Καλπάζουν κίνδυνοι βάναυσης αποδόμησης της εθνικής συνοχής!

Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει: Αφενός βάναυση περιστολή επιπέδου ζωής και αφετέρου δραστική συρρίκνωση στρατηγικών δυνατοτήτων, σε ό,τι αφορά δεινότητα διαχειρίσεως των εθνικών θεμάτων της χώρας. Η πικρή αλήθεια, που και αν ακόμη θελήσει ένας να την αποκρύψει, αυτή συνιστά βοώσαν πραγματικότητα. Το χειρότερο βεβαίως σʼ αυτές τις συνθήκες, που μετεξελίσσονται ανατασσόμενες κατά γεωμετρική πρόοδο, είναι να παραμένουμε σʼ ευθυνολογικές αναζητήσεις. Το ποιοι, γιατί και πόσο ευθύνονται είναι πλέον σαφές. Και οι ρίζες της κακοήθους εθνικής παθογένειας –γιατί περί αυτής πρόκειται– δεν είναι σημερινές ούτε και χθεσινές. Φθάνουν μακριά κι ενοχοποιούν ατάσθαλες συμπεριφορές του πολιτικού συστήματος και ασύστολες πρακτικές οι οποίες καθυποθήκευσαν το σήμερα και υπενόμευσαν το αύριο. Γιατί αν είναι να μιλήσει ένας ευθέως, θα διακριβώσει ότι ναι, οι χθεσινοί και οι νυν (εμείς) έχουμε χρεώσει και κατʼ ακρίβειαν ακυρώσει το μέλλον των επόμενων γενεών. Των παιδιών και των εγγονιών μας. Έχουμε ουσιαστικά, ανόως και ασυνειδήτως, καταβροχθίσει τους δικούς τους πόρους! Κι εαυτούς να μεμφόμεθα.

Το θέμα όμως είναι τι κάνουμε τώρα. Τι δηλαδή δέον γενέσθαι. Πώς είναι δυνατόν, αν όχι νʼ ανακόψουμε την επιταχυνόμενη κατιούσα, τουλάχιστον νʼ απαμβλύνουμε τις συνέπειες και να ελαφρύνουμε τα προδήλως αδυσώπητά της παράγωγα. Κι αυτό ούτε απλό ούτε κι εύκολο είναι. Είναι όμως εφικτό, αφού βεβαίως το πάρουμε απόφαση ότι θα πληρωθεί το κόστος. Γιατί το κόστος είναι πλέον αναπότρεπτο. Κι άλλωστε ήδη το δοκιμάζει ο μέσος Έλληνας στο πετσί του. Με τρόπο άκρως επώδυνο. Και με προοπτικές άχρι στιγμής αδιέξοδες. Κι αυτό είναι το χειρότερο. Αλλά το ακόμη χειρότερο –κι «επί θύραις» μάλιστα– έγκειται στους αναπαραγόμενους πραγματικούς κινδύνους:

1. Αποδομήσεως της κοινωνικής συνοχής, της οποίας οι αντοχές δοκιμάζονται άμεσα και της οποίας οι προϋποθέσεις μέρα με τη μέρα ήδη απελπιστικώς αναιρούνται.

2. Προκλήσεως συνθηκών εσωτερικής αποσυναρτήσεως α) με ανάδυση έως και αποτρόπαιων φαινομένων εκφασισμού, και β) με την καλλιέργεια εμφυλιοπολεμικών συνδρόμων, ως αποτέλεσμα της ανατασσόμενης κακοδαιμονίας. Που δεν είναι ποτέ καλός σύμβουλος, ενώ αντιθέτως επιλιπαίνει δυναμικές εκτροπών. Η φτώχεια συμπορεύεται πάντοτε με αυτά τα έωλα συνακόλουθα. Κι άλλωστε μια έστω κι επιδερμική ιχνηλάτηση φαινομένων που διέπουν το κοινωνικό μας γίγνεσθαι και χαρακτηρίζουν το πολιτικό τοπίο καταπείθει γιʼ αυτούς τους μείζονες και απευκταίους κινδύνους. Όχι απλώς γιατί γινόμαστε μάρτυρες ακόμη και διαδηλώσεων από αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων και άλλων ενστόλων (κάτι που μέχρι σήμερα θα ήτο αδιανόητο) και όχι γιατί βλέπουμε φασιστικές ομάδες νʼ αντιποιούνται τις δοκιμαζόμενες εξουσίες, αλλά και γιατί με τη βαναυσότητα που κωδικοποιείται με τις νέες δέσμες μέτρων, κάποιοι κοινωνικοί αρμοί θʼ αποσυναρτηθούν και κάποιοι εθνικοί σπόνδυλοι μοιραία θα θρυμματισθούν. Οπόταν και θα εισπραχθούν όλα όσα μόνον οι χειρότεροι εχθροί της χώρας θα εύχονταν. Κι αυτό δεν είναι υπερβολή. Αντιθέτως είναι ήδη μέρος δρομολογημένων εξελίξεων.

Υπό το φως αυτών των δυσοίωνων πραγματικοτήτων και όσων προβλεπτών αυτές κυοφορούν και που με βεβαιότητα θʼ αναπαραχθούν, οι θεσμικοί διαχειριστές των προβλημάτων και μαζί το σύνολο πολιτικό σύστημα και οι κοινωνικοί παράγοντες οφείλουν να ενεργήσουν με άκρα υπευθυνότητα, με ταχύτητα και με συναίσθηση της ανάγκης να επιτύχουν: Αφενός ανακοπή της κατολισθήσεως. Και αφετέρου αναστροφή των εξελίξεων. Με όποιο κόστος. Και όποιες θυσίες. Δεν υπάρχει άλλη οδός. Η άλλη οδός είναι αυτή που σήμερα τείνει να καταστεί μονόδρομος του χάους. Του οποίου το τέρμα είναι άδηλο μεν, αλλά οι συνέπειες προβλεπτές. Οπόταν και οι επιλογές είναι για όλους σαφείς.

Αυτά τα κρίσιμα διλήμματα συναπαιτούν γενναιόφρονες αποφάσεις. Και προπαντός ανάλογες αντιλήψεις. Με κοινό παρονομαστή την ενότητα των δυνάμεων. Γιατί τελικά είμεθα καταδικασμένοι να συμπράξουμε, για να μην προκαταδικασθούμε σε μη αναστρέψιμη καταστροφή.


Σχολιάστε εδώ