Η «τρόικα» του εξωτερικού απαιτεί και η «τρόικα» του εσωτερικού εφαρμόζει
Όλοι αυτοί περίμεναν ότι ο κ. Μπαρόζο θα έφερνε κάποιο μήνυμα ελπίδας για τον ελληνικό λαό. Όμως, παρά το γεγονός ότι κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τι ελέχθη μεταξύ του κ. Μπαρόζο και του έλληνα πρωθυπουργού κ. Σαμαρά στην κατ’ ιδία συνάντησή τους, από τις δημόσιες δηλώσεις που έκαναν οι δύο συνομιλητές μπορούμε να βγάλουμε ορισμένα συμπεράσματα, για τα θέματα που συζητήθηκαν.
Ο κ. Μπαρόζο είναι σημαίνον στέλεχος του συστήματος και ένθερμος οπαδός της νέας τάξης πραγμάτων.
Ως πρωθυπουργός της Πορτογαλίας ήταν ο μοναδικός ευρωπαίος ηγέτης που στάθηκε στο πλευρό τού τότε προέδρου των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους του νεότερου και τον στήριξε όταν έγινε η εισβολή των αμερικανικών και βρετανικών στρατευμάτων στο Ιράκ, για την κατάκτηση των πετρελαίων της χώρας αυτής και για την εξόντωση του Σαντάμ Χουσεΐν. Όταν ο Μπαρόζο απεχώρησε από πρωθυπουργός της Πορτογαλίας, το σύστημα τον αντάμειψε με την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Έτσι ήταν υποχρεωμένος να στηρίξει τις σημερινές επιδιώξεις του συστήματος, που η πλέον βασική είναι η καθιέρωση σκληρής λιτότητας στους εργαζόμενους όλων των χωρών της Ευρώπης.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό πρέπει να τοποθετήσουμε τα όσα είπε ο κ. Μπαρόζο στην ομιλία του μετά τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό. Κατ’ αρχάς θέλησε να γεμίσει ελπίδες τον σκληρά δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό. Και κυρίως τους εργαζόμενους του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Μας είπε, λοιπόν, ότι εμείς οι Έλληνες δεν είμαστε μόνοι και δεν εννοούσε ότι δεν είμαστε βέβαια οι μοναδικοί κάτοικοι αυτού του πλανήτη, αλλά ότι είναι και άλλοι λαοί που αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα με εμάς και ότι η ΕΕ θα δείξει πνεύμα αλληλεγγύης προς όλα τα κράτη-μέλη της. Ίσως ο κ. Μπαρόζο να θέλει εφαρμογή μιας πολιτικής αλληλεγγύης, καθώς αντιλαμβάνεται ότι χωρίς αλληλεγγύη δεν είναι δυνατόν ποτέ να σταθεί μια πολιτική και οικονομική ένωση κρατών. Όμως, ερχόμενος στην Αθήνα, ο κ. Μπαρόζο ξέχασε αυτήν τη βασική προϋπόθεση που πρέπει να διέπει και την ΕΕ. Και η συμπεριφορά του, όπως προκύπτει από τις δηλώσεις του στην Αθήνα, θύμιζε περισσότερο εκπρόσωπο των δανειστών μας, παρά ηγέτη μιας ένωσης κρατών. Έτσι ο κ. Μπαρόζο ζήτησε την απόλυτη εφαρμογή των υποχρεώσεων που ανέλαβε η Ελλάδα στο πλαίσιο των τάχα διαπραγματεύσεων των δύο δανειακών συμβάσεων και των αντίστοιχων Μνημονίων. Με τον τρόπο αυτόν περιόρισε ασφυκτικά τα περιθώρια επαναδιαπραγμάτευσης.
