Μια Φορά Και Έναν Καιρό

Όσοι έζησαν εκλογές από τον πόλεμο και μετά, χωρίς να εξαιρούνται και εκείνες με την «αποχή» του ΚΚΕ το ’46, θα θυμούνται ότι όλες είχαν νεύρο, είχαν θέσεις, απόψεις, μαχητικότητα… Οι εκλογείς πρωταγωνιστούσαν με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο. Συνθήματα, αφίσες, προβοκάτσιες, αληθινά και άλλοτε στημένα περιστατικά ανέβαζαν την εκλογική θερμοκρασία και ο ψηφοφόρος ήταν έτοιμος να στηθεί με τις ώρες στην ουρά μπροστά στο εκλογικό τμήμα, που το φύλαγε με κράνος, πλήρη εξάρτυση και εφ’ όπλου λόγχη ο σκοπός-φαντάρος, για να ψηφίσει.

Και σήμερα ξαφνικά, σήμερα που όλοι περίμεναν πως θα υπήρχε ένας έξαλλος ξεσηκωμός, σήμερα που όλοι περίμεναν να ξεπεταχτούν δημεγέρτες, δημαγωγοί, ρήτορες για να εκφράσουν τη λαϊκή οργή, καταργήθηκαν όλες οι γνωστές προεκλογικές τακτικές, με τις όποιες θεατρινίστικες υπερβολές τους, αν και χρειάζονταν σαν ακτινογραφία της κοινής γνώμης. Ήταν απαραίτητες για να διεγείρουν και εκείνους που έχουν για τρόπο ζωής το «Ου φροντίς Ιπποκλείδη…». Και, τελικά, αντί «ντόπας» ποτιστήκαμε χαμομήλι. Όλα εξαφανίστηκαν σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Πάνε, χάθηκαν οι λαοθάλασσες, οι συγκεντρώσεις με τα μιλιούνια που κατακλύζανε τις πλατείες και τα πέριξ για να ακούσουνε τις πύρινες ομιλίες των αρχηγών, κι ας ήταν το μόνο που τελικά δεν άκουγαν. Τι μπορούσαν να ακούσουν, άλλωστε, μέσα στο μπάχαλο με τις κόρνες, τις καραμούζες και τα συνθήματα που διοχέτευε σε οργανωμένες ομάδες το πολιτικό γραφείο του αρχηγού, για να τα κραυγάζει σαν χορός αρχαίας τραγωδίας το πλήθος, καλύπτοντας την αγόρευση; Πάει εκείνο το ξέφρενο πανηγύρι με τις σημαίες που κούναγαν ρυθμικά μέσα σε σύννεφο καπνογόνων. Οι ελάχιστες προεκλογικές συγκεντρώσεις που αποτολμώνται σήμερα, άτονες και αναιμικές, σε κλειστό συνήθως χώρο, θυμίζουν περισσότερο σύναξη καλόγερων σε «ολονυκτία» που προσεύχονται για να βρέξει παρά τους έξαλλους και φανατισμένους ψηφοφόρους εκείνης της άλλης, καλής εποχής. Πού είναι οι ξανθιές κυρίες μιας κάποιας ηλικίας που, καλοχτενισμένες και παρφουμαρισμένες, προσέρχονταν με τα ταγεράκια τους στα εκλογικά κέντρα εθελοντικά και αφιερώνονταν ψυχή τε και… σώματι στο να προσηλυτίσουν οπαδούς, να προσελκύσουν ακροατάς και να εξασφαλίσουν ψήφους, μαζί με την εύνοια του προέδρου; Από την εποχή του σφαιριδίου μέχρι τις μέρες μας, ο πολίτης ζούσε, πρωταγωνιστούσε και απολάμβανε το προεκλογικό πανηγύρι, που άρχιζε με την προκήρυξη των εκλογών, ή και αρκετές ημέρες νωρίτερα, και είχε επίλογο το γλέντι που κατά κανόνα ακολουθούσε τη νύχτα των αποτελεσμάτων από τους νικητές, ενίοτε δε και από τους… χαμένους. Μόνο που το γλέντι των χαμένων τότε περιλάμβανε στο μενού και την κήρυξη του… στρατιωτικού νόμου.

