Η Ελλάδα απέκτησε νέα κυβέρνηση με βαρύ φορτίο
Με τα κόμματα που δεν απέκρυπταν τη μνημονιακή τους θέση να παρουσιάζονται σήμερα ως θριαμβευτές των εκλογών, καθώς έχουν εξασφαλίσει την άνετη πλειοψηφία στη νέα Βουλή.
Από την πλευρά μας, και στον απόηχο του εκλογικού αποτελέσματος, θα θέλαμε να σημειώσουμε:
α) Τα δύο καθαρόαιμα μνημονιακά κόμματα, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, καθώς και το μικρό κόμμα του Στ. Μάνου, δεν συγκεντρώνουν την πλειοψηφία του λαού. Θα μπορούσαμε κάλλιστα να προσθέσουμε και το ποσοστό της ΔΗΜΑΡ, αλλά έχουμε τη γνώμη ότι η μέγιστη πλειοψηφία των ψηφοφόρων της δεν ανήκει σ’ αυτούς που στηρίζουν τα Μνημόνια. Στο γεγονός αυτό, που το γνωρίζει άριστα ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ Φ. Κουβέλης, στηρίζεται και η επαμφοτερίζουσα στάση του. Και θέλει μεν να στηρίξει μνημονιακή κυβέρνηση και από το άλλο μέρος προσπαθεί να βρει αφορμές για να μην υλοποιήσει αυτήν του τη σκέψη. Αλλά και αν ακόμη προσθέσουμε και το ποσοστό της ΔΗΜΑΡ και πάλι τα μνημονιακά κόμματα δεν φτάνουν στο 50% του εκλογικού σώματος. Συνεπώς ο ελληνικός λαός στην πλειοψηφία του δεν νομιμοποίησε τα Μνημόνια ούτε έδωσε άφεση αμαρτιών σ’ αυτούς που αδιαπραγμάτευτα δέχθηκαν όλες τις αντιλαϊκές ρυθμίσεις. Και για τις οποίες κάποτε πρέπει να λογοδοτήσουν.
β) Τα δύο βασικά ευρωπαϊκής αφοσίωσης κόμματα, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, συγκεντρώνουν στη νέα Βουλή άνετη πλειοψηφία. Πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν κάλλιστα να εφαρμόσουν τις υποσχέσεις που έδωσαν κατά την προεκλογική περίοδο. Όλοι οι διαπλεκόμενοι με την οικονομική ελίτ, την ντόπια και την ευρωπαϊκή, ασφαλώς δεν πρέπει να πανηγυρίζουν. Γιατί πρέπει να έχουν αντιληφθεί ότι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των μνημονιακών κομμάτων είναι ψευδεπίγραφη. Είναι ένα κατασκεύασμα του έντονα αντιδημοκρατικού εκλογικού νόμου, που χορηγεί το μπόνους των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα. Αν επικρατούσε η απλή αναλογική, η νέα Βουλή θα ήταν περισσότερο αντιπροσωπευτική της βούλησης του εκλογικού σώματος. Δυστυχώς ο ισχύων εκλογικός νόμος έχει καταργήσει δύο βασικά δημοκρατικά δικαιώματα του εκλογικού σώματος. Γι’ αυτό και τον χαρακτηρίζουμε αντιδημοκρατικό. Έχει καταργήσει στην ουσία τα δικαιώματα του εκλογικού σώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Οι ψηφοφόροι δεν έδωσαν στο κόμμα της ΝΔ ούτε καν 90 έδρες. Οι υπόλοιπες έδρες που πήρε είναι αποτέλεσμα του στραγγαλισμού του δικαιώματος του εκλέγειν. Ο ψηφοφόρος δεν έχει πλέον το δικαίωμα της επιλογής του υποψηφίου. Οι βουλευτές που εκλέγονται πλέον χωρίς σταυρό διορίζονται από τον αρχηγό του κόμματος και τα κομματικά επιτελεία. Και ασφαλώς είναι οι πλέον αφοσιωμένοι στις εντολές τους. Ίσως και γι’ αυτό ο αρχηγός της ΝΔ, αντιλαμβανόμενος ότι ήρθε μεν πρώτος αλλά δεν έχει τη στήριξη του ελληνικού λαού, το βράδυ της Κυριακής των εκλογών δεν πανηγύρισε. Ήταν συγκρατημένος, χωρίς τον αέρα του μελλοντικού κυρίαρχου στην πολιτική. Του ευχόμαστε, βέβαια, να επιτύχει, αλλά το θεωρούμε μάλλον απίθανο. Εκτός εάν και οι ξένοι υποστηρικτές του κατενόησαν ότι και η βούληση του ελληνικού λαού είναι διαφορετική από αυτήν που απεικονίζεται στη σύνθεση της νέας Βουλής. Αν η νέα κυβέρνηση επιθυμεί πράγματι