ΠΟΚΑ ΜΕ ΤΡΑΠΟΥΛΟΧΑΡΤΑ ΣΗΜΑΔΕΜΕΝΑ ΑΣΟΙ, ΡΗΓΑΔΕΣ, ΝΤΑΜΕΣ ΚΑΙ ΒΑΛΕΔΕΣ ΕΝΑ

Εις στρογγυλό τραπέζιο
καθίσανε οι Μήδοι
η τσόχα σιδερώθηκε
κι άρχισε τό παιχνίδι.
•••
Όλοι φορούσανε γυαλιά
εκτός μίας παρθένας
πού κύπτουσα η θλιβερή
τής πιάστηκε ο αυχένας.
•••
Ωραιοτάτη ήτανε
καί ήθελε νά δείξει
τά στήθη τά υπέροχα
τά πόδια πού ‘χε ανοίξει.
•••
Τά μάτια της τά γαλανά
κόμμωση καί μασχάλες
ήταν τό άριστο χαρτί
πού προξενούσε ζάλες.
•••
Έτσι αυτή επίστευε
σειόταν καί κουνιόταν
χωρίς νά ξέρει η έρημη
ποιά θύελλα ερχόταν.
•••
Τέσσαρες Άσους ήθελε
ένα καρέ νά κάνει
τήν θεία φώτιση νά ‘ρθεί
ψηλά απ’ τό ταβάνι.
•••
Εκεί μιά λάμπα έκαιγε
αυτή καί τίποτ’ άλλο
καί δίπλα μία ζωγραφιά
μέ έναν παπαγάλο.
•••
Σοβαρευμένοι, αμίλητοι
οι άντρες τήν κοιτούσαν
ενώ υπό τήν τράπεζα
τά πόδια τους σκουντούσαν.
•••
Ήτανε σάν νά λέγανε
γιά τήν αυνανισμένη
τό τί μυαλά κουβάλαγε
καί τί τήν περιμένει.
•••
Η αειπάρθενος γυνή
μέ τάς θηλάς τάς σκούρας
σέ λίγο θά κατέληγε
ωσάν Γέρο Μασούρας.
•••
Εις μιά στιγμή απίθανη
«τά ρέστα μου» φωνάζει
καί ρίχνει στό τραπέζιο
κάθε χρυσό μπαγκάζι.
•••
Μαργαριτάρια λαμπερά
κι ολόχρυσες καδένες
αδάμαντες πού λάμπανε
καί ζάλιζαν τίς φρένες.
•••
Έριχνε, όλο έριχνε
χωρίς νά σταματήσει
έριχνε καί εσώρουχα
νά προκαλέσει στύση.
•••
Όμως δέν καταλάβαινε
μέ ποιούς είχε νά κάνει
καί μέσα στήν απόγνωση
φώναξε: Μιά λεκάνη.
•••
Τής έφυγαν τά κόπρανα
τής έσπασε η κύστη
κι οι βιαστές τής άρπαξαν
τιμή καί νού καί πίστη.
•••
ΤΩΡΑ ΓΥΡΝΑ, ΣΤΡΙΦΟΓΥΡΝΑ
ΜΕΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΦΡΟΣΥΝΗ
ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΟΛΟΥΣ ΔΙΔΑΞΕ
ΤΕΧΝΕΣ, ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ.
………………………………………………………………
Μήν πείτε ποτέ πάνω στήν Πράσινη Τσόχα «Τα ρέστα μου».
Τά χαρτιά είναι σημαδεμένα καί θά χάσετε. Θά εξαφανιστείτε.
Δέν υπάρχει θεός ούτε διάβολος σ’ αυτό τό παιχνίδι. Υπάρχουν
μόνο αφεντικά καί προδότες, βρείτε τους. ΝΑΙ, ΕΙΝΑΙ ΔΙΠΛΑ ΣΑΣ.


Σχολιάστε εδώ