Μεθοδευμένη προσπάθεια διάβρωσης της ελληνικής γλώσσας
Αναφέρομαι συγκεκριμένα στο μέρος του βιβλίου το οποίο, με το πρόσχημα της εξοικείωσης δήθεν των μαθητών με τους ηχητικούς φθόγγους που υπάρχουν σήμερα στην ελληνική γλώσσα, στην ουσία επιχειρεί να ακρωτηριάσει και να παγκοσμιοποιήσει την κορωνίδα των γλωσσών, που είναι η ελληνική γλώσσα.
Συγκεκριμένα:
1) Εισάγει σε τελείως πρόωρη για τα παιδιά ηλικία θέματα που κανονικά είναι αντικείμενο προχωρημένων λυκειακών τάξεων ή και μεταλυκειακών σπουδών, όπως είναι η ηχητική απόδοση των γραμμάτων, των συλλαβών, των συμπλεγμάτων κ.λπ. Το θέμα αυτό αντί να διευκολύνει τους μαθητές, αφενός τους μπερδεύει και αφετέρου τους αποπροσανατολίζει, πολύ περισσότερο μάλιστα εάν ληφθούν υπόψη οι ηχητικές και τονικές διαφορές που υπάρχουν στις διάφορες περιοχές της Ελλάδας.
2) Αυτό το ίδιο το θέμα το πραγματεύεται με εντελώς λανθασμένο τρόπο, αφού είναι προφανές ότι στόχος των συγγραφέων είναι να προσαρμόσουν την ηχητική απόδοση του ελληνικού κειμένου στη βάση του αντίστοιχου αγγλικού. Δηλαδή στην ουσία επιχειρεί να αλλοιώσει την ελληνική προφορά και να τη μετατρέψει σε αγγλική. Αυτό, εκτός από λανθασμένο, είναι και εθνικά επικίνδυνο, σε τρόπο που να μας δίνει το δικαίωμα να υποστηρίζουμε ότι αποτελεί ύπουλη μεθοδευμένη προσπάθεια ευνουχισμού της γλώσσας μας. Είναι προφανές, ιδίως για τους εισαγόμενους νέους φθόγγους μπ, γκ, και ντ, ότι προσπαθεί να τους αντιστοιχίσει με τους αντίστοιχους αγγλικούς b, g, d, ενώ αυτοί έχουν τη δική τους ελληνική προφορά, η οποία μάλιστα είναι διαφορετική από λέξη σε λέξη και επομένως δεν μπορεί να ενοποιηθεί σε έναν μόνο ηχητικό φθόγγο. Αλλιώς προφέρεται π.χ. το γκ στη λέξη έγκλημα, αλλιώς στη λέξη εγκατάσταση, αλλιώς στη λέξη έγκριση κ.λ.π. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχει και το σύμπλεγμα γγ που έχει παρόμοια προφορά. Η επιχειρούμενη ενοποίηση στερεί προφανώς τη γλώσσα από ένα μεγάλο μέρος της ευελιξίας και της ικανότητάς της και την αποκόπτει από τις ρίζες της. Τα σύμφωνα επίσης ξ και ψ έχουν τη δική τους προφορά και σημασία και δεν μπορούν να απαλειφθούν και να αντικατασταθούν με τα συμπλέγματα πσ και κσ. Όσο για τα φωνήεντα υ, η και ω, τα οποία έχουν τη δική τους σημασία και παλαιότερα είχαν και διαφορετική προφορά το καθένα και τώρα συνήθως προφέρονται με ίδιο τρόπο, όπως το ι και το ο αντίστοιχα, δεν σημαίνει ότι πρέπει να διαγραφούν, έστω και ηχητικά. Είναι άλλο πράγμα να ξέρουν τα παιδιά ότι έχουμε μερικά φωνήεντα που ΣΗΜΕΡΑ προφέρονται με τον ίδιο τρόπο όταν είναι μόνα τους και άλλο να μαθαίνουν ότι υπάρχει π.χ. ένα μόνο ηχητικό ι, αλλά όταν γράφουμε άλλοτε το αποδίδουμε με το ι, άλλοτε με το υ και άλλοτε με το η. Το πρώτο σημαίνει ότι ηχητικά σήμερα έχουμε απλοποιήσει τη γλώσσα μας, η οποία όμως νοηματικά αποδίδεται σωστά μόνο στη γραπτή της μορφή, ενώ το δεύτερο υποδηλώνει ότι χωρίς λόγο ταλαιπωρούμαστε όταν γράφουμε τον ίδιο φθόγγο με διαφορετικά κάθε φορά γράμματα. Εάν επικρατήσει το δεύτερο, οι μαθητές, και συνεπώς οι νέες γενιές, θα οδηγηθούν σίγουρα και στη γραπτή κατάργηση των φωνηέντων αυτών. Το ίδιο συνέβη και με την εγκληματική ενέργεια της κατάργησης του πολυτονικού συστήματος, το οποίο έχει στερήσει τις νέες γενιές από ένα μεγάλο μέρος της μαγείας, της σημασίας και των δυνατοτήτων της γλώσσας μας.
