πρέπει να κάνουν. Η προσπάθεια των συνδικαλιστών ήταν να κουκουλωθεί το θέμα και η γνωμοδότηση, μήπως μετά τις εκλογές αλλάξει ο νόμος με διάφορες παρεμβάσεις».
Στη συνέχεια ο κ. Μπαμπινιώτης δίνει τη νομική διάσταση του θέματος, παραθέτοντας αυτά που σημειώνουμε στον πρόλογο, και καταλήγει:
«Τα ιδιωτικά σχολεία, όσο γνωρίζω, εξακολουθούν να καταβάλλουν σε κυμαινόμενο βαθμό και ανάλογα με τις δυνατότητές τους αποδοχές επιπλέον από τις αποδοχές των δημόσιων εκπαιδευτικών. Αντί, λοιπόν, οι συνδικαλιστές της ΟΙΕΛΕ να είναι ικανοποιημένοι (όπως οι περισσότεροι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί που έχουν επίγνωση της καταστάσεως), αφού μέσα στην πρωτοφανή κρίση εξακολουθούν να διατηρούν ένα προνόμιο και δεν έχουν υπαχθεί σε ιδιωτικές συμβάσεις, στρέφονται εναντίον εμού και του νέου υπουργού Παιδείας που εφαρμόσαμε απλώς έναν νόμο του κράτους και μια γνωμοδότηση που υποχρέωνε να τηρηθεί.
Η κ. Αγγ. Κιάου, που με διαδέχθηκε στο υπουργείο Παιδείας, ως υπηρεσιακή υπουργός ανέστειλε προσωρινά, μέχρι τη διεξαγωγή των εκλογών, την ισχύ της γνωμοδότησης, την οποία έθεσε σε ισχύ, όπως είχε νομική υποχρέωση, ο υπουργός Παιδείας της νέας κυβερνήσεως, ο κ. Κ. Αρβανιτόπουλος.
Είναι, τέλος, χαρακτηριστικό της νοοτροπίας ορισμένων συνδικαλιστών, μεταξύ των οποίων και αυτών της ΟΙΕΛΕ (σε αντίθεση πάντα με τους εκπαιδευτικούς που μοχθούν μέσα στην τάξη), ότι τη στιγμή που κλείνουν ιδιωτικά σχολεία, που χάνουν τη δουλειά τους πολλοί εκπαιδευτικοί, που οι γονείς πολλών μαθητών αδυνατούν να ανταποκριθούν στις οικονομικές υποχρεώσεις τους με άμεση επίπτωση στην εξοικονόμηση των πόρων για τη μισθοδοσία των εκπαιδευτικών, που διακυβεύεται το εργασιακό τους μέλλον, αυτοί συνεχίζουν να υποστηρίζουν και στη σημερινή ακόμη συγκυρία να μην υποστούν οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί (κατ’ εξαίρεσιν από όλους τους άλλους δοκιμαζόμενους Έλληνες) καμία μείωση των αποδοχών τους παρά το μείζον οικονομικό πρόβλημα που γνωρίζουν καλά ότι αντιμετωπίζουν όλα τα ιδιωτικά σχολεία. Είναι φανερό ότι οι άνθρωποι αυτοί όχι μόνον δεν έχουν επαφή με την πραγματικότητα, αλλά έχουν περάσει και στα όρια της πρόκλησης».