Άγριες περικοπές σε συντάξεις, Δημόσιο και βαρύς φόρος ακινήτων!
Ολα τα μέτρα, τώρα»! Με αυτήν τη γραμμή προσέρχεται σήμερα η «τρόικα» στην αποχαιρετιστήρια, σε αυτή τη φάση, συνάντησή της με τον Γιάννη Στουρνάρα, γνωρίζοντας ότι πλέον ο υπουργός Οικονομικών ουσιαστικά διαπραγματεύεται μαζί τους έχοντας εν λευκώ εντολή από τον πρωθυπουργό και τους πολιτικούς αρχηγούς για τη διαμόρφωση του νέου, επώδυνου προγράμματος, από το οποίο εξαρτώνται και τα «ανταλλάγματα» που θα εξασφαλίσει ο Αντ. Σαμαράς όταν έρθει η ώρα να καθίσει στο τραπέζι, στα τέλη του μήνα, με την Άνγκελα Μέρκελ.
Η διαπραγμάτευση εξελίχθηκε πολύ γρήγορα και μπήκε σε μεγάλο βάθος τα τελευταία 24ωρα, καθώς όχι μόνο είναι αποφασισμένη η «τρόικα» να αποχωρήσει από την Αθήνα έχοντας αποσπάσει δεσμεύσεις για όλα τα μέτρα που θα συνθέσουν το πρόγραμμα περικοπών των 11,5 δισ. ευρώ αλλά και τα τεχνικά της κλιμάκια πέρασαν από… ψιλό κόσκινο κάθε πρόταση της κυβέρνησης, επιδιώκοντας να διασφαλίσουν ότι όλες οι δεσμεύσεις μπορούν να υλοποιηθούν και να αποδώσουν σύμφωνα με τον προγραμματισμό.
Αυτό κατέστησε εξαιρετικά δύσκολη τη διαπραγμάτευση, ακόμη και για τα ισοδύναμα μέτρα που είχε προτείνει η κυβέρνηση προκειμένου να αποφύγει το «ψαλίδισμα» στα ειδικά μισθολόγια και στις εξισωτικές αποζημιώσεις των αγροτών των ορεινών περιοχών, ή για να διευκολύνει την εξόφληση των «τσουχτερών» φετινών εκκαθαριστικών του φόρου εισοδήματος σε δέκα δόσεις, έως και τον Μάιο του 2013.
Επιβεβαιώνοντας πλήρως τις πληροφορίες που είχε δημοσιεύσει πριν από δύο Κυριακές το «Π», η «τρόικα» εμφανίσθηκε εξαιρετικά επιφυλακτική, αν όχι ανοικτά αρνητική, ακόμη και σε αυτούς τους ελιγμούς της κυβέρνησης και παραμένει πολύ αμφίβολο αν στη σημερινή συνάντηση θα καταστεί δυνατόν να επιτύχει η κυβέρνηση τους στόχους της.
Εξίσου δύσκολη αποδεικνύεται η διαπραγμάτευση και για τα μέτρα μετά το 2012, καθώς η «τρόικα» επιμένει σε μέτρα που όχι μόνο θα έχουν βέβαιο και μετρήσιμο αποτέλεσμα, αλλά και θα αναπτυχθούν με επαρκή δεσμευτικότητα για την Ελλάδα άμεσα, στο Μνημόνιο και το εφαρμοστικό πολυνομοσχέδιο που θα ακολουθήσει, ώστε να μην υπάρχουν περιθώρια να «νερωθούν» στην πορεία εφαρμογής τους, μέσα από τις συνήθεις «ντρίμπλες» των ελληνικών αρχών στα ψιλά γράμματα νομοσχεδίων και Υπουργικών Αποφάσεων.
Αυτήν τη φορά η «τρόικα» δεν είναι μόνο πολύ διαβασμένη για την ελληνική πραγματικότητα, αλλά έχει διδαχθεί πολλά και από τις συνεχείς «ντρίμπλες» των προηγούμενων κυβερνήσεων, που οδηγούσαν στην αναβολή ή και στην ακύρωση δεσμεύσεων του Μνημονίου, και εμφανίζεται αποφασισμένη να «δέσει χειροπόδαρα» την Αθήνα πριν εγκριθεί οποιαδήποτε νέα εκταμίευση από το δάνειο αλλά και πριν αποφασισθεί από τους ευρωπαίους ηγέτες πώς θα λυθεί το πρόβλημα χρηματοδότησης της χώρας τα επόμενα χρόνια, που είναι συνέπεια της βέβαιης αποτυχίας στην προσέγγιση των αρχικών στόχων του Μνημονίου.
Η «καλή πλευρά» της διαπραγμάτευσης, όπως λένε αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, θα εμφανισθεί για την Ελλάδα στο επόμενο στάδιο, όταν η «τρόικα», έχοντας λάβει υπόψη όλα τα μέτρα που θα εφαρμοσθούν και τη σημερινή κατάσταση της οικονομίας, θα αρχίσει να διαμορφώνει το μακροοικονομικό σενάριο για τα επόμενα χρόνια και την έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η ήδη βαριά ύφεση, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα στην οικονομία από τα επόμενα «κύματα» μέτρων, αναμένεται να οδηγήσει την «τρόικα» σε μια απογοητευτική έκθεση για τη βιωσιμότητα του χρέους, που θα δείχνει την πλήρη αστοχία του προγράμματος, ακόμη και μετά την απόφαση της κυβέρνησης να εφαρμόσει όλα τα μέτρα που είχαν συμφωνηθεί. Οι πρώτες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για σοβαρή υπέρβαση του στόχου για το χρέος (120% του ΑΕΠ το 2020), που θα αποτυπωθεί στην έκθεση βιωσιμότητας και θα ανοίξει τον δρόμο για νέα διευθέτηση, σε επίπεδο πολιτικών ηγετών.
Το Βερολίνο, όπως λένε πηγές που γνωρίζουν καλά την εξέλιξη της διαπραγμάτευσης, θέλει να φανεί από την έκθεση της «τρόικας» ότι, ακόμη και μετά την εκδήλωση ισχυρής πολιτικής βούλησης για μέτρα από την Αθήνα, είναι αδύνατον να βγει το παρόν Μνημόνιο, ώστε να περάσει, αμέσως μετά, στη διαδικασία εξεύρεσης των λύσεων που θα επιτρέψουν να συνεχισθεί η χρηματοδότηση της Ελλάδας.
Ήδη ο Όλι Ρεν, σε τοποθέτησή του στο Ευρωκοινοβούλιο, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να στηριχθούν απευθείας οι τράπεζες από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό, ώστε να φύγει χρέος από την «πλάτη» του Δημοσίου, ενώ η αναφορά του Μάριο Ντράγκι, την Πέμπτη, στο πρόβλημα που υπάρχει με τη μη αποδοχή «κουρέματος» από την ΕΚΤ και στην ανάγκη αυτό να επιλυθεί ερμηνεύθηκε ως προαναγγελία αποδοχής κάποιας μορφής «κουρέματος» των ελληνικών ομολόγων που κατέχει η ΕΚΤ, ώστε να διευκολυνθεί η χρηματοδότηση της Ελλάδας και να λυθεί η εξίσωση της βιωσιμότητας του χρέους.