Ας δούμε όμως και τη συμπεριφορά του δικού μας πρωθυπουργού. Με ιδιαίτερη ικανοποίηση ο κ. Σαμαράς τόνισε την αφοσίωση της κυβέρνησής του και του ελληνικού λαού στην Ευρωζώνη και στο ευρώ. Και δήλωσε ότι η Ελλάδα θα σεβαστεί και θα εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν απέναντι στους δανειστές μας οι δύο προηγούμενες κυβερνήσεις, του Γ. Παπανδρέου και του Π. Παπαδήμου. Εάν δεχτούμε το γεγονός ότι αυτά που ελέχθησαν στις δηλώσεις των δύο ανδρών αποτελούν και το αντικείμενο των συζητήσεών τους, τότε για ποια επαναδιαπραγμάτευση μπορεί να μιλάει ο κ. πρωθυπουργός; Τι περιθώρια επαναδιαπραγμάτευσης διαθέτει τώρα η παρούσα κυβέρνηση και ποιο θα είναι το αντικείμενο της επαναδιαπραγμάτευσης; Ό,τι ζήτησαν μέχρι τώρα το πήραν. Κατά την περίπου προ 10 ημερών επίσκεψη των εκπροσώπων της «τρόικας» στην Αθήνα ζητήθηκε η εξεύρεση 11,5 δισ. ευρώ για να καλυφθούν οι αποκλίσεις του ελληνικού κρατικού προϋπολογισμού και κυρίως η υστέρηση των κρατικών φορολογικών εσόδων. Μόλις οι κατώτεροι υπάλληλοι της «τρόικας» που μας επισκέφτηκαν διατύπωσαν την αξίωση τους, αμέσως η κυβέρνηση έσπευσε να τη δεχτεί χωρίς καμία αντίρρηση και να λάβει μια σειρά μέτρων επώδυνων για τον ελληνικό λαό. Αυτό το ποσόν των 11,5 δισ. προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τη μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού μας. Όμως ας μας πουν ένα κράτος της Ευρωζώνης που έχει έλλειμμα κάτω από 3% (που είναι το ανεκτό όριο), εκτός από τη Φινλανδία που το έλλειμμά της φτάνει στο 2,8%. Για παράδειγμα, αναφέρουμε ότι της Ολλανδίας το δημόσιο έλλειμμα, παρά την πολιτική λιτότητας που εφάρμοζε η κυβέρνηση, έχει υπερβεί το 5%. Της Γαλλίας το έλλειμμα έφτασε στο 7,1%. Όσον αφορά τα ελλείμματα των κρατών του Νότου είναι αρκετά υψηλά και τα μακροοικονομικά τους στοιχεία φανερώνουν ότι διέρχονται μια κρίση σχεδόν παρόμοια με την Ελλάδα. Βέβαια και εκεί εφαρμόζεται μια πολιτική λιτότητας, όμως όχι τόσο άγριας όσο στη χώρα μας. Και τούτο γιατί τόσο η Ιταλία όσο και η Ισπανία είναι μεγάλες οικονομίες και συνεχώς διαπραγματεύονται τα μέτρα που θέλει να τους επιβάλει η ηγεσία της Ευρωζώνης. Ειδικά ο ιταλός πρωθυπουργός Μόντι σχεδόν σε καθημερινή βάση βρίσκεται σε διαπραγμάτευση για τα μέτρα. Το ίδιο κάνει και ο πρωθυπουργός της Ισπανίας Ραχόι. Όμως διαπιστώνουμε ότι οι γερμανοί, κυρίως, εξαντλούν όλη τους την αυστηρότητα και απαιτούν σκληρή δημοσιονομική πειθαρχία μόνο στην Ελλάδα. Και αυτό προφανώς οφείλεται στο γεγονός ότι οι δύο αυτές νότιες χώρες είναι μεγάλα ευρωπαϊκά πληθυσμιακά κέντρα, έχουν τεράστιες αγορές και η Γερμανία δεν έχει κανένα συμφέρον να χάσει δύο τέτοιους πελάτες.
Η Ελλάδα, ως πελάτισσα, έχει πλέον εξαντληθεί και η αγορά της είναι εντελώς περιορισμένη και αδιάφορη για τη Γερμανία, μετά τα συνεχή κουρέματα μισθών και συντάξεων. Γι’ αυτό και η μεταχείριση σε βάρος μας είναι σκληρή. Έπαυσε η ελληνική αγορά να έχει ενδιαφέρον για τη Γερμανία και η προσπάθεια της κ. Μέρκελ είναι μήπως τυχόν με την εφαρμογή σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας μπορέσει η Ελλάδα να ξαναγίνει χώρα ενδιαφέρουσα για τους προμηθευτές της και κερδοφόρος φυσικά για την γερμανική οικονομία. Όμως η κ. Μέρκελ δεν πρέπει να ξεχνάει ποτέ ότι για το σημερινό οξύ οικονομικό πρόβλημα της χώρας μας ευθύνονται και οι μεγάλες γερμανικές εξαγωγικές επιχειρήσεις, που δωροδοκούσαν τους έλληνες αρμοδίους για να κλείσουν παραγγελίες. Αν οι Έλληνες ευθύνονται για δωροληψία, και ασφαλώς ευθύνονται, οι Γερμανοί ευθύνονται για δωροδοκία. Συνήθως αυτή η παράνομη ενέργεια έχει δύο υπευθύνους. Τον δωρολήπτη και τον δωροδότη.
