Διεθνές Οικονομικό Βαρόμετρο
1
Ο ρόλος των κεντρικών τραπεζών -και κυρίως της ΕΚΤ (της Ευρωζώνης) και της FED (ΗΠΑ)- γίνεται συνεχώς και πιο σημαντικός σε περιόδους οικονομικών κρίσεων, όπως η σημερινή, και όταν συσσωρεύονται σοβαρές απειλές για την ομαλή πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Η αντιμετώπιση μιας κρίσης απαιτεί την έντονη και ενεργό συμμετοχή και των κεντρικών τραπεζών, που ο ρόλος τους είναι να υλοποιούν τη νομισματική και πιστωτική πολιτική που απαιτούν οι περιστάσεις για τη συρρίκνωση της κρίσης και για την εξουδετέρωση των αρνητικών συνεπειών της. Έτσι οι επιλογές των δύο ισχυρότερων κεντρικών τραπεζών, της ΕΚΤ και της FED, βρίσκονται σήμερα σε επικίνδυνο σημείο, καθώς αντιμετωπίζουν την αναμέτρηση δύο αντιθέτων οικονομικών προσεγγίσεων, που επηρεάζονται από ιδεολογικές, εθνικές και συστημικές τοποθετήσεις. Οι διοικήσεις και των δύο αυτών τραπεζών αντιμετωπίζουν σοβαρά συγκρουσιακά προβλήματα, και περισσότερο η ΕΚΤ, που εμποδίζουν την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου πακέτου μέτρων. Έτσι τα μέτρα ή είναι μη αποτελεσματικά ή λαμβάνονται με μεγάλη καθυστέρηση, που εν μέρει τα ακυρώνει. Στη διοίκηση της ΕΚΤ υπάρχουν δύο τάσεις. Η μία ακολουθεί τη γερμανική γραμμή, που επηρεάζεται από εθνικά και συστημικά συμφέροντα. Και η άλλη τάση είναι αυτή των υπερχρεωμένων χωρών του Νότου, που αναγκαστικά έχει υιοθετήσει κεϊνσιανές επιλογές υπό την επίδραση και της πίεσης που ασκούν οι αγορές, που απαιτούν υψηλά επιτόκια, σχεδόν απαγορευτικά, τα οποία οδηγούν ασφαλώς σε καταστροφή τις χώρες του ευρωζωνικού Νότου. Στη FED η σύγκρουση είναι ιδεολογική και κομματική, μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων.
2
Στην ΕΚΤ, και γενικά στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη, είναι όλοι τους συστημικοί, φανατισμένοι οπαδοί του κυριαρχούντος σήμερα συστήματος της απόλυτης κυριαρχίας των αγορών. Ο Ντράγκι και ο ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Μόντι και άλλα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ είναι «παιδιά» της γνωστής μας αμερικάνικης εταιρείας Goldman Sachs. Ο Ντράγκι μέχρι το 2005. Και όμως και οι δυο αυτοί κορυφαίοι παράγοντες μάχονται τις επιλογές της Μέρκελ και των συμμάχων της και αντιδρούν στη σκληρή λιτότητα των εργαζομένων και στη σιδερένια δημοσιονομική πειθαρχία που απαιτεί η κ. Μέρκελ. Ίσως φοβούνται γενικό ξεσηκωμό των εργαζομένων, που θα σημάνει και την κατάρρευση του συστήματος, στην Ευρώπη τουλάχιστον. Έτσι πρόσφατα η διοίκηση της ΕΚΤ, σε έναν ιστορικό συμβιβασμό των αντιτιθεμένων απόψεων στους κόλπους της, υιοθέτησε τη λήψη μέτρων στήριξης των οικονομιών της Ιταλίας και της Ισπανίας (απεριόριστη αγορά ομολόγων), όμως αρνήθηκε την έκδοση ευρωομολόγου. Δηλαδή ικανοποίησε εν μέρει τα αιτήματα Ιταλίας – Ισπανίας, αλλά και τις απόψεις της σιδηράς κ. Μέρκελ, διατήρησε την πολιτική λιτότητας. Και με την απόρριψη του ευρωομολόγου άφησε ικανό πεδίο δράσης και στους τοκογλύφους της χρηματοπιστωτικής αγοράς! Σοφές αποφάσεις που ικανοποιούν όλους, όμως δεν λύνουν κανένα από τα προβλήματα που περιζώνουν σήμερα την Ευρωζώνη.
3
Ο γνωστός οικονομολόγος Νιουρέλ Ρουμπινί, που είχε έγκαιρα προβλέψει την τωρινή παγκόσμια οικονομική κρίση και τώρα διατηρεί δική του χρηματοπιστωτική εταιρεία, σε άρθρο του σχετικά με την οικονομική κατάσταση που επικρατεί στην Ευρωζώνη, προβαίνει και πάλι σε μια πολύ σημαντική πρόβλεψη-προειδοποίηση. Παίρνοντας αφορμή από την πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ για την αγορά ομολόγων Ιταλίας – Ισπανίας σε απεριόριστο ύψος, προειδοποιεί ότι «η παροχή ρευστότητας, αν δεν συνοδευτεί και από αναπτυξιακά μέτρα, απλώς θα καθυστερήσει τη διάλυση της Ευρωζώνης χωρίς να την αποτρέψει και θα οδηγήσει σε καταστροφή της ενιαίας αγοράς». Ο Ρουμπινί έχει δίκιο. Η ανάπτυξη αντικατοπτρίζει σφαιρικά την υγεία μιας οικονομίας. Και όταν υπάρχει μακροχρόνια απουσία ανάπτυξης, η οικονομία τελικά διαλύεται. Η προειδοποίηση αυτή αφορά ασφαλώς και τη δική μας οικονομία. Και πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα από την κυβέρνηση. Η ρευστότητα από μόνη της απλώς αναβάλλει τη διάλυση της οικονομίας. Παράλληλα πρέπει να υπάρχει και ανάπτυξη. Και φυσικά οι αποκρατικοποιήσεις δεν συνιστούν ανάπτυξη ούτε και επωφελή αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων μιας χώρας. Απλώς είναι μια επωφελής συναλλαγή για τους αγοραστές, που κερδοσκοπούν. Και μάλιστα όταν αγοράζουν σε τιμές ευκαιρίας. Αυτά καθόσον αφορά τις προτεραιότητες της σημερινής κυβέρνησης! Η οποία φαίνεται να δίνει προτεραιότητα μόνον στην εξασφάλιση ρευστότητας και στις αποκρατικοποιήσεις (εκποίηση) της δημόσιας περιουσίας.