Πότε επιτέλους θα εφαρμοστεί πλήρες αναπτυξιακό πλάνο;

Τα μέτρα που ανακοίνωσε ο κ. υπουργός είναι το ελάχιστο που μπορεί να προσφέρει η κυβέρνηση στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας μας. Ασφαλώς και το γνωρίζει αυτό ο κ. Χατζηδάκης, γιατί είναι σοβαρός πολιτικός, όπως αποδεικνύει η μέχρι τώρα συμπεριφορά του, τα μέτρα που ανακοίνωσε δεν αποτελούν ένα ολοκληρωμένο αναπτυξιακό πλάνο. Είναι απλώς «ασπιρίνες» σε μια σοβαρή νόσο, που χρειάζεται δραστικά φάρμακα για θεραπεία. Και αν δεν υπήρχαν η «τρόικα» και τα Μνημόνια των δανειακών συμβάσεων, θα έπρεπε η ανάπτυξη να αποτελεί την πρώτη και κύρια προτεραιότητα για την κυβέρνηση.

Όμως το μεν πνεύμα της κυβέρνησης πρόθυμον, ο δε δημόσιος κορβανάς ασθενής. Έτσι, οι ανακοινώσεις του υπουργού Ανάπτυξης περιορίστηκαν στα ήδη γνωστά και πολλάκις ανακοινωθέντα αναπτυξιακά μέτρα, τα οποία τελικά δεν κατέστη ποτέ δυνατόν να υλοποιηθούν.

Παρά ταύτα, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (έντυπα και ηλεκτρονικά) που πρόσκεινται στην κυβέρνηση έσπευσαν να υμνολογήσουν τα μέτρα και να τα χαρακτηρίσουν αποτελεσματικό αναπτυξιακό πλάνο. Επειδή ο κ. Χατζηδάκης είναι σοβαρός άνθρωπος, ελπίζουμε ότι δεν θα παρασυρθεί από τις υμνολογίες των φιλικών προς την κυβέρνηση ΜΜΕ και θα συνεχίσει την προσπάθειά του αφενός για την άρση των αναπτυξιακών αντικινήτρων και αφετέρου για την κατάστρωση ενός ολοκληρωμένου αναπτυξιακού πλάνου. Προς την κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να συνεχιστούν οι μέχρι τώρα προσπάθειες, ώστε η ελληνική οικονομία να αποκτήσει μια αναπτυξιακή δυναμική και να σταματήσει πλέον ο εμπαιγμός της ανακοίνωσης μέτρων χιλιοανακοινωθέντων, πολλά από τα οποία προσιδιάζουν σε χώρες-αποικίες και όχι σε χώρες ανεξάρτητες και με αναπτυγμένη οικονομία. Αν η Ελλάδα μετατραπεί σε αποικία, παραχωρώντας προνόμια στις ξένες και ντόπιες επενδύσεις, αυτό θα αποτελέσει όνειδος για το σημερινό πολιτικό σύστημα. Άλλωστε η συμπεριφορά του πολυεθνικού κεφαλαίου, που επενδύει σε χώρες με έντονα φιλικό προς τις επενδύσεις περιβάλλον, είναι γνωστή. Αρκεί να θυμηθούμε το παράδειγμα της Ιρλανδίας, που μετετράπη με τη φιλική προς τις επενδύσεις νομοθεσία της σε παράδεισο των κερδοσκόπων, που την οδήγησαν τελικά στον γκρεμό. Το πολυεθνικό κεφάλαιο εφαρμόζει πολιτική απομύζησης του πλούτου των εθνών. Ακόμη και σήμερα πολυεθνικές επιχειρήσεις που αναπτύσσουν επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα καθημερινά αποστέλλουν τις εισπράξεις τους στη μητρική εταιρεία και δεν τις καταθέτουν στις ελληνικές τράπεζες, επειδή φοβούνται τη χρεοκοπία. Αυτό σημαίνει μια συνεχή αιμορραγία της ρευστότητας προς το εξωτερικό. Το έχουμε καταγγείλει αυτό προ μηνών, και μάλιστα είχαμε κατονομάσει την εταιρεία αυτή, χωρίς να υπάρξει ουδεμία αντίδραση. Με τα δεδομένα αυτά, πρέπει ασφαλώς να δημιουργηθεί φιλικό επενδυτικό περιβάλλον, όμως δεν πρέπει να καταλήγει σε πλήρη αφοπλισμό του ελεγκτικού μηχανισμού του κράτους.

Είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση ότι σήμερα η Ελλάδα ακολουθεί αντιαναπτυξιακή πολιτική. Έχουμε πολλές φορές τονίσει από τη στήλη μας αυτή ότι για τη δημιουργία φιλικού αναπτυξιακού περιβάλλοντος πρέπει να υπάρχει αύξηση της ενεργού ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών. Οι κυβερνήσεις των Γ. Παπανδρέου, Λ. Παπαδήμου και τώρα του Αντ. Σαμαρά εφαρμόζουν μια πολιτική που αποτελεί δυναμίτιδα εις βάρος της ανάπτυξης. Αυτή είναι η συνεχής μείωση των εισοδημάτων των εργαζομένων στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, η αύξηση των φορολογικών βαρών και ο πληθωρισμός. Είναι τα τρία βαρίδια που έχουν οδηγήσει την ελληνική οικονομία στο σημερινό της κατάντημα. Χωρίς αύξηση της δημόσιας και ιδιωτικής κατανάλωσης είναι διαπιστωμένο πλέον από όλους τους οικονομολόγους ότι δεν μπορεί να υπάρξει βελτίωση της επενδυτικής δραστηριότητας. Με λίγα λόγια, η συμπεριφορά της κυβέρνησης είναι που μάχεται την τόνωση των επενδύσεων. Η ταυτόχρονη εφαρμογή μέτρων δραστικού περιορισμού των αποδοχών, η αύξηση του φορολογικού βάρους και η αύξηση των τιμών (πληθωρισμός), αν δεν σταματήσουν, θα οδηγήσουν την ελληνική οικονομία σε σίγουρη χρεοκοπία. Αυτό τελικά θα είναι το αποτέλεσμα της βαθιάς ύφεσης που παρουσιάζει σήμερα η ελληνική οικονομία. Και στους τρεις αυτούς παράγοντες πρέπει να προσθέσουμε και τη «φούσκα» της ευημερούσης ελληνικής οικονομίας, την οποία δημιούργησε η κυβέρνηση Σημίτη, με συνενόχους τον Παπαντωνίου, τον Χριστοδουλάκη και τον σημερινό υπουργό των Οικονομικών Στουρνάρα. Αυτή η ψεύτικη εικόνα που παρουσιαζόταν την εποχή της προπαρασκευής της Ελλάδος για την ένταξή της στην Ευρωζώνη έδωσε τη δυνατότητα στο τραπεζικό σύστημα να ακολουθήσει μια άφρονα πολιτική υπερχρέωσης των νοικοκυριών, με σύμμαχο και το φτηνό χρήμα, που τότε αποτελούσε την επιλογή τραπεζιτών και κερδοσκόπων. Έτσι, λοιπόν, φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση που αναγκάζει τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά να περιορίσουν την κατανάλωση, δηλαδή τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Θα πρέπει να είχαν καταλάβει οι τότε αρμόδιες πολιτικές και κρατικές αρχές ότι η δαπάνη του ενός είναι εισόδημα του άλλου. Και ο ευρύς περιορισμός των δαπανών οδηγεί στην ύφεση. Η τότε συμπεριφορά των τραπεζών, με την αλόγιστη πιστωτική τους επέκταση, έχει οδηγήσει σήμερα σε πολύ δύσκολη θέση το τραπεζικό μας σύστημα. Έτσι τώρα οι ελληνικές τράπεζες ακολουθούν πολιτική «πιστωτικής συρρίκνωσης», η οποία μάχεται οποιοδήποτε αναπτυξιακό πλάνο. Με τις τράπεζες να απέχουν από την τόνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας είναι αδύνατον να εφαρμοστεί αναπτυξιακή πολιτική που να είναι σε θέση να προκαλέσει την απομάκρυνση της ύφεσης και την ανάκαμψη της οικονομίας μας. Όλες οι προβλέψεις από το 2010 και μετά, τόσο των ελληνικών κυβερνήσεων όσο και των ευρωπαίων αξιωματούχων, έχουν πέσει έξω γιατί δεν στάθμισαν σωστά τις επιπτώσεις από την εφαρμογή της λάθος πολιτικής που καθόρισαν για την Ελλάδα. Αυτήν τη λάθος πολιτική, που τώρα την αναγνωρίζουν όλοι, την είχε επισημάνει πρώτος ο Αντ. Σαμαράς, ο οποίος τώρα κατάντησε να είναι ο μεγαλύτερος υπερασπιστής και ο φανατικότερος εφαρμοστής αυτής της χρεοκοπημένης πολιτικής, η οποία θα οδηγήσει τελικά την Ελλάδα σε χρεοκοπία. Οι παλινωδίες του Βενιζέλου δεν μας συγκινούν ούτε τις παρακολουθούμε. Γιατί αυτός ξεκίνησε τη λαθεμένη αυτή πολιτική. Όμως ο κ. Σαμαράς, προκειμένου να κερδίσει τις τελευταίες εκλογές, έδωσε στον λαό ενσυνείδητα υποσχέσεις που δεν θέλει ή δεν μπορεί να πραγματοποιήσει. Και βλέπουμε ότι, προκειμένου να εξασφαλίσει τα 11,5 δισ. ευρώ που απαιτεί η «τρόικα» για τη διετία 2013-2014, ρίχνει το βάρος και πάλι στο «κούρεμα» των μισθών και των συντάξεων, στην αύξηση του φορολογικού βάρους και στην εξαφάνιση της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και της ασφάλισης των εργαζομένων. Ό,τι είχε απομείνει από τη λαίλαπα των κυβερνήσεων Παπανδρέου – Παπαδήμου, το εξαφανίζει η πολιτική Σαμαρά. Και ας μη θεωρεί ο πρωθυπουργός ότι τα δύο αποκόμματα με τα οποία συνεργάζεται (ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ) του παρέχουν «άλλοθι» για τις αποφάσεις που λαμβάνει. Πολλοί οικονομολόγοι αλλά και αξιωματούχοι της «τρόικας» δηλώνουν ότι οι αντοχές των ελλήνων εργαζομένων έχουν πλέον εξαντληθεί και δεν είναι δυνατόν να αντέξουν άλλες μειώσεις των αποδοχών τους. Εντούτοις, η παρούσα κυβέρνηση συνεχίζει την ίδια πορεία με τις προηγούμενες. Και ενώ η «τρόικα» προτείνει η ανώτατη σύνταξη να μην υπερβαίνει τα 2.500 ευρώ μηνιαίως, ο κ. Σαμαράς επιμένει να διατηρηθούν στο ύψος τους οι συντάξεις των βουλευτών, των δικαστικών, των στρατιωτικών και όλων των ενστόλων, και ρίχνει πάλι όλο το βάρος στις συντάξεις των υπολοίπων εφόσον υπερβαίνουν τα 600 ευρώ, που είναι το όριο της φτώχειας. Δηλαδή, θα φτάσουν όλοι οι συνταξιούχοι στο όριο αυτό και μετά θα λέμε πως αυξάνεται η φτώχεια στην Ελλάδα. Όμως «οι Ηρακλείς του συστήματος» θα απολαμβάνουν «ζωή χαρισάμενη».