Ο κ. Σαμαράς γαλούχησε τους Έλληνες με την ιδέα της επαναδιαπραγμάτευσης. Όμως τώρα τα εγκατέλειψε όλα. Οι τροϊκανοί ζήτησαν 11,5 δισ. ευρώ σε περικοπές δαπανών και ουδεμία αντίρρηση ή διαπραγμάτευση από την ελληνική κυβέρνηση. Περικοπές και μειώσεις μισθών και συντάξεων, κατεδάφιση του συστήματος υγείας και περιορισμός πιστώσεων στην εκπαίδευση. Δηλαδή λιτότητα εις βάρος των πάντων, εξαιρουμένων μερικών που έχουν την ευφυΐα να εμφανίζονται σαν Ηρακλείς του συστήματος (βουλευτές, δικαστές, ένστολοι και λοιποί προνομιούχοι). Ο κ. Σαμαράς θα έπρεπε να υπενθυμίσει στην «τρόικα» δύο κλασικά παραδείγματα εφαρμογής σκληρής λιτότητας στον ευρωπαϊκό χώρο. Το 1922 ο Μουσολίνι εφάρμοσε στην Ιταλία λιτότητα σε βάρος των εργαζομένων με φασιστικά μέτρα. Ο ιταλικός λαός αντέδρασε, αλλά εις μάτην. Το αποτέλεσμα ήταν η Ιταλία να ηττηθεί κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και να γίνει το κλοτσοσκούφι της Γερμανίας. Το δεύτερο παράδειγμα είναι της Γαλλίας. Το 1935 ο τότε πρωθυπουργός Λαβάλ εφάρμοσε σκληρή λιτότητα μονομερώς σε βάρος των εργαζομένων, με αποτέλεσμα να ξεσηκωθούν όλα τα συνδικάτα με ατέλειωτες απεργίες, διαμαρτυρίες, φόνους αστυνομικών και συνδικαλιστών, που διήρκεσαν μέχρι την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτήν την κατάσταση εκμεταλλεύτηκε ο Χίτλερ και κατέκτησε την Γαλλία χωρίς καμία αντίσταση. Ας θυμηθεί η κ. Λαγκάρντ τη σχετικά πρόσφατη ιστορία της χώρας της.
Και για να έρθουμε στα δικά μας, η εσωτερική «τρόικα» (Σαμαράς – Βενιζέλος – Κουβέλης) έχει συναινέσει σε μια απάνθρωπη λιτότητα, που θα προκαλέσει την εσωτερική κατάρρευση της ανοχής του ελληνικού λαού. Η εσωτερική «τρόικα» δεν θα είναι μόνο υπεύθυνη για την οικονομική καταστροφή της Ελλάδος, θα είναι απόλυτα υπεύθυνη και για τις συνέπειες που αυτή θα προκαλέσει και στα εθνικά μας θέματα. Ασφαλώς ο κ. Σαμαράς φαίνεται να έχει κατά νου ίσως να οδηγήσει την Ελλάδα στην πλήρη συντριβή, προκειμένου να στηριχθεί η νέα τάξη πραγμάτων, ο καπιταλισμός της εξαθλίωσης. Διαφορετικά δεν μπορεί να εξηγηθεί η απότομη αυτή μεταμόρφωση του έλληνα πρωθυπουργού.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι και η κυβέρνηση Σαμαρά θα δεχτεί όλες τις απαιτήσεις της «τρόικας» και όλες τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει στο παρελθόν η κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου, που οδήγησαν την Ελλάδα σε κατάσταση αποσύνθεσης.
Και επανερχόμαστε στο ερώτημα που θέσαμε στην αρχή του παρόντος άρθρου μας: Σε ποιους τομείς και για ποιες δεσμεύσεις θα κάνει επαναδιαπραγμάτευση η παρούσα κυβέρνηση;
Μετά τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών, ελάχιστα περιθώρια διαπραγμάτευσης υπάρχουν. Και αν ο κ. Σαμαράς νομίζει ότι θα μπορέσει με τα ψίχουλα του ΕΣΠΑ και τα γελοία ποσά που θα μας δανείσει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων να εφαρμόσει αποτελεσματική και σοβαρή αναπτυξιακή πολιτική, είναι γελασμένος. Τα μέτρα των Μνημονίων δεν θα του το επιτρέψουν. Η «τρόικα» του εξωτερικού γνωρίζει τι απαιτεί. Η «τρόικα» του εσωτερικού, άραγε, γνωρίζει τι εφαρμόζει;