Αν λήθη και κάματος νομιμοποιήσουν τελικά το βάναυσο έγκλημα!

Κι αυτό είναι τελικά μέρος του ελληνικού τραύματος. Καθώς ο μέσος Έλληνας βιώνει έναν φοβερό Γολγοθά. Που τον περισπά κατ’ άμεσο τρόπο απ’ όσα μπορεί να επαπειλούν την ίδια την εθνική του ακεραιότητα. Ταπεινωμένος εν πολλοίς και τραυματισμένος καίρια. Κάτι που αποτελεί την άλλη διάσταση της πτωχευτικής τραγωδίας που εξελίσσεται και που κατατείνει προς κακοήθεις υποτροπές. Η αλήθεια.

Αλλά και στην ίδια την Κύπρο τα πράγματα λειτουργούν με παράλληλες δυναμικές: Πρώτα ο υφέρπων εθισμός. Ύστερα ο συνακόλουθος κάματος. Και τέλος οι δεινές πραγματικότητες και αδήριτες μεταλλάξεις. Οπόταν και όσοι εβιώσαμε «στο πετσί μας» κι από πρώτο χέρι τα τραυματικά γεγονότα, τα επιμετρούμε διαφορετικά. Με τα σημερινά δεδομένα ν’ αφίστανται σχεδόν άρδην όσων λειτουργούσαν ως αδιαπραγμάτευτες γραμμές και στερεότυπες διατυπώσεις αυτών που προσδιόριζαν και το τραύμα και την επιδιωκόμενη επανεπούλωση. Δηλαδή τις αντιστάσεις αφενός και τα πλαίσια των αποδεκτών ρυθμίσεων αφετέρου.

Έκτοτε, και πέραν των λιπαρών επετειακών συνθημάτων και των περιστασιακών μεθέξεων, έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Κι έχουν διαφοροποιηθεί τα πράγματα, σε βαθμό που κάποια που εθεωρούντο αδιανόητα, είναι σήμερα δεδομένα και αποδεκτά. Και άλλα που ήσαν αυτονόητα, σήμερα δεν ευσταθούν.

Να μην αυτοεμπαιζόμεθα. Το άνοιγμα, για παράδειγμα, των λεγόμενων «συνόρων», υπήρξε κάθετη τομή. Και αποβαίνει τελικά προσδιοριστικός καταλύτης για τις εξελίξεις και κυρίως τη λύση του Κυπριακού. Και οι συναρτήσεις του διευκολύνουν την κατάποση των διχοτομικών τετελεσμένων. Γιατί -εάν δεν θέλουμε να εμπαίζομεν εαυτούς και αλλήλους- μόνο μυωπάζοντες δεν αντιλαμβάνονται ότι: Διαπραγματευτική λύση του προβλήματος -εάν ποτέ αυτή βρεθεί- αφενός θα είναι παράγωγο επώδυνου ιστορικού συμβιβασμού. Και αφετέρου θα εδράζεται στη βάναυση γεωπολιτική κρεούργηση, όπως την εγεωγράφησε διά λογχών η επιδρομή και υπεθεμελίωσε η κατοχή. Τριάντα οκτώ συναπτά έτη από εισβολής προχθές (ως της δευτέρας πράξεως του σιαμαίου εγκλήματος) καθιστούν τον χρόνο και τα τετελεσμένα δηλητηριώδες μείγμα για την Κύπρο και τον Ελληνισμό της. Αυτό συν η αδυσώπητη ανισοσθένεια -της οποίας εμείς αποτελούμε το ανίσχυρο σκέλος- σηματοδοτούν την τομή του Κυπριακού. Το οποίο δεν υπάρχει μόνον ως επετειακή αναφορά κι επισήμανση, αλλά ως τραύμα του οποίου η αιμόρροια μεταβάλλεται σε κακοήθη πυόρροια. Που μετεπετειακώς δεν ενοχλεί. Τουλάχιστον δεν αποτελεί μέρος της κυπριακής καθημερινότητος, πέραν της αγόνου συνθηματολογίας και της πολιτικής κενότητος που διέπει δυστυχώς το εθνικό γίγνεσθαι.