Με τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση ο παραγωγικός ιστός της χώρας οδηγείται σε πλήρη παράλυση, ενώ θα έπρεπε το πρώτο και κύριο μέλημα της κυβέρνησης να είναι η προστασία του παραγωγικού ιστού. Τώρα, όπως έχουν διαμορφωθεί οι συνθήκες, μόνο η εγχώρια παραγωγή θα είναι το κέρδος της οικονομίας και σ’ αυτή θα πρέπει να στηριχθούμε. Η κυβέρνηση όμως «αγρόν ηγόρασε» και προσπαθεί μόνο να εκποιήσει όσο όσο τη δημόσια περιουσία, την οποία οι προηγούμενες γενιές δημιούργησαν με την καθοδήγηση των παλαιών πολιτικών που αγαπούσαν τη χώρα. Οι σημερινοί πολιτικοί πουλάνε τις οικονομίες και τον ιδρώτα των εργαζομένων και έχουν επιπλέον την αναίδεια την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας να την εξομοιώνουν με ανάπτυξη και επενδύσεις. Δεν είναι επένδυση η εξαγορά μιας κρατικής επιχείρησης ή οργανισμού. Γιατί δεν βελτιώνει τον παραγωγικό ιστό της χώρας. Είναι απλώς μια αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και συνιστά επένδυση για τον κερδοσκόπο-επενδυτή και όχι για το ελληνικό κράτος.

Το συμπέρασμά μας από την παραπάνω ανάπτυξη είναι ότι η κυβέρνηση πρέπει να αλλάξει κατεύθυνση. Να κοιτάξει το συμφέρον του λαού, και κυρίως τους πλέον αδύναμους οικονομικά πολίτες, οι οποίοι έχουν διαβεί το κατώφλι της φτώχειας. Οι δανειστές μας μπορούν να περιμένουν την εξόφληση των υποχρεώσεων και των δεσμεύσεων που ανέλαβαν απέναντί τους, χωρίς καμία διαπραγμάτευση, οι «ευαίσθητοι» πολιτικοί της χώρας μας. Όμως οι εργαζόμενοι (υπάλληλοι, εργάτες, μικρομεσαίοι επιχειρηματίες και συνταξιούχοι) έχουν περιέλθει σε απόγνωση και εξαθλίωση και βρίσκονται στο χείλος του γκρεμού. Ας δείξει, λοιπόν, λίγη σύνεση και σωφροσύνη η κυβέρνηση.


Σχολιάστε εδώ