Αντιμνημονιακά στις κάλπες

Μάλλον ναι, εάν είχε πολιτευθεί διαφορετικά η Νέα Δημοκρατία. Και εξηγούμεθα: Το 90% του ελληνικού λαού, πέραν δηλαδή από ιδεολογικά σύνορα, είναι αντιμνημονιακό. Ενώ όμως το σύνολο σχεδόν της Αριστεράς, κομματικά, εκφράζεται απερίφραστα κατά του Μνημονίου, δεν συμβαίνει το ίδιο με τη Δεξιά. Τους αντιμνημονιακούς αυτού του χώρου εκφράζουν ο Πάνος Καμμένος και ο Γ. Καρατζαφέρης. Η Νέα Δημοκρατία όμως μέχρι σήμερα παραμένει βασικός κορμός της παρατάξεως, επειδή ο δικομματισμός δεν χτυπήθηκε ισομερώς, όσο έπρεπε. Το ΠΑΣΟΚ, κόμμα ολέθρου, καταδικάστηκε και συρρικνώθηκε. Φέρει κολοσσιαίες ευθύνες για το κατάντημα της χώρας και η θέση του είναι στον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας. Η γραμμή της Νέας Δημοκρατίας δεν είναι διαυγής. Φέρει κι αυτή τις ευθύνες της, αλλά συγκρατεί μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων της. Όμως, αυτός ο κόσμος που την ψηφίζει δεν έχει απόλυτο ψυχικό δεσμό μαζί της. Διότι οι ψηφοφόροι της, κατά βάσιν αντιμνημονιακοί, την ψηφίζουν εξ ανάγκης και σαν ανάχωμα κατά της Αριστεράς. Εάν η Νέα Δημοκρατία είχε, π.χ., τη γραμμή των Ανεξάρτητων Ελλήνων ή του ΛΑΟΣ, θα εξασφάλιζε αυτοδύναμη πλειοψηφία. Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι τμήμα δεξιών ψηφοφόρων μετακινήθηκε από απελπισία προς τον ΣΥΡΙΖΑ, πολύ περισσότερο όταν είδε ότι η «σούπερ μνημονιακή» Ντόρα Μπακογιάννη (με πίεση άραγε του Βερολίνου;) επανήλθε δίπλα στον παλαιό εχθρό της, τον Αντώνη Σαμαρά, σε καίρια θέση. Έτσι, μεγάλο ποσοστό νεοδημοκρατών αισθάνεται προδομένο, αλλά συμβιβάστηκε λόγω των συνθηκών. Οι δεξιοί, πάντως, ανησυχούν, διότι ο Αντώνης Σαμαράς στην επιστολή την οποία απέστειλε προς τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τον Μ. Ντράγκι, δηλώνει τη «νομιμοφροσύνη» του, τονίζοντας: «Αν η Νέα Δημοκρατία κερδίσει τις επόμενες εκλογές στην Ελλάδα, θα παραμείνει προσηλωμένη στους στόχους και τις βασικές πολιτικές του προγράμματος, όπως περιγράφονται στο Μνημόνιο και τη Χρηματοπιστωτική Συμφωνία…»! Τα παλιά χρόνια, ο αείμνηστος γέρος Παπανδρέου κατηγορούσε την ΕΡΕ διότι με τα αστυνομικά μέτρα διώξεως κατά δημοκρατικών πολιτών και με την «αντιλαϊκή» πολιτική της γινόταν ο καλύτερος τροφοδότης του κομμουνισμού. Σήμερα, η Νέα Δημοκρατία, με τη μνημονιακή γραμμή της (έστω κι αν βάζει λίγο νερό στο κρασί της) γίνεται ο καλύτερος τροφοδότης του ΣΥΡΙΖΑ. Εκείνος, όμως, που έδωσε «ρεσιτάλ εθνικής υποτέλειας και ξενοδουλείας» είναι ο «συνεταίρος» του Στέφ. Μάνου, ο πρόεδρος του κόμματος Δημιουργία Ξανά, Θάνος Τζήμερος. Με την επονείδιστη επιστολή του προς την καγκελάριο του Δ΄ Ράιχ, την Άνγκελα Μέρκελ, την «εξοχοτάτη» –όπως την αποκαλεί– την ευχαριστεί για όσα πράττει εναντίον μας, διατυπώνει απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς κατά των Ελλήνων και την προτρέπει να μας τιμωρήσει παραδειγματικά, λέγοντας: «Αν ήμουν στη θέση σας, θα έλεγα: Να πάει στο διάολο αυτή η απαίσια χώρα. Εμείς, οι σκεπτόμενοι Έλληνες, σας είμαστε ευγνώμονες που δεν έχετε πάρει (ακόμα) αυτή τη θέση, και εξακολουθείτε να μας στηρίζετε…». Δεν προχωρώ σε άλλα σημεία της επιστολής, διότι και μόνον η ανάγνωσή της προκαλεί έντονη στομαχική διαταραχή. Αυτή η εκδήλωσις «θαυμασμού» προς το Δ΄ Ράιχ θυμίζει την περίπτωση του παλιού υπουργού της ΕΡΕ (δεν αναφέρω το όνομά του, διότι μπορεί να έχει παιδιά ή εγγόνια, που δεν φταίνε σε τίποτε. Όμως, οι παλαιότεροι γνωρίζουν για ποιον πρόκειται) ο οποίος κατά την Κατοχή είχε διατελέσει νομάρχης κι έκανε τη δήλωση ότι: «Πας πολεμών τους Γερμανούς δεν είναι Έλλην»! Έτσι, «σκεπτόμενος» ήταν κι εκείνος, σαν τον Τζήμερο. Θυμάμαι κι άλλη ανάλογη περίπτωση. Επρόκειτο για τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Αθηνών Κ.Χ. (για τους ίδιους λόγους με τον προηγούμενο δεν αναφέρω το όνομά του) ο οποίος κατά την Κατοχή εκφωνούσε λόγους υπέρ του Χίτλερ και του εθνικοσοσιαλισμού, έβριζε τους συμμάχους και καλούσε τους Έλληνες να πάψουν να πολεμούν τους κατακτητές. Την υπόθεση είχε φέρει στις αρχές Νοεμβρίου 1960 στη Βουλή ο βουλευτής της Δημοκρατικής Ενώσεως (του κόμματος Τσιριμώκου) Ηλίας Μπερεδήμας. Ο διαπρεπής εκείνος δημοσιογράφος και πολιτικός, στην επερώτησή του, παρέθεσε δημοσίευμα των εφημερίδων των Πατρών της 29ης Φεβρουαρίου 1944, σύμφωνα με το οποίο, δύο ημέρες πριν –δηλαδή σε περίοδο σκληρού αγώνος ολόκληρου του Έθνους κατά των κατακτητών και στο αποκορύφωμα του συμμαχικού αγώνος κατά του φασισμού σε όλα τα μέτωπα– ο Κ.Χ., Εισαγγελεύς Πρωτοδικών Πατρών, έδωσε διάλεξη στο εκεί Δημοτικό Θέατρο, με τίτλο: «Ελληνική Πολιτεία και Κομμουνισμός», την οποία παρηκολούθησαν ανώτεροι γερμανοί αξιωματικοί. Την επομένη της επερωτήσεως, στις 5 Νοεμβρίου 1960, ο εν λόγω Εισαγγελεύς ομολόγησε ότι πράγματι έκανε εκείνην τη διάλεξη στο Δημοτικό Θέατρο των Πατρών, αλλά δικαιολόγησε την πράξη του με τον ισχυρισμό ότι, με όσα είπε, ήθελε να χτυπήσει το ΕΑΜ!

Ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Κων. Καλλίας απηύθυνε παραγγελία στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον Κιουσόπουλο, «να ενεργήσει ταχίστην εξέτασιν επί των εν τη επερωτήσει αναφερομένων». Προσέθεσε, όμως, ότι «εκ του υπηρεσιακού φακέλου του Κ.Χ. προκύπτει ότι είναι άριστος υπό πάσαν άποψιν δικαστικός λειτουργός»! Ήταν η εποχή κατά την οποία, προκειμένου να υπάρχουν καλές σχέσεις μεταξύ Ελλάδος-Γερμανίας, η κυβέρνηση της ΕΡΕ είχε φθάσει στο σημείο να αφήσει ελεύθερο τον γερμανό εγκληματία πολέμου, τον διαβόητο Μαξ Μέρτεν, ενώ ο Γλέζος βρισκόταν φυλακή (τα γνωρίζει αυτά η Μέρκελ και η παρέα της;). Το γεγονός προκάλεσε θύελλα στη Βουλή. Ο διαπρεπής νομικός, βουλευτής της ΕΔΑ, Σταύρος Ηλιόπουλος, στην αγόρευσή του τόνισε: «Ο ελληνικός λαός δεν είναι μνησίκακος ούτε φιλέκδικος. Αλλά δεν αποτελεί λύσιν του θέματος, το να εγκαταλείψουμε κάθε δίωξιν των εγκληματιών και να αναθέσουμε το έργο στην γερμανικήν κυβέρνησιν. Και εάν ακόμη παραδεχθούμε ότι η κυβέρνησις θέλει να μπει στο πνεύμα της συνεργασίας με τα άλλα έθνη, δεν είναι ειλικρινής η πρόθεσίς της, διότι στο εσωτερικό συνεχίζει τις διώξεις και αναμοχλεύει το παρελθόν, ενώ θα έπρεπε να καταβάλλει κάθε προσπάθεια λύσης για να δυνηθούμε να βαδίσουμε σε ένα καλύτερο μέλλον. Η κυβέρνησις, όμως, κάνει ακριβώς το αντίθετο, και για ένα μόνο μεριμνά: Πώς να μην ενοχλήσει τους γερμανούς εγκληματίας πολέμου…». Ο Ηλίας Ηλιού είπε ότι «Η αποφυλάκισις Μέρτεν μας ταπεινώνει». Κι επειδή η κυβέρνησις της ΕΡΕ έφερε ως δικαιολογία ότι και το 1951 είχεν αφεθεί ελεύθερος άλλος γερμανός εγκληματίας, ο Αντρέ, ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Ενώσεως, ο Ηλίας Τσιριμώκος, παρετήρησε: «Εάν η χάρις η δοθείσα εις τον Αντρέ ήτο και εκείνη αποτέλεσμα διατυπώσεως όρου διά την ελληνογερμανικήν φιλίαν, τόσον το χειρότερον, διότι θα επεδείκνυε ότι ήδη από του 1951 η γερμανική κυβέρνησις παρενέβη υπέρ των εγκληματιών πολέμου. Εάν πάλιν σημαίνει μίαν πράξιν την οποίαν έτσι ήθελε και έκαμε μια κυβέρνησις αναλαβούσα την πλήρη ευθύνην διά της χάριτος, κακή ήτο και η πράξη, έστω και μόνον διότι δίδει σήμερον το επιχείρημα να γίνεται χειροτέρα πράξις επί τη βάσει εκείνης…». Αυτά με αφορμή την περιβόητη επιστολή Τζήμερου, που μας έφερε πολύ δυσάρεστες αναμνήσεις, από τις διάφορες φάσεις της γερμανικής αλαζονείας και δικών μας υποχωρήσεων και ανοχής. Πολλοί μας ρωτούν πώς ερμηνεύουμε την άνοδο της Χρυσής Αυγής. Αλλά είναι ολοφάνερο: Όταν ο δικομματισμός δεν ενδιαφέρθηκε να λύσει τη μάστιγα των λαθρομεταναστών ριζικά, υποκριτικά ευαισθητοποιήθηκε μόνο προεκλογικά, ήταν επόμενο ότι οι αγανακτισμένοι δεινοπαθούντες πολίτες θα στρέφονταν προς τον κ. Μιχαλολιάκο. Να μην ξεχνάμε όμως και κάτι άλλο: Τη στροφή προς το ναζιστικό κόμμα η γερμανική αστική τάξη την έκανε με την εμφάνιση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 1929-1933, που όξυνε στο έπακρο τις κοινωνικοπολιτικές αντιθέσεις, όχι μόνο διεθνώς αλλά και μέσα στη χώρα. Στο διάστημα της κρίσης η ανεργία αυξήθηκε κατακόρυφα και από 1,3 εκατομμύρια που ήσαν οι άνεργοι στα τέλη του 1929 έφθασαν τα 3 εκατομμύρια ένα χρόνο αργότερα, και τα 6 εκατομμύρια στα τέλη του 1932. Αυτό, μήπως λέει κάτι;

Λίγες μέρες προτού πάμε στις κάλπες, το Δ΄ Ράιχ έβγαλε τη μάσκα, έδειξε το γνήσιο πρόσωπό του και τις αληθινές προθέσεις του. Το «Σπίγκελ» αποκάλυψε ότι το Βερολίνο προωθεί την παγκόσμια δικτατορία του, με ευρωπαίο Πρόεδρο όλων των ευρωπαϊκών κρατών, υποταγή των χωρών σʼ αυτόν και κατάργηση της εθνικής κυριαρχίας των χωρών. Αυτό σημαίνει αισχρή παγκοσμιοποίηση και πλήρη κυριαρχία της Γερμανίας. Τέτοια «Ευρώπη» να μας λείπει. Ήλθε η ώρα να διαλυθεί η αυταπάτη της «ευρωπαϊκής προοπτικής».

Τώρα που το Βερολίνο και οι συνοδοιπόροι του μας απειλούν, μας προσβάλλουν και μας αντιμετωπίζουν σαν προτεκτοράτο, θα πάμε στις κάλπες –δεξιοί, κεντρώοι, αριστεροί– αντιμνημονιακοί και –δεν το κρύβουμε– με εχθρικό αίσθημα έναντι της Γερμανίας και όσων τη «σιγοντάρουν». Λύσις στα προβλήματα, όχι μόνον τα δικά μας, αλλά όλων των χωρών του Νότου, δεν θα υπάρξει με κυρίαρχο ρόλο του Δ΄ Ράιχ της Γερμανίας. Βρισκόμαστε στο τέλος μιας κατοχικής εποχής. Ελλάς, Ισπανία, Πορτογαλία κ.ά. βροντοφωνάζουν «ΟΧΙ» στην καγκελαρία. Ο Σουλτς παραδέχθηκε ότι φοβάται από εμάς το «ντόμινο» της κατάρρευσης της παγκοσμιοποιημένης οικονομικής δικτατορίας. Και πρέπει να καταρρεύσει, για να επανεύρουν οι λαοί την εθνική ανεξαρτησία τους. Η Γερμανία δεν είναι δυνατόν να καθορίζει πλέον την οικονομική πολιτική στην Ευρώπη. Διαφορετικά, ας διαλυθεί η Ευρωζώνη. Η λύσις βρίσκεται στην εξόρυξη των πετρελαίων, στο ποιοι θα τη διαχειρίζονται και θα συμμετέχουν, και στη στροφή 180 μοιρών της εξωτερικής μας πολιτικής.

Πάμε σήμερα στην κάλπη διότι πρέπει ακόμη μια φορά να αγωνιστούμε για την εθνική ανεξαρτησία μας. Μέρκελ, Σόιμπλε, Λαγκάρντ, ο γάλλος Μοσκοβισί και όλοι που δεν σταμάτησαν να μας απειλούν για το τι θα ψηφίσουμε, χωρίς να το ξέρουν, αναμασούσαν την οργισμένη δήλωση του τσάρου, πριν 160 τόσα χρόνια: «Δεν επιθυμώ την απελευθέρωσιν των Ελλήνων. Δεν την αξίζουν και ήθελον είναι ολέθριον παράδειγμα διά τους άλλους λαούς αν κατώρθουν να ιδρύσουν ελεύθερον κράτος…». Έλεγε ο Οδυσσέας Ελύτης: «Κατακαημένη πλάση που σε γήτεψαν, όλʼ οι τρελοί του κόσμου κι εστρατήγεψαν!».

Αλλά πιο τρελοί θα είμαστε εμείς, οι άλλοι, αν δεν συνειδητοποιήσουμε και της μνημονιακής «αράχνης» το «γήτεμα» και του διχτυού της τις παγίδες, για να αμυνθούμε, όσο μπορούμε…


Σχολιάστε εδώ