Διότι τι σόι εκλογές είναι οι τωρινές, χωρίς καβγάδες στα καφενεία, χωρίς τράνταγμα τζαμιών από τις αγριοφωνάρες ή από το χτύπημα της γροθιάς στο τραπέζι, χωρίς να εκτοξεύονται βρισιές με βλάσφημους προσωπικούς υπαινιγμούς, χωρίς να έρχονται πια στα χέρια για την τιμή του κόμματος, για την οποία παντελώς αδιαφορούν; Τι ράτσα εκλογείς είναι αυτοί που αποστρέφονται τον σαματά και σαν άκακα αρνία παρακολουθούν από τον καναπέ τις πολιτικοοικονομικές αναλύσεις των τηλεανθρώπων – αν φυσικά δεν υπάρχει εκείνη την ώρα ποδόσφαιρο; Γιατί να δίνουν την εντύπωση σε κάθε τρίτο πως, παρά τα όσα συμβαίνουν, τα αίματά τους αντί να βράζουν λιμνάζουν στις φλέβες τους κατεψυγμένα; Εν πάση περιπτώσει, είτε κραυγαλέα, σύμφωνα με τις παραδόσεις, είτε εν κρυπτώ και παραβύστω, χωρίς φανφάρες και βεγγαλικά, θα βρεθούμε αύριο πίσω από το θαλασσί παραβάν, με ένα μάτσο ψηφοδέλτια στο χέρι, για να αναδείξουμε την κυβέρνηση που μας αξίζει. Εμάς τους αθεράπευτους νοσταλγούς ενός παρελθόντος όπου το ανθρώπινο στοιχείο κυριαρχούσε λογικό είναι να μας απωθεί η «μοντέρνα» ή ευρωπαϊκή εκδοχή διεξαγωγής ενός εκλογικού αγώνα. Τις ρεβεράντζες, τα μελιστάλακτα «thank you», τα μπόλικα «merci» και τα άφθονα «bitte, Mein Herr» που εκφέρομε υποκλινόμενοι επειδή είμαστε ευγενείς ας τα μεταχειριζόμαστε στις δεξιώσεις. Όταν οι εκλογές παίρνουν τη μορφή δημοψηφίσματος, πώς είναι δυνατόν ο κάθε ανώνυμος πολίτης που καταστρέφεται η ζωή του να κλείνει τα μάτια μπροστά στον δήμιο που τον περιμένει στη γωνία μόνο και μόνο επειδή μπορεί να πλειοψηφήσει αυτός που αντιπαθεί και απεχθάνεται; Και, για να είμαστε συνεπείς με το «Μια φορά και έναν καιρό», θα κλείσουμε το παρόν παράταιρο σημείωμα με ένα σχετικό έμμετρο δίστιχο που έγραψε πριν από χρόνια αδιόρθωτος καλαμπουρτζής: «Άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, αλλά ολωσδιόλου άλλη η δική μας η… Βουλή!».

Η στήλη προσπάθησε να μένει έξω από την τρέχουσα πολιτική, πιστεύοντας πως σε μια καθαρά πολιτική εφημερίδα όπως το φιλόξενο «ΠΑΡΟΝ» πρέπει να υπάρχει και μια ανάλαφρη ανάσα.

Σήμερα, με την άδειά σας, κάνει εξαίρεση όχι επειδή πολιτικοποιήθηκε κι αυτή, αλλά επειδή των «οικιών ημών εμπιμπραμένων» απαγορεύεται να «το βουλώνομε».

Διότι η σιγή δεν φέρνει κόσμο. Φέρνει Μνημόνια…


Σχολιάστε εδώ