αναστήλωση των θεσμών και επαναφορά του κύρους τους, θα πρέπει να μεριμνήσει για την ενδυνάμωση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι με τροποποίηση του εκλογικού νόμου. Και γ) τα κόμματα προεκλογικά υποσχέθηκαν επαναδιαπραγμάτευση των Μνημονίων. Έχουμε την άποψη ότι ο κ. Σαμαράς πιστεύει πράγματι ότι τα Μνημόνια είναι καταστρεπτικά για την ελληνική οικονομία και τον ελληνικό λαό. Όμως η σχετική υπόσχεση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ έχει υπαγορευθεί από το κομματικό συμφέρον και μόνο. Και γι’ αυτό ούτε ο λαός την έλαβε υπόψη. Και η κομματική δύναμη του ΠΑΣΟΚ συρρικνώθηκε ακόμη περισσότερο. Αν ο κ. Βενιζέλος είχε εντοπίσει εγκαίρως τις αδυναμίες των Μνημονίων, θα έπρεπε προτού υπογράψει να διαφωνήσει και, εν ανάγκη, να παραιτηθεί. Η νέα κυβέρνηση έχει βαριά κληρονομιά και η πρώτη και κύρια φροντίδα της είναι η διαπραγμάτευση των δύο Μνημονίων. Στις σχετικές διαπραγματεύσεις οι έλληνες κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν πρέπει να πάνε με σκυμμένο το κεφάλι και έτοιμοι για καινούργιες σφαλιάρες, δηλ. με το σύνδρομο του καρπαζοεισπράκτορα. Βέβαια στα χέρια της «τρόικας» βρίσκονται οι γνωστές επιστολές Βενιζέλου – Σαμαρά, που αποδέχονται όλες τις ρυθμίσεις που προβλέπουν τα Μνημόνια. Έτσι, έχουν δεσμεύσει την Ελλάδα, γεγονός που νομιμοποιεί την «τρόικα» να απαιτεί την εκπλήρωση των δεσμεύσεων. Επιτέλους, οι τωρινοί εκπρόσωποι της Ελλάδας θα πρέπει να σηκώσουν κεφάλι για να υπερασπιστούν επιτυχώς τα συμφέροντα του ελληνικού λαού. Βέβαια τα διαπραγματευτικά μας ατού έχουν φροντίσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις και τα μνημονιακά κόμματα να τα εξανεμίσουν. Δεν είναι μόνο σε βάρος μας οι επιστολές των αρχηγών των κομμάτων που εστάλησαν στην «τρόικα». Είναι επιπλέον και η τρομοκρατία που εξαπέλυσαν οι ευρωπαίοι ιθύνοντες για να πετύχουν μέσω αυτής την υπερψήφιση των μνημονιακών κομμάτων. Και αυτό, μαζί με τις επιστολές, απογυμνώνει εντελώς τη διαπραγματευτική ικανότητα της Ελλάδας. Και ο κ. Σαμαράς, ως ευφυής άνθρωπος, ξέρει ότι η επαναδιαπραγμάτευση των Μνημονίων θα είναι πολύ σκληρή και με μικρά περιθώρια. Όσο για τον Βενιζέλο, νομίζουμε ότι δεν έχει κανένα πρόβλημα και τύψεις για όσα διέπραξε και φαίνεται ότι δεν έχει συνειδητοποιήσει ακόμη τις επιπτώσεις τους. Εμείς, από την πλευρά μας, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι η εφαρμογή των Μνημονίων διαιωνίζει την ύφεση και τη βαθύνει. Και αυτό αναπόφευκτα οδηγεί στη χρεοκοπία. Η ανατροπή αυτών των καταστάσεων μπορεί να αντιμετωπιστεί ή με τροποποίηση των Μνημονίων ή με επάνοδο στο εθνικό μας νόμισμα. Και αυτό θα πρέπει να αξιοποιηθεί ως διαπραγματευτικό ατού της χώρας μας. Ένας ολόκληρος λαός, όπως ο ελληνικός, δεν είναι δυνατόν να παραδοθεί στις ορέξεις ορισμένων κεφαλαιούχων. Και ο ελληνικός λαός στην πλειοψηφία του δεν ψήφισε υπέρ των Μνημονίων. Απλώς τρομοκρατήθηκε από τα διλήμματα «έξοδος ή όχι» από την Ευρωζώνη και από την τρομοκρατία που άσκησαν οι ξένοι ιθύνοντες, τάχα συνεταίροι μας. Να γιατί η διαπραγμάτευση της τροποποίησης των Μνημονίων θα πρέπει να είναι σκληρή στα παρασκήνια και φιλική και ήπια δημοσίως. Αλλά το θέμα της διαπραγμάτευσης των Μνημονίων θα μας απασχολήσει και στο μέλλον και ας ελπίσουμε ότι κάτι θετικό θα προκύψει για τη χώρα μας.
