Ο αφεδρώνας της Ανατολικής Αττικής…

Η δημιουργία τεσσάρων Κέντρων Επεξεργασίας Λυμάτων (Μαρκόπουλο, Ραφήνα, Παλαιά Φώκαια, Κορωπί) βρίσκεται στα χαρτιά. Δέκα χρόνια μετά την τελευταία μελέτη όχι μόνο δεν έχει ολοκληρωθεί κανένα έργο, αλλά κινδυνεύουν να χαθούν και τα κονδύλια που έχουν εγκριθεί από τα ευρωπαϊκά ταμεία συνοχής.

Η συνεχιζόμενη διαμάχη σχετικά με την αναθεώρηση των απαραίτητων μελετών (περιβαλλοντικών, χωροθέτησης) εξοργίζει κάθε κάτοικο της περιοχής. Εκτός από τη δημόσια υγεία, στα θύματα της τραγικής αυτής κατάστασης πρέπει να προστεθούν ο υδροφόρος ορίζοντας και ο οικογενειακός προϋπολογισμός. Όσον αφορά την επιβάρυνση του περιβάλλοντος και τις επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, έχουν δημοσιευτεί αξιόλογα επιστημονικά άρθρα που παρουσιάζουν άρτια και τεκμηριωμένα τις επιπτώσεις της παρούσας κατάστασης. Το χειρότερο: Πρακτικές αυτοσχέδιων εκκενώσεων των βόθρων, ώστε τα λύματα να καταλήγουν στους δρόμους ή στα χωράφια δεν είναι πια και τόσο σπάνιες.

Το μηνιαίο κόστος που αναλογεί σ’ ένα (μέσο) διαμέρισμα των 80-100 τμ για εκκένωση βόθρου φτάνει στα 70-80 ευρώ, πράγμα που σημαίνει ότι ο κάτοικος της Ανατολικής Αττικής επιβαρύνεται με δεύτερο χαράτσι, περίπου ισόποσο με αυτό της ΔΕΗ. Σύμφωνα με τους ιδιοκτήτες των βυτιοφόρων που δραστηριοποιούνται στην ευρύτερη περιοχή, το κόστος εκκένωσης ενός βυτίου 25m3 είναι περίπου 80 ευρώ.

Στη σκέψη πολλών ευαισθητοποιημένων πολιτών της περιοχής γεννιέται το εξής εύλογο ερώτημα: Πώς είναι δυνατόν η αποκομιδή των σκουπιδιών να γίνεται μέσω των δήμων και για τα λύματα να μην μπορεί να συσταθεί ένας αντίστοιχος φορέας; Μιλούμε για μια επιχείρηση, που λόγω της φύσης και της έκτασης του προβλήματος απαιτεί κατ’ ελάχιστο τη συνεργασία των όμορων δήμων. Είναι τούτο εφικτό; Με δεδομένη την περιστολή των κρατικών κονδυλίων προς όλους τους δήμους της χώρας και την υποχρηματοδότηση των δημοτικών επιχειρήσεων, η ενδεχόμενη λύση πρέπει να αναζητηθεί κυρίως στο πλαίσιο της σύμπραξης των δήμων με τους ιδιώτες. Μια επιχείρηση αυτής της μορφής, με τη συμμετοχή δηλαδή ενός διαδημοτικού φορέα και ενός ιδιωτικού σχήματος, θα είχε τη δυνατότητα να μειώσει αισθητά τις τιμές, εντείνοντας τον ανταγωνισμό, να εξασφαλίσει κερδοφόρα αποτελέσματα τόσο για τους ιδιώτες που θα συμμετέχουν όσο και για τους δήμους και εν τέλει να συμβάλει δραστικά στη μείωση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης.


Σχολιάστε εδώ