Σημασία λοιπόν δεν έχει τόσο το γεγονός ότι προχθές συμπληρώθηκαν τριάντα οκτώ έτη από εισβολής. Περισσότερο μετρά ότι από χθες το δράμα μπήκε ήδη στον τριακοστό ένατο χρόνο. Με πολλούς από τους πρόσφυγες πρώτης γενεάς να έχουν ήδη αποδημήσει. Και τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους (η δεύτερη δηλαδή και τρίτη προσφυγική γενεά) να μην έχουν πρόσβαση στην πατρώα γη, χωρίς επίδειξη διαβατηρίου ή ταυτότητος! Και χωρίς να έχουν κανένα δικαίωμα νομής σε ό,τι τους κατέλιπαν οι πατέρες των. Το οποίο οι περισσότεροι, εν πολλοίς, απλώς «έχουν ακουστά». Με ό,τι αυτό σημαίνει.

Εκείνο λοιπόν που ασφαλώς προέχει σήμερα για μας είναι η ταχύτερη, κατά το δυνατόν, και ασφαλέστερη έξοδος από τον θανάσιμο βρόχο των κατοχικών παραγώγων. Αυτό είναι το ιστορικό δέον γενέσθαι αμέσως. Και το ίδιο η πρώτη μας έγνοια και μέριμνα. Όλα τ’ άλλα έπονται. Έπονται μεν, δεν πρέπει να λησμονούνται δε. Όπως αυτό που οι αποφράδες επέτειοι της εθνικής ατιμίας και της ξένης επιδρομής σηματοδοτούν ως κυπριακή τραγωδία. Η οποία όμως -συνεργούντος του χρόνου και ανοσιουργούντος του εθισμού- κινδυνεύει να υποστεί έωλο εκφυλισμό. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει, πρωταρχικά, ότι αυτά οδηγούν με μαθηματική βεβαιότητα προς νομιμοποίηση του εγκλήματος και όσων αυτό αναπαράγει. Όση δηλαδή (και αυτονόητη) σημασία έχει να μην ξεχνούμε αυτό που ως ανοσιούργημα διεπράχθη, εκείνο που σήμερα όσο ποτέ προέχει για μας είναι η αποτελεσματική αποτροπή ολοκληρώσεως εκείνου του συνωμοτικού σχεδιασμού. Κάτι που θα συμβεί, εάν, τελικά, είτε με την υπογραφή μας είτε με μεθοδεύσεις πέραν της ιδικής μας βουλήσεως, το σημερινό status quo αποβεί de jure. Οπόταν και όχι μόνο το έγκλημα μονιμοποιείται, αλλά και νομιμοποιείται. Με την Τουρκία ν’ αποβαίνει στρατηγικός κηδεμόνας σ’ αυτήν τη γεωγραφία. Και αν υπάρχει ακριβώς κάτι που πρέπει να συνειδητοποιηθεί -με υπέρβαση της εθνικής τύρβης και της λήθης των ελληνικών ημερών- είναι ότι θα ήτο τουλάχιστον πλάνη να θεωρηθεί ότι αυτό που χαρακτηρίζεται στερεοτύπως ως κυπριακή τραγωδία είναι απλώς αυτό που συνέβηκε ή αυτό που και σήμερα ηρέμως εν πολλοίς βιώνεται.

Αντίθετα, είτε σε περίπτωση δοτού κι εξ εκβιασμού ιστορικού συμβιβασμού είτε με παράταση της αδιέξοδης εκκρεμότητος, οι τουρκικές μεθοδεύσεις προσβλέπουν ευθέως σε ολική άλωση. Χωρίς κατ’ ανάγκην ένστολο πλέον Αττίλα, αλλά με προαγωγή συνθηκών στρατηγικής κηδεμονίας.

Η ελλαδική μεταπολίτευση, σε συνθήκες δημοκρατίας που επαναθεμελιώθηκε επί των ερειπίων και του αίματος της Κύπρου, προσδιόρισε (μεσούσης της τουρκικής επιδρομής) διά χειλέων Καραμανλή τις τραυματικές εθνικές αδυναμίες. Με τη σκληρή διαπίστωση ότι: «Δυστυχώς η Κύπρος είναι πολύ μακριά»! Κάτι που σηματοδοτεί με δραματικό τρόπο την αδυσώπητη μάχη Ιστορίας-Γεωγραφίας. Με την πρώτη να επανηττάται κατά τρόπο βάναυσο. Και τη δεύτερη να διαμορφώνεται από την ισχύ του επιδρομέα. Και σ’ αυτό το ζοφερό δίπολο πρέπει να επικεντρώσει ο Ελληνισμός την προσοχή. Εκφεύγοντας από σύνδρομα εθνικής κακομοιριάς. Και ανατάσσοντας, επιτέλους, στρατηγικές αντιστάσεις.


Σχολιάστε εδώ