Η συμπεριφορά της ΕΕ και της Ευρωζώνης απέναντι στην Ελλάδα, όπως διαμορφώθηκε μετά την ένταξή μας στους μηχανισμούς στήριξης, δείχνει ότι οι διορισμένοι ιθύνοντες των δύο αυτών διεθνών ενώσεων δεν τρέφουν κανέναν σεβασμό προς τα δημοκρατικά ιδεώδη. Ο πρόεδρος της Κομισιόν Μ. Μπαρόζο την επομένη την εκλογών δήλωσε με έμφαση ότι η ΕΕ δεν δέχεται μαθήματα δημοκρατίας από κανέναν. Αυτή είναι μια κομπλεξική αντίδραση στις κατηγορίες που δέχεται τώρα για αντιδημοκρατική συμπεριφορά. Η ουσία του δημοκρατικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος είναι η ύπαρξη συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης. Η ΕΕ επιδιώκει να υπάρχει μόνο συμπολίτευση και όχι αντιπολίτευση. Και ενωμένοι όλοι μαζί οι πολιτικοί παράγοντες να δουλεύουν μόνο για τους κερδοσκόπους της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Αυτό το ζήσαμε στη χώρα μας από την περσινή χρονιά, όταν η «τρόικα» απαιτούσε τη συγκατάθεση εγγράφως όλων των πολιτικών αρχηγών στις δεσμεύσεις των Μνημονίων. Και βέβαια σ’ αυτό συμφωνούσαν όλα τα τότε μνημονιακά κόμματα και κυρίως το τότε κυβερνών κόμμα, το ΠΑΣΟΚ. Και στις πρόσφατες εκλογές της 17ης Ιουνίου έκαναν ωμές παρεμβάσεις υπέρ των κομμάτων εκείνων που ακολουθούν πειθήνια τις εντολές τους. Εντελώς αντιδημοκρατική συμπεριφορά. Δυστυχώς αυτή είναι στην ουσία η πολιτική κουλτούρα της ΕΕ. Κύριε Μπαρόζο, σας χρειάζονται πολλά μαθήματα δημοκρατικής συμπεριφοράς.
Αναμφισβήτητα είναι βαρύ το έργο της νέας κυβέρνησης, όπως πολύ σωστά τόνισαν και οι δύο πρωθυπουργοί, ο κ. Πικραμμένος, υπηρεσιακός πρωθυπουργός, και ο νεοορκισθείς Αντ. Σαμαράς, ο οποίος κατά την ορκωμοσία του έδειχνε ότι ήταν έντονα προβληματισμένος για την εν γένει κατάσταση που παραλαμβάνει. Ευχή όλων των Ελλήνων, ανεξάρτητα με την κομματική τους τοποθέτηση, είναι να πετύχει η νέα κυβέρνηση στο δύσκολο έργο της. Γιατί αυτός ο λαός, ο ελληνικός, είναι από πολλές πλευρές καταπιεσμένος και πικραμένος. Και πρέπει η νέα κυβέρνηση να του δώσει αέρα για να ανασάνει. Και πέρα από την ανασύνταξη της οικονομίας και την προσπάθεια βελτίωσης του κρατικού μηχανισμού, θα πρέπει να αποδώσει δικαιοσύνη, τιμωρώντας τους υπεύθυνους που μας οδήγησαν στο κατάντημα αυτό. Και να εμπεδώσει αίσθημα ασφάλειας στους έλληνες πολίτες. Είναι πολλά που πρέπει να γίνουν και οι απαιτήσεις ενός λαού που αισθάνεται αδικημένος και παραγκωνισμένος δικαιολογημένα είναι πολλές. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε κυβέρνηση αποφασισμένη να οδηγήσει τη χώρα μας εκεί όπου της αξίζει.