3) Με βάση όλα τα παραπάνω, γεννιέται εύλογα το ερώτημα: Ποιος ο λόγος να εισαχθεί αυτό το νέο βιβλίο; Έγινε απλώς για να τα «οικονομήσουν» κάποιοι, οπότε είναι ένα ακόμα οικονομικό σκάνδαλο; Ή μήπως έγινε στο πλαίσιο μεθοδευμένης προσπάθειας διάβρωσης του πολυτιμότερου αγαθού της πατρίδας μας, δηλαδή της γλώσσας μας; Προσωπικά φοβάμαι ότι ισχύει το δεύτερο και το θέμα είναι πολύ σοβαρό. Ιδιαίτερη ανησυχία μου προξένησε και το γεγονός ότι, όπως πληροφορήθηκα, ο κατά τεκμήριο αρμόδιος καθηγητής κ. Μπαμπινιώτης έσπευσε να συνταχθεί με το μέρος των συγγραφέων του βιβλίου! Και μόνο το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι το θέμα είναι εξαιρετικά σοβαρό και ανησυχητικό και πρέπει να προκαλέσει πανελλήνιο συναγερμό για τη διάσωση της γλώσσας μας, γιατί φαίνεται ότι αυτοί που προσπαθούν να την αλλοιώσουν έχουν πολύ βαθιές και ισχυρές ρίζες. Σε κάθε περίπτωση, το βιβλίο αυτό πρέπει να αποσυρθεί αμέσως, όπως έγινε και με το άλλο κατάπτυστο βιβλίο της Ιστορίας.
4) Τέλος, η ύπαρξη του βιβλίου αυτού θα αποτελέσει και ένα ακόμα πλήγμα στο οπλοστάσιο της Ελλάδας στο θέμα των Σκοπίων. Γιατί δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι ένα από τα ισχυρότερα επιχειρήματά μας είναι ότι το κρατίδιο αυτό δεν διαθέτει δική του εθνική γλώσσα, αλλά ένα νεόπλασμα γλώσσας το οποίο οι Σκοπιανοί προσπαθούν να παρουσιάσουν ως μακεδονική γλώσσα. Με τη λογική του βιβλίου θα μπορούν πλέον και οι Σκοπιανοί να ισχυριστούν ότι και η σημερινή νεοελληνική γλώσσα δεν έχει και μεγάλη σχέση με την αρχαία ελληνική, αφού και οι ίδιοι οι Έλληνες διδάσκουν στα σχολεία ότι στην πράξη οι Νεοέλληνες χρησιμοποιούν τους αγγλικούς φθόγγους.
5) Επειδή πιθανώς μερικοί να ισχυριστούν ότι εγώ, ως μηχανικός, δεν μπορεί να έχω άποψη για γλωσσικά θέματα, θέλω να επισημάνω ότι ούτε οι περισσότεροι κατά καιρούς αρμόδιοι υπουργοί Παιδείας είχαν σχέση με την εκπαίδευση, ούτε όλοι όσοι ασχολούνται με το θέμα είναι εκπαιδευτικοί. Και να τελειώσω με την παράφραση ενός γνωστού ρητού, ότι «Η γλώσσα μας είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα για να την εμπιστευθούμε στους γλωσσολόγους».