Οι διακοπές του κ. Θωμά

Τέτοια εποχή, άλλοτε, όλοι ετοιμάζονταν για τη μεγάλη φυγή. Μεγαλοαστοί, μικρομεσαίοι, μεροκαματιάρηδες. Όλοι για τη μεγάλη έξοδο του Αυγούστου. Τις πολυπόθητες καλοκαιρινές διακοπές. Καθένας ανάλογα με τις δυνατότητές του. Στις κοσμικές παραλίες και τα νησιά, με την προκλητική, πολλές φορές τότε, επίδειξη πλούτου. Αλλά και στα ταπεινά, ενοικιαζόμενα δωμάτια. Ή, ακόμη, σε κάποιο χωριό, ως οικονομικότερη λύση αλλά και νοσταλγική επαναφορά αναμνήσεων παιδικών χρόνων. Ίσως και για να ξανασμίξουν οι «πρωτευουσιάνοι» με όσους δικούς τους είχαν ξεμείνει πίσω, στην επαρχία.

Τότε που σοβαροί οικογενειάρχες, με πληθωρικά φορτωμένες τις σχάρες των μεσαίου κυβισμού αυτοκινήτων τους, κλείδωναν απλώς τα σπίτια τους –δεν χρειάζονταν τότε περισπούδαστους συναγερμούς και συστήματα ασφαλείας– και μέσα σε σχεδόν εορταστική ατμόσφαιρα εγκατέλειπαν τη βοή και τον καύσωνα της πόλης.

Τότε που, λίγο-πολύ, όλοι πήγαιναν διακοπές.

Έστω και αυτοί που διέθεταν γλίσχρο εισόδημα, που καμιά όμως «τρόικα» δεν μπορούσε να περικόψει.

Τότε που οι ανέμελες μέρες των διακοπών περνούσαν τόσο σύντομα, που δεν προλάβαινες να συνειδητοποιήσεις το γρήγορο διάβα του χρόνου, εκείνο που συνοδεύει τις μικρές στιγμές απόλαυσης και παροδικής ευτυχίας.

Υπήρχαν και τότε δυσκολίες. Ο κόσμος όμως χαμογελούσε. Γιατί υπήρχε η ελπίδα. Του καλύτερου αύριο.

Κ αι σήμερα;

Όλα αυτά πέρασαν ανεπιστρεπτί.

Όλα άλλαξαν. Οι διακοπές πλέον αποτελούν ακριβοθώρητο όνειρο των πολλών.

Ξενοδοχειακές μονάδες εξακολουθούν να υπάρχουν. Ενοικιαζόμενα δωμάτια, επίσης. Το πελατολόγιο όμως άλλαξε.

Οι απλοί νοικοκυραίοι έχουν άλλες προτεραιότητες. Θα πρέπει να πληρώσουν, αν έχουν βέβαια, το χαράτσι, το δάνειο, τους λογαριασμούς. Οι οικονομίες τους εξανεμίστηκαν. Πού μυαλό και διάθεση για διακοπές!

Και στην καλύτερη περίπτωση θα αντικαταστήσουν, αν μπορούν κι αυτό, τις διακοπές τους με το σινεμά της γειτονιάς, με κανένα μπάνιο στα κοντινά. Το πολύ πολύ με κάποιο φτηνό –απʼ όσα έμειναν– ταβερνάκι της γειτονιάς, επιλογή πολυτέλειας στην εποχή μας.

Ο κ. Θωμάς είναι από αυτούς που για πρώτη φορά στη ζωή του φέτος δεν θα κάνει διακοπές. Καλοκάγαθος, με αίσθηση του πηγαίου χιούμορ που διαθέτουν οι άνθρωποι που αποφοίτησαν από το μεγάλο πανεπιστήμιο της ζωής, συνταξιούχος του ΙΚΑ. «Τι να τις κάνω τις διακοπές, αφού όλη μέρα κάθομαι;», σκέφτεται αυτοσαρκαζόμενος.

Μια ζωή στο μεροκάματο ο κ. Θωμάς. Με ροζιασμένα χέρια. Από ένα χωριό της Λακωνίας.

Αισιόδοξος και πάντα έχει έναν καλό λόγο να πει για όλους. Έλεγε ότι θα είναι τυχερός, τούτο το καλοκαίρι, αν μπορέσει να κάνει κανένα μπάνιο για τα ρευματικά του σε κάποια κοντινή παραλία. Ούτε λόγος βέβαια για ολιγοήμερες διακοπές. Αυτές που κάθε χρόνο έκανε για να ξαναδεί στο χωριό του τους φίλους των παιδικών του χρόνων. Γιατί άνθρωποι σαν τον Θωμά έχουν και αυτοί το δικαίωμα να έχουν και να συντηρούν αναμνήσεις.

Αισθάνεται ακόμη και τυχερός ο κ. Θωμάς που μπορεί να πληρώσει τουλάχιστον τον «με ολίγη» του –λόγω σακχάρου– και να δει τους φίλους του στον καφενέ της γειτονιάς. Και ακόμη πιο τυχερός που, άμα σφίξουν ακόμα περισσότερο οι ζέστες, θα μπορέσει να πάει στον κλιματιζόμενο χώρο της δημοτικής αρχής, αφού ο ανεμιστήρας του σπιτιού του δεν είναι αρκετός να τον ανακουφίσει από τη δύσπνοια που του προκαλεί ο καύσωνας.

Πόσοι όμως άλλοι Θωμάδες μπορούν να έχουν την «τύχη» του κ. Θωμά; Και όχι άνθρωποι οκνηροί, φυγόπονοι ή τεμπέληδες που δεν δούλεψαν ποτέ. Άνθρωποι του μόχθου, με ροζιασμένα σαν κι αυτόν χέρια, που η σύνταξή τους δεν επαρκεί να καλύψει τις πιο στοιχειώδεις ανάγκες τους. Βέβαια, και αυτοί έχουν την «πολυτέλεια» να πάνε στους κλιματιζόμενους χώρους. Τίποτε παραπάνω.

Υπάρχουν όμως και χειρότερες καταστάσεις. Πόσοι κατάκοιτοι, ανθρώπινα ράκη, «πεταμένοι», στην καλύτερη περίπτωση, σε κάποιο γηροκομείο, ξεχασμένοι από συγγενείς και φίλους, λιώνουν στο καμίνι της μίζερης ζωής τους; Και που είναι ζήτημα να διαθέτουν τα απαραίτητα φάρμακα και τη σωστή ιατρική παρακολούθηση. Και με βουρκωμένα τα μάτια της ψυχής τους -γιατί οι άνθρωποι αυτοί είναι περήφανοι και δεν κλαίνε- αναπολούν τις εποχές που δεν υπήρχαν Μνημόνια και κρίσεις και μπορούσαν, υποτυπωδώς έστω, να απολαμβάνουν μικροχαρές στη δύσκολη ζωή τους. Έστω και ολιγοήμερες διακοπές.

Τ ι σοφίστηκε ο κ. Θωμάς για να δικαιολογήσει την αδυναμία του, για πρώτη φορά στη ζωή του, να μην πάει το καλοκαίρι στο χωριό του;

Ότι οι περισσότεροι συνομήλικοι φίλοι του πέθαναν…

Ίσως, όμως, μαζί με αυτούς και η ελπίδα του κ. Θωμά. Η ελπίδα να ανάψει, για μια ακόμη φορά τουλάχιστον, το καντήλι στο μνήμα των γονιών του, εκεί ψηλά, κοντά στον Προφήτη

Ηλία… όπως έκανε και τα άλλα καλοκαίρια…

Καυτός Ιούλιος του 2012.


Σχολιάστε εδώ