Αυτοκριτική στο ΚΚΕ για τη μείωση των ποσοστών του

Προηγήθηκε συζήτηση σε όλη την κλίμακα του κόμματος και η τωρινή απόφαση θα τεθεί για έγκριση έπειτα από συζήτηση όλων των οργανώσεων του ΚΚΕ, ενώ θα απασχολήσει και τη συζήτηση που θα γίνει στην πορεία για το Συνέδριο του κόμματος, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στις αρχές του 2013.

Ωστόσο, παρά τη γενική παραδοχή ότι η γραμμή του κόμματος κατά την προεκλογική περίοδο ήταν σωστή, η Κεντρική Επιτροπή προχωράει σε μια σειρά αυτοκριτικές παρατηρήσεις που καθόρισαν το τελικό αποτέλεσμα, τα οποίο ήταν καταστροφικό για το κόμμα, αφού κατρακύλησε στο 4,5%.

Δεν εντοπίσαμε έγκαιρα, αναφέρεται στην απόφαση, το βάθος της συνολικής μείωσης των δύο κομμάτων, και ιδιαίτερα την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, καθώς και την ισχυροποίηση-στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ και το σχέδιο επίθεσης στο κόμμα μας.

Αρχικά, τονίζεται, είχε εντοπιστεί η μείωση της επιρροής του ΠΑΣΟΚ υπέρ της ΔΗΜΑΡ, που όμως δεν ασκούσε επίδραση στον χώρο των ψηφοφόρων του ΚΚΕ, κάτι που προέκυπτε και από τις δημοσκοπήσεις. Όμως, λένε, δεκαπέντε μέρες πριν από την εκλογική αναμέτρηση εντοπίστηκε η απότομη στροφή προς τον ΣΥΡΙΖΑ σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ και του ΚΚΕ και «παρά τις προσπάθειες που τότε έγιναν για να εντοπιστούν οι απώλειες, δεν επιβεβαιωνόταν η έκτασή τους από τις εκτιμήσεις τοπικά των κομματικών οργανώσεων».

Η ουσία, υπογραμμίζεται, είναι ότι η Κεντρική Επιτροπή δεν επικεντρώθηκε στο γεγονός ότι για πρώτη φορά, σε σχέση με όλες τις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, μπροστά στον δοκιμαζόμενο λαό έμπαινε ζήτημα να επιλέξει ανάμεσα σε μια κυβέρνηση με βάση τη ΝΔ ή το ΠΑΣΟΚ από τη μία ή μια κυβέρνηση της λεγόμενης «αριστερής συνεργασίας» με ΚΚΕ και ΔΗΜΑΡ, και μάλιστα με το ψεύτικο επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ για το πλεονέκτημα των πενήντα εδρών του πρώτου κόμματος. Αυτοκριτικά αναφέρεται ότι το ΚΚΕ εντόπισε την ιδιαίτερη σκληρότητα και το σύνθετο της εκλογικής μάχης κυρίως μετά τις 6 Μαΐου και όχι πριν και γι’ αυτό έσπευσε η Κεντρική Επιτροπή να διατυπώσει τη θέση ότι πρόκειται για τη δυσκολότερη αναμέτρηση των τελευταίων σαράντα χρόνων. Αναγνωρίζεται ότι «ορισμένοι φίλοι και οπαδοί του κόμματος αλλά και ένα μικρό μέρος των κομματικών μελών έκαναν την παρατήρηση ότι το κόμμα θα μπορούσε να θέσει κατά τη διερευνητική εντολή μια κυβερνητική πρόταση, που βεβαίως θα απορριπτόταν από τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς θα έθετε το ζήτημα της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, της μονομερούς διαγραφής του χρέους, της ρήξης με τις επιλογές της ΕΕ και των μονοπωλίων. Υποστηρίζουν ότι με αυτόν τον τρόπο θα αφαιρούνταν η πρωτοβουλία κινήσεων από τον ΣΥΡΙΖΑ».

Στην παραπάνω κριτική η ηγεσία του ΚΚΕ εκτιμάει ότι «σωστά δεν μπήκε το κόμμα στη λογική συζήτησης με τον ΣΥΡΙΖΑ στη διερευνητική εντολή, αφού το κόμμα δεν μπορεί και δεν πρέπει να κάνει κινήσεις που επιτείνουν τη σύγχυση γύρω από τον χαρακτήρα αυτού του φορέα, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με τη γραμμή σύγκρουσης με τα μονοπώλια και τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις. Η εκλογική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαιώνει ότι το αστικό πολιτικό σύστημα έχει εναλλακτικά σχέδια διαχείρισης».

Παρά τις αυτοκριτικές παρατηρήσεις, εν κατακλείδι η Κεντρική Επιτροπή εκτίμησε ότι η διπλή εκλογική αναμέτρηση, ανεξάρτητα από τις γενικότερες αδυναμίες που αναδείχτηκαν και τις απώλειες του ΚΚΕ, αποτελεί παρακαταθήκη, «καθώς έγινε σημαντική δουλειά για την ανάδειξη των δύο δρόμων ανάπτυξης, τον χαρακτήρα της καπιταλιστικής κρίσης, το ζήτημα της εργατικής λαϊκής εξουσίας, την ανάδειξη της θέσης του κόμματος για τη συμμετοχή σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης».


Σχολιάστε εδώ