Εγκλωβισμένοι στο «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα»

Καθώς τα βάναυσα μέτρα «δημοσιονομικής προσαρμογής» οδηγούν αναποδράστως σε καταλυτική κοινωνική αποδόμηση, ενώ, από την άλλη, η αποποίησή τους ενέχει κινδύνους ακόμη χειρότερους, που δεν μπορούν να προϋπολογισθούν ακριβώς. Γιατί μόνον εθελότυφλοι δεν μπορούν να κατανοήσουν τα παράγωγα εξόδου από την Ευρωζώνη και εν πολλοίς ασύντακτης επιστροφής στην προηγούμενη κατάσταση.

Όσοι προσεγγίζουν με απλουστευτικές αναλύσεις και πρόχειρες διαλεκτικές το θέμα το λιγότερο επιπολαιολογούν. Και αυτό το σκεπτικό δεν αποβλέπει σε άκριτη αποδοχή οποιασδήποτε αδυσώπητης δέσμης μέτρων.

Και μάλιστα τέτοιων που λεηλατούν τα λαϊκά βαλάντια και οδηγούν τον μέσο πολίτη σε κατάσταση τραυματικής πτωχοποιήσεως. Κάτι που ήδη βιώνεται ως τραγική ελληνική καθημερινότητα. Και που εμφανίζει τη χώρα ως παράδειγμα προς αποφυγήν ακόμη και στα μάτια εκείνων που δεν βρίσκονται σε πολύ καλύτερη μοίρα!

Ό,τι και να συμβαίνει, το θέμα είναι ότι καμία παράμετρος και των νέων μέτρων δεν αγγίζει εκείνες τις ομάδες που κατά κύριο λόγο ευθύνονται για την κατάρρευση και την ταπεινωτική τελικά κατάντια της χώρας. Δεν αγγίζουν εκείνους που τόσο ενδεικτικά (και περιφρονητικά) υπέδειξε από το Βερολίνο η κυρία Μέρκελ, λέγοντας από τηλοψίας ότι:

«Ματώνει η καρδιά μου για όσα υφίστανται οι Έλληνες, οι πιο πλούσιοι των οποίων πήραν τα χρήματά τους και εγκατέλειψαν την πατρίδα τους»!

Εάν αυτό δεν είναι διασυρμός, τι άλλο είναι; Διασυρμός της πολιτικής κυρίως ηγεσίας του τόπου, που δεν έχει το σθένος να θέσει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων. Και που απλώς υποτονθορίζει για όσους ενέχονται, χωρίς να αποτολμά τομές τέτοιες, που να πειθαναγκάζουν τους μεν και να εξαναγκάζουν τους δε να πράξουν το αυτονόητο. Που δεν είναι άλλο από την επαναφορά των χρημάτων εδώ ή, τουλάχιστον, τη φορολόγηση των δισεκατομμυρίων που διέρρευσαν προς «προορισμούς ασφαλείας» με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο. Τις περισσότερες φορές παρανόμως.

Ουδείς μέχρι σήμερα επισημάνθηκε. Και ουδείς υπέστη τις συνέπειες των κείμενων νόμων. Οπόταν και τα παράγωγα της κατολισθήσεως πληρώνουν τα συνήθη -όπως αποκαλούνται- υποζύγια. Που μέχρι στιγμής υπομένουν σχεδόν αδιαμαρτυρήτως. Και, κυρίως, χωρίς να έχουν καμία διαβεβαίωση ότι ματώνουν με προοπτική επανανατάξεως. Όχι για επάνοδο των «παλαιών, καλών ημερών» της επίπλαστης ευημερίας (ή, καλύτερα, «φούσκας»), αλλά:

Αφενός, για εμπέδωση συνθηκών επαρκούς σταθερότητος στη χώρα. Και, αφετέρου, για διασφάλιση μίνιμουμ αξιοπρεπούς επιπέδου διαβιώσεως. Το απλό και αυτονόητο.

Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Αντιθέτως, τις καταθλιπτικές τροπές της οικονομίας διαδέχονται καταθλιπτικότερες υποτροπές! Και μάλιστα κατά σωρευτικό τρόπο. Έτσι όπως τα επίχειρα της κρίσεως αναπαράγονται και, με τη σειρά τους, παράγουν ακόμη δεινότερα αίτια για επικινδυνότερες ολισθήσεις. Η πικρή αλήθεια, που συνοψίζεται στην ενεργοποίηση μη αναστρέψιμου φαύλου κύκλου. Αυτού που, εάν δεν καταστεί δυνατόν να προσπελασθεί, θα αποβεί θανάσιμος βρόχος στον ελληνικό τράχηλο. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει ότι βρισκόμαστε σε οριακή φάση, όπου θα αντιμετωπισθούν ακόμη και θέματα εθνικής επιβιώσεως. Καθώς, πέραν των άλλων, μια καθημαγμένη χώρα θα είναι δύσκολο να αντιμετωπίσει προφανείς εξωτερικούς κινδύνους. Που δεν είναι θεωρητικοί. Αντιθέτως, είναι πραγματικοί. Και οι οποίοι μεγιστοποιούνται ως απειλή όσον αφορά ζητήματα εθνικής κυριαρχίας και ακεραιότητος. Μακάρι να μην ήταν έτσι. Δυστυχώς, είναι ακόμη χειρότερα όσων αυτήν τη στιγμή επισημαίνουμε.

Υπό το φως αυτών των συνοπτικών επισημάνσεων, οι θεσμικοί διαχειριστές της χώρας αλλά και άλλοι ηγετικοί παράγοντες και πολιτικές ομάδες οφείλουν να μεθοδεύσουν το ταχύτερο αποτελεσματικούς τρόπους υπερβάσεως των θανάσιμων παθογενειών και των ορατών κινδύνων που επισωρεύονται. Δεν υπάρχει ούτε χρόνος ούτε και ανώδυνος τρόπος. Οι ευθύνες όλων είναι κυριολεκτικώς ασήκωτες. Και περνούν από δυναμικές εσωτερικών συγκλίσεων. Το δυσκολότερο. Αλλά και μονοδρομικό ζητούμενο.


Σχολιάστε εδώ