Βούλιαξε στα ρηχά το ντιμπέιτ
Ο «πόλεμος ανακοινώσεων» που ξέσπασε στη συνέχεια ανάμεσα σε Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ, επιρρίπτοντας η μια πλευρά στην άλλη τις ευθύνες για τη ματαίωση του ντιμπέιτ, επέτεινε τη σύγχυση. Από τη Λ. Συγγρού υποστήριξαν ότι υπήρχε κατʼ αρχάς συμφωνία για τη διεξαγωγή του, αλλά με συγκεκριμένες κινήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ «υπονόμευσε» την υπόθεση, διότι επί της ουσίας δεν επιθυμούσε να γίνει το ντιμπέιτ. Κι αυτό γιατί θα ήταν υποχρεωμένος να εξηγήσει τις ακριβείς προθέσεις του για το Μνημόνιο και παράλληλα να αποσαφηνίσει το οικονομικό του πρόγραμμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την πλευρά του, ισχυρίστηκε ότι ήταν η ΝΔ που δεν ήθελε να γίνει η τηλεοπτική αναμέτρηση και μεθοδευμένα οδήγησε στη ματαίωσή της.
Η εξέλιξη δίχασε τα στελέχη της ΝΔ. Αρκετά, μεταξύ αυτών και παράγοντες της Λ. Συγγρού, δήλωσαν απογοητευμένοι, διότι είχαν τη βεβαιότητα ότι ο κ. Σαμαράς θα έβγαινε κερδισμένος από την αντιπαράθεσή του με τον κ. Τσίπρα. Θα είχε την ευκαιρία να αναδείξει το έωλο των πολιτικών επιχειρημάτων του επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ και να υπογραμμίσει την ασάφεια των θέσεών του για τα μείζονα ζητήματα της χώρας. Ακόμη, ο κ. Σαμαράς θα είχε τη δυνατότητα να προειδοποιήσει εκ νέου για τις συνέπειες που θα υπάρξουν αν κι εφόσον ο κ. Τσίπρας αναδειχτεί νικητής των εκλογών και εφαρμόσει την πολιτική που έχει εξαγγείλει. Τα ίδια στελέχη τονίζουν ότι οι πολίτες που παραδοσιακά παρακολουθούν τα προεκλογικά ντιμπέιτ είναι στη μεγάλη πλειονότητά τους άνω των 40 ετών, στους οποίους έχει μεγαλύτερη πέραση ο πρόεδρος της ΝΔ.
Άλλα στελέχη, πάντως, εμφανίζονταν ανακουφισμένα με τη ματαίωση του ντιμπέιτ, με το σκεπτικό ότι τις εντυπώσεις θα τις κέρδιζε τελικά ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί ο κ. Σαμαράς να είχε, λόγω εμπειρίας, υπεροχή στα περισσότερα ζητήματα, ιδίως στο οικονομικό, ωστόσο ο κ. Τσίπρας έχει ένα ισχυρό πλεονέκτημα: Λέει ευχάριστα πράγματα, αυτά που θέλουν να ακούσουν οι